Αν οι εποχές που διανύουμε ήταν λιγότερο κρίσιμες, η προεκλογική καμπάνια του ΔΗΚΟ θα μπορούσε μέχρι και να μας διασκεδάσει. Μόνο που πλέον έχουμε ξεμείνει από αστεία, διότι όπως προανάφερα οι εποχές είναι δύσκολες και άρα η παραχάραξη της Ιστορίας προκειμένου να προσαρμοστεί στο αφήγημα που βολεύει τον κάθε κομματάρχη, ισοδυναμεί με ασυγχώρητη κοροϊδία. Σε μια εποχή όπου ακόμα και οι «μυθικοί» ηγέτες της χώρας αρχίζουν επιτέλους να απομυθοποιούνται και να έρχεται στο φως από μελετητές και συγγραφείς η αμφιλεγόμενη πολιτική τους κρίση και η ζημιογόνος πολιτική τους στο εθνικό μας θέμα, καθώς επίσης και η υιοθέτηση μεθόδων που δυναμίτιζαν την ίδια τη Δημοκρατία, όπως η ελεγχόμενη πληροφόρηση και η προπαγάνδα, το ΔΗΚΟ επιλέγει να επαναφέρει αυτές τις πολιτικές προσωπικότητες στο προσκήνιο, λαϊκίζοντας εις βάρος της Ιστορίας και της νοημοσύνης μας. Και με χειριστικούς τακτικισμούς που εστιάζουν στο συναισθηματικό «εκβιασμό» της κοινής γνώμης, επιχειρεί μέσω του ξεθαψίματος αυτών των «μεγάλων ηγετών», τη στοιχειοθέτηση ενός πολιτικού αφηγήματος που να εξυπηρετήσει –σύμφωνα πάντα με την κοντόφθαλμη λογική τους– την προσπάθεια να ανακτήσουν τα προ πολλού απολεσθέντα ποσοστά τους. Και αφού προφανώς δεν τους βγήκε, όπως περίμεναν, η συνεργασία με τον νυν πρόεδρο, για τον οποίο να θυμίσω πως ο κ. Παπαδόπουλος είχε δηλώσει ότι αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να τον εφεύρουν (!) –ανέσυραν από τα κιτάπια της Ιστορίας τον Μακάριο και τον Σπύρο Κυπριανού και μας τους περιφέρουν στα σόσιαλ αναρτημένους σε αφίσες του ΔΗΚΟ συνοδεία του σλόγκαν «Με επίκεντρο Εσένα».
Και σαν να μην έφτανε η αδιανόητη αυτή «περιφορά», αναγράφουν και ατάκες τους όπως π.χ. το χιλιοειπωμένο «Ελληνικέ Κυπριακέ Λαέ, γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις. Είμαι ο Μακάριος». «Μα είναι δυνατόν;» απορεί έκπληκτος ο κάθε σκεπτόμενος πολίτης που βλέπει και ξαναβλέπει τις συγκεκριμένες αφίσες και διερωτάται αν σοβαρολογούν εκεί στο ΔΗΚΟ ή αν τρολάρουν. Το τραγικό ωστόσο είναι ότι όχι μόνο σοβαρολογούν, αλλά δηλώνουν πως μ’ αυτό τον τρόπο τιμούν την Ιστορία τους εν όψει της επετείου των 48 χρόνων από την ίδρυσή τους και αισθάνονται, λένε, περήφανοι που παραμένουν πιστοί στις παρακαταθήκες των «μεγάλων αυτών ηγετών» του τόπου. Για τον Σπύρο Κυπριανού η περηφάνια τους εστιάζεται στο π;vς «κατάφερε να ανοικοδομήσει την Κύπρο και να ισχυροποιήσει την οικονομία και να στηρίξει έμπρακτα την κοινωνία» και για τον δε εθνάρχη Μακάριο υπογραμμίζουν πως «το ιστορικό του αποτύπωμα αποτελεί διαχρονικό φωτοδότη των αγώνων τους για εθνική δικαίωση και κοινωνική δικαιοσύνη».
Στην καλύτερη περίπτωση θα το χαρακτήριζα θλιβερό, και στη χειρότερη, πολιτική αγυρτεία να επιχειρείς να διασώσεις το πολιτικό σου «τομάρι», επιλέγοντας την καθήλωση του κόσμου στη μυθοποίηση των πρωταγωνιστών του παρελθόντος. Και ταυτόχρονα στον εγκλωβισμό της σκέψης του στην αποσιώπηση αληθειών που φωτίζουν πτυχές της Ιστορίας, οι οποίες αποκαλύπτουν σοβαρούς λόγους αποκαθήλωσης των συγκεκριμένων ηγετών. Είναι πολιτική αγυρτεία να μην επιδιώκεις την πολιτική ωριμότητα της κοινής γνώμης, η οποία μόνο μέσα από την επανεξέταση της Ιστορίας και την επαναξιολόγηση των ηγετών του τόπου επιτυγχάνεται, πόσω μάλλον όταν μελέτες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας αποδεικνύουν τις «σκοτεινές» πλευρές αυτών, οι οποίες πότε τους οδηγούσαν σε παρανοϊκές ερμηνείες της πραγματικότητας (π.χ. Μεγάλη Συνωμοσία) και πότε τους παράσυραν σε μεγαλομανίες που θόλωναν την πολιτική τους κρίση και δη σε καθοριστικές για το μέλλον του τόπου στιγμές.
Ακόμα όμως κι αν αρνούνται εκεί στο ΔΗΚΟ να αποδεχτούν ότι οι ηγέτες που επέλεξαν να «ξεθάψουν» διέπραξαν τραγικά λάθη τα οποία καθόρισαν την τραγικότητα της πορεία μας, μια τέτοια στάση κρίνεται ως εξίσου επικίνδυνη, διότι καταδεικνύει τον πολιτικό τους αλληθωρισμό. Και σ’ αυτές τις κρίσιμες εποχές, το τελευταίο που μας χρειάζεται είναι πολιτικοί που πάσχουν από πολιτικό αλληθωρισμό, πολιτικοί δηλαδή που αρνούνται να δουν την πραγματική πραγματικότητα και επιμένουν να βλέπουν μόνο εκείνη που τους βολεύει.