Του Σταύρου Χριστοδούλου
Δεν πρόκειται για λάθος, αλλά για «ημερολογιακό άλμα» το οποίο δικαιολογείται από τις πολιτικές εξελίξεις. Για να το κατανοήσουμε, όμως, θα πρέπει να κάνουμε μερικά βήματα πίσω και να θυμηθούμε πώς ήμαστε πέρυσι τέτοιο καιρό.Το 2021 μπήκε μουδιασμένα, με τη βαριά σκιά του περιβόητου «μιτσοκαμμίματος» του Συλλούρη να μας βαραίνει. Ήταν σαν ν’ ανασήκωσε αίφνης κάποιος την κουρτίνα, αναγκάζοντάς μας να αντικρύσουμε την απεχθή πολιτική μας πραγματικότητα όπου απαξιωμένα πρόσωπα με μηδενικό πολιτικό κεφάλαιο καταφέρνουν να αναρριχούνται στη δημόσια ζωή. Έτσι μουδιασμένα κύλησε η χρονιά με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη να ακροβατεί επικίνδυνα σε «νέες ιδέες», όπως την επιστροφή στο Σύνταγμα του ’60 και την πατρίδα μας να γίνεται περίγελος διεθνώς από τον απόηχο του εμπορίου διαβατηρίων. Αν υπάρχει πολιτικός πάτος, το 2021 μάλλον τον αγγίξαμε, αφού η Κύπρος κατάντησε να θεωρείται συνώνυμο της διαφθοράς. Μια χώρα με σημαία ευκαιρίας, γιατί κάποια γατάκια της πολιτικής υποδύονται τους ανήξερους για το τι σημαίνει σύγκρουση συμφέροντος.
Δεν ξέρω αν αυτό μέτρησε πιο πολύ για την αναστροφή του κλίματος στο Κυπριακό ή αν ευθύνεται η αποθράσυνση της Τουρκίας. Το τελευταίο δεν εκπλήσσει κανέναν, αφού ο Ερντογάν και οι μαριονέτες του στα Κατεχόμενα ζητούν πλέον ανερυθρίαστα δύο κράτη. Αν τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας, που δημοσίευσε η Καθημερινή, αποδειχτεί ότι δεν είναι συγκυριακά, η αιτία για το πολιτικό αίσθημα της κοινής γνώμης δεν αφορά μόνο στην επιθετικότητα της Τουρκίας. Η τάση για στήριξη του μοντέλου λύσης ΔΔΟ περισσότερο δικαιολογείται από τη συνειδητοποίηση των αδιεξόδων και την απογοήτευση από τη διγλωσσία της δικής μας πλευράς. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι για πρώτη φορά στο κάδρο των ευθυνών μπαίνει και ο ίδιος ο Νίκος Αναστασιάδης.
Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα στη δίνη μιας πανδημίας που δεν λέει να κοπάσει. Μιας πανδημίας που ανατροφοδοτεί τον φόβο, όχι μόνο για την απώλεια ανθρώπινων ζωών αλλά και για τον νέο διχασμό που μολύνει την κοινωνία. Αν ο καβγάς ήταν για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα υπήρχε μια κάποια λογική. Εδώ, όμως, συμβαίνει κάτι βαθύτερο. Ένα ολόκληρο κίνημα γεννήθηκε μέσα από θεωρίες συνωμοσίας, με τους υπεράνω πάσης υποψίας «ψεκασμένους» να εμφιλοχωρούν στον κοινωνικό ιστό. Σε αυτό το δυστοπικό τοπίο μεγαλώνουν παιδιά που εξοικειώνονται επικίνδυνα με την τοξικότητα. Κι αν διερωτάστε τι σχέση έχει αυτό με την πολιτική πραγματικότητα στην οποία αναφερθήκαμε πιο πάνω, σκεφτείτε ότι μια γενιά αποκτά πολιτική συνείδηση και θέση μέσα σε αυτό ακριβώς το άρρωστο περιβάλλον.
Ας τοποθετήσουμε λοιπόν ξανά τις ψηφίδες, για να κατανοήσουμε τη μεγάλη εικόνα: απαξίωση της πολιτικής, θεσμική διαπλοκή, επαναπροσδιορισμός της λύσης του Κυπριακού και ανασφάλεια για το μέλλον. Αν η αυγή του 2021 χαρακτηριζόταν από μούδιασμα, η δύση της χρονιάς που πέρασε ήταν απολύτως δυσοίωνη. Γι’ αυτό και τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στο 2023, γιατί από κάπου πρέπει να πιαστεί η ελπίδα. Γι’ αυτό και το «ημερολογιακό άλμα» του σημερινού τίτλου, γιατί το 2022 θα είναι μοιραία μια μεταβατική χρονιά.
Στο σημείο που φτάσαμε δεν υπάρχει πιο κάτω από εδώ. Για σκοπούς έννομης τάξης και φυσικής περιέργειας θα περιμένουμε βεβαίως να μάθουμε τι μέλλει γενέσθαι με τον Συλλούρη και αν υπάρχουν ποινικές ευθύνες. Θα περιμένουμε να μάθουμε επίσης τι θα συμβεί με τα μικρά κερασάκια στην άνοστη πολιτική μας τούρτα, όπως την καταγέλαστη περίπτωση του Γιαννάκη Γιαννάκη. Επί της ουσίας, όμως, ξέρουμε πως ό,τι και να μάθουμε σοφότεροι δεν θα γίνουμε. Το αληθινό διακύβευμα βρίσκεται στις προεδρικές εκλογές του 2023 και αυτό πλέον είναι το μόνο που μετρά.
Ο τόπος χρειάζεται επειγόντως να γυρίσει σελίδα και να φυσήξει φρέσκος αέρας. Τα πρόσωπα έχουν τη σημασία τους, αλλά εξίσου σημαντική είναι και η πολιτική προίκα του καθενός. Αν είναι «καθαρός», αν φέρνει κάτι καινούργιο ως πολιτική σκέψη και αν ως προσωπικότητα μπορεί να εγγυηθεί την αλλαγή. Η παραμονή στο «κατώφλι του 2023» μόλις ξεκίνησε.Ένα χρόνο που οφείλουμε να τον αξιοποιήσουμε παραγωγικά, με κριτική σκέψη.