Του Πάρη Δημητριάδη
Πεθαίνει το σινεμά, ρωτήθηκε τις προάλλες, ο 81χρονος Μάρτιν Σκορσέζε, παραλαμβάνοντας το βραβείο της Χρυσής Άρκτου για τη συνολική του προσφορά στον κινηματογράφο. «Δεν νομίζω ότι πεθαίνει», απάντησε. «Απλώς μεταμορφώνεται, δεν πρέπει όμως να αφήσουμε την τεχνολογία να μας τρομάξει, ούτε να γίνουμε σκλάβοι της. Μπορούμε να τη βάλουμε στη σωστή κατεύθυνση» σχολίασε ο εμβληματικός δημιουργός ταινιών.
Η γεωμετρικά αυξανόμενη συμμετοχή παραγωγών της streaming τηλεόρασης τα τελευταία χρόνια στα Όσκαρ είναι σίγουρα ενδεικτική της μεταμόρφωσης του τοπίου στην κινηματογραφική βιομηχανία ενώ η εκτεταμένη χρήση προηγμένων τεχνολογιών σε μικρές και μεγάλες παραγωγές και ταινίες ορόσημα της εποχής -όπως το πολυσυζητημένο «Poor things» του Γιώργου Λάνθιμου- επιδρά καταλυτικά και στη σύνθεση και τις δεξιότητες των επαγγελματιών της. Η πραγματικότητα είναι πως πολλά μπορεί να αλλάζουν, η πεμπτουσία όμως του κινηματογράφου μένει η ίδια.
Κι αν το σινεμά ως η υπερπολύτιμη έβδομη τέχνη βρίσκει τρόπο να επιβιώσει και να ελιχθεί, τι γίνεται με τα πλείστα τόσα επαγγέλματα, συμπεριλαμβανομένου του λειτουργήματος της δημοσιογραφίας, για τα οποία στο μεταίχμιο της τεχνολογικής επανάστασης και της τεχνητής νοημοσύνης, διαφαίνονται επίσης ισχυρές ενδείξεις και ανησυχίες ότι πεθαίνουν;
Με τα παραδοσιακά δημοσιογραφικά μέσα του προηγούμενου αιώνα να έχουν πλέον αντικατασταθεί εξ ολοκλήρου σχεδόν από τα ψηφιακά, είναι ξεκάθαρο πως ο τρόπος με τον οποίο ταξιδεύει η πληροφορία και διαχέεται από τον πομπό στον δέκτη έχει διαφοροποιηθεί, με μη αναστρέψιμο, μάλλον, τρόπο στις μέρες μας. Η παραπληροφόρηση έχει φυσικά εκτοξευθεί με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, κάτι που έχει επανειλημμένα επισημανθεί από ακαδημαϊκούς, ερευνητές και δημοσιογράφους, αφού είναι ακλόνητο γεγονός ότι η αλγοριθμική πολιτική των τεχνολογικών κολοσσών λειτουργεί πρωτίστως μαρκετινίστικα. Το καλώς νοούμενο φίλτρο που είναι σε θέση να βάζει ένας επαγγελματίας δημοσιογράφος πάει περίπατο.
Σε συνδυασμό με την οικονομική δυσπραγία των οργανισμών που έχουν μίντια, η υπόθεση της έγκυρης και έγκαιρης ενημέρωσης δέχεται πρωτοφανή πλήγματα. Αυτό που ίσως δεν γίνεται ευρέως αντιληπτό είναι ότι, στην τελική, αυτή καθ’ αυτή η δημοκρατία είναι που κινδυνεύει, όχι μόνο οι δημοσιογράφοι που μένουν χωρίς δουλειά. Η δημοσιογραφία των πολιτών με την οποία αντικαθίσταται η επαγγελματική δημοσιογραφία μάλλον μεγαλύτερη ζημιά προξενεί, παρά όφελος, γεγονός που αποδείχθηκε κατάφωρα κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κόβιτ.
Την ίδια ώρα, όμως, δεν μπορούμε να αγνοούμε αντιδραστικά τα νέα δεδομένα της ψηφιακής εποχής, ούτε θα ήταν φρόνιμο να λειτουργούμε αφοριστικά. Χωρίς αμφιβολία, η δημοσιογραφία των πολιτών ενέχει και πολύτιμη εκδημοκρατικοποίηση, κάτι που φανερώθηκε έντονα με τον αιματηρό πόλεμο στη λωρίδα της Γάζας: Λόγω της ακτιβιστικής δράσης ενεργών πολιτών που βιώνουν το χάος και τη φρίκη εντός του θύλακα, έχουμε τη δυνατότητα να ενημερωνόμαστε με τρόπο που θα ήταν αδύνατον, αν δεν υπήρχαν τα ΜΚΔ και οι νέες τεχνολογίες.
Ίσως, συνεπώς, αυτό που πρέπει να γίνει για τη διάσωση της επαγγελματικής δημοσιογραφικής πρακτικής είναι η επιτυχής και αποτελεσματική προσαρμογή της στα νέα δεδομένα. Ένα εμπνευστικό παράδειγμα που δείχνει να συνδυάζει την επαγγελματική σχολαστικότητα και εξακρίβωση με την πρόσβαση στο τεράστιο, πια, κοινό, νεότερων κυρίως ηλικιών, που φαίνεται να έχει γυρίσει τελεσίδικα την πλάτη στα παραδοσιακά μέσα είναι το λεγόμενο «ΑJ Plus». Πρόκειται για πρωτοβουλία του δικτύου του Al Jazeera, που παράγει εύπεπτο, βιντεογραφημένο και καλομονταρισμένο περιεχόμενο, αποκλειστικά για τα social media, με έμφαση στα διαδεδομένα reels και με τη φερέγγυα υπογραφή ενός στιβαρού ειδησεογραφικού οργανισμού.
Με δημοφιλείς λογαριασμούς σε Youtube, Facebook, Tiktok, Instagram, Χ και Medium και με ωφέλιμες ιστορίες που δημοσιεύονται στην αγγλική, γαλλική, αραβική, ισπανική και γαλλική γλώσσα, οι δημοσιογράφοι που δουλεύουν για πλατφόρμες όπως το AJ+ κατορθώνουν να πραγματοποιούν εξακριβωμένη και διασταυρωμένη έρευνα, όπως ανέκαθεν συνέβαινε και συνεχίζει να συμβαίνει στα σοβαρά παραδοσιακά μέσα, κατορθώνοντας ωστόσο μέσω των social media να φτάσουν ως πομποί στους δέκτες που διαφορετικά δεν θα τους έβρισκαν πουθενά αλλού. Σύμφωνα με την επίσημη περιγραφή που βρίσκεται αναρτημένη στην κεντρική σελίδα του, το AJ+ έχει αφοσιωθεί στην καθοριστική, για το μέλλον της, ενημέρωση της νέας γενιάς της ανθρωπότητας.
Η αξία μιας καλής έντυπης εφημερίδας, ενός συμβατικού τηλεοπτικού δελτίου και μιας ζωντανής ραδιοφωνικής εκπομπής δεν τίθεται εν αμφιβόλω. Η αποτελεσματική προσαρμογή όμως στα νέα δεδομένα θα πρέπει να θεωρηθεί απαραίτητη.