Του Σταύρου Χριστοδούλου
Οι πιτσιρικάδες της δεκαετίας του ’70 μάθαμε ψαχουλευτά τη ζωή στη μικρή μας πόλη, που πάσχιζε να υποδυθεί πειστικά την πρωτεύουσα ενός κανονικού κράτους. Τότε, το σινεμά ήταν η απόδρασή μας από μια πραγματικότητα που μύριζε μπαρούτι. Το αίμα των νεκρών ήταν ακόμα νωπό και ο ιδρώτας στις διαδηλώσεις έτρεχε ποτάμι. Αν υπήρχε κάτι παρηγορητικό σ’ εκείνο το δυστοπικό τοπίο, ήταν οι ώρες που κλεινόμασταν στις σκοτεινές αίθουσες για να δραπετεύσουμε από τα δυσοίωνα που μας κύκλωναν. Θυμάμαι λοιπόν το σοκ που είχαμε αισθανθεί όταν σε μια τέτοια προβολή το νέο ηχοσύστημα, προηγμένο τότε τεχνολογικά, μας πάγωσε το αίμα. Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα αν πιο πολύ φοβηθήκαμε από την πλοκή της ταινίας «Τα σαγόνια του καρχαρία» ή αν ο ήχος ήταν τόσο ρεαλιστικός που στοίχειωσε τους εφιάλτες μας. Ναι, ήμασταν πολύ αθώοι και πολύ άβγαλτοι, γι’ αυτό υποκύψαμε τόσο εύκολα στον τρόμο που προκαλούσαν εκείνα τα σαρκοβόρα ψάρια. Ώσπου μεγαλώσαμε, εξοικειωθήκαμε με τους φόβους μας και καταλάβαμε πως άλλα πρέπει να μας τρομάζουν και όχι η αγριότητα του βασιλείου των ζώων. Και ενηλικιωθήκαμε επιτέλους πολιτικά, ώστε να συνειδητοποιήσουμε ότι τα πιο φοβερά θηρία εκεί έξω είναι η ηθική κατάπτωση, ο αμοραλισμός και οι διεφθαρμένες συνειδήσεις.
«Σε έναν ωκεανό γεμάτο καρχαρίες δεν μπορεί να είσαι χρυσόψαρο» είπε ο Αβέρωφ Νεοφύτου και μοιραία ξύπνησε τα πιο βαθιά θαμμένα πολιτικά μας ένστικτα. Οι απόψεις αν ορθά έπραξε διίστανται, καθώς η πρωτοβουλία του από άλλους θεωρήθηκε κίνηση ματ και από άλλους ότι άνοιξε τον ασκό του Αιόλου. Προσωπικά, εκτιμώ ότι η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Ξεκινώντας από το ότι πρέπει να του πιστωθεί ο αιφνιδιασμός, αφού κατάφερε να βγάλει τον Χριστοδουλίδη από τη ζώνη ασφαλείας του, εξαναγκάζοντάς τον σε παραίτηση. Επιπλέον θεωρώ ότι ήταν πολύ καλύτερος από το επιεικώς απαράδεχτο βίντεο για την εξαγγελία της υποψηφιότητάς του. Ήταν πιο στιβαρός και πιο συγκροτημένος. Η επιλογή του όμως να μιλήσει για καρχαρίες και χρυσόψαρα μπορεί να εξασφάλισε πιασάρικους τίτλους στα πρωτοσέλιδα, αλλά την ίδια ώρα έξυσε τον φλοιό της συλλογικής μας μνήμης. Και μας πήγε πολύ πίσω. Εκεί όπου κατοίκησαν κάποτε οι φόβοι μας. Με αποτέλεσμα να επιβεβαιώσουμε την απέχθειά μας στον απροκάλυπτο κυνισμό μιας τάχα μου ρεαλιστικής σχολής σκέψης. Είναι γι’ αυτό που, όταν στάθηκε ο Χριστοδουλίδης μπροστά στις κάμερες την περασμένη Κυριακή, τα βλέμματα πολλών ακούμπησαν με συμπάθεια στο χρυσόψαρο που σπαρταρούσε έξω από την κομματική γυάλα. Δεν υπεισέρχομαι καν στην ουσία, εάν έπεισε με όσα είπε. Σε επίπεδο εικόνας ήταν «θαμπός». Σε επίπεδο ουσίας ήταν αναμενόμενος. Έχω την αίσθηση όμως ότι αυτό που κατακάθισε ως εντύπωση ήταν η συναισθηματικά φορτισμένη ατάκα του: «Στόχος μου ήταν πάντα η εφαρμογή πολιτικών χωρίς άγρια θηρία και χωρίς την επικράτηση αυτών που επιδεικνύουν αδιακρίτως τα αιχμηρά τους δόντια».
Άποψή μου είναι πως η βιασύνη δεν βοηθά για να κρίνει κανείς το «φαινόμενο» Χριστοδουλίδη. Χρησιμοποιώ επίτηδες αυτό τον χαρακτηρισμό, γιατί οι επόμενοι μήνες θα δείξουν αν η δυναμική τού τέως υπουργού θα διατηρηθεί ή θα ξεφουσκώσει, όταν εκτεθεί σε αληθινές συνθήκες πολιτικής αντιπαράθεσης. Αυτό μάλλον θα πρέπει να το ζυγίσουν καλά όσοι ετοιμάζονται να τοποθετήσουν τα αβγά τους στον Χριστοδουλίδη λόγω της σημερινής του υψηλής δημοτικότητας. Όσο για τον Αβέρωφ, ας ξανασκεφτεί τη στρατηγική τα πρωτοπαλίκαρά του να μιλούν χλευαστικά για σαπουνόπερες και διαγωνισμούς δημοφιλίας. Γιατί κάτι τέτοια περί καλλιστείων έλεγε και ο Προδρόμος, αλλά τώρα η Αννίτα τον κοιτάει αφ’ υψηλού από τη θέση της Προέδρου της Βουλής.
Εν κατακλείδι, όταν κάποιοι εισάγουν στην πολιτική θεωρίες γι’ άγρια θηρία να ξέρουν ότι το φιλοθεάμον κοινό είναι πλέον υποψιασμένο. Τα χρόνια της αθωότητας, όταν λυγίζαμε μπροστά στα σαγόνια του καρχαρία της μεγάλης οθόνης, έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Στην άγρια μιντιακή εποχή που ζούμε ο πιο τρομακτικός καρχαρίας είναι το ίδιο το κοινό. Η αυτοσυγκράτηση δεν έβλαψε ποτέ κανέναν. Πόσω μάλλον αν πρόκειται γι’ αυτούς που θέλουν να μας κυβερνήσουν.