Του Πάρη Δημητριάδη
Καθώς σκρολάρω στο feed μου στο facebook, στην πλέον γερασμένη και παρακμιακή αλλά την ίδια ώρα και πολύ σκληρή για να πεθάνει, πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης, κοντοστέκομαι σε μια ανάρτηση ενός, αξιόλογου, εξ όσων αντιλαμβάνομαι από τα κείμενά του, πολιτικού επιστήμονα, αριστερίστικων ιδεολογικών καταβολών. Δεν γνωρίζω προσωπικά τον ακαδημαϊκό αυτό άνθρωπο, συμβαίνει όμως να είμαστε φίλοι στη συγκεκριμένη πλατφόρμα και ενίοτε να τον διαβάζω. Η συγκεκριμένη ανάρτηση μου προκαλεί ένα μικρό σοκ, επειδή κάνει λόγο για μια «θέση στην κόλαση (a special place in hell) σε όλους όσοι κοινοποίησαν τη φωτογραφία της Ιρανής φοιτήτριας αλλά ένα χρόνο τώρα δεν είχαν τίποτα να πουν για τη γενοκτονία στη Γάζα».
Οι επιλεκτικές ευαισθησίες είναι ένα σάπιο φαινόμενο που κι εμένα με ενοχλεί και με πειράζει, ακραίο δεν είναι, ωστόσο, να εύχεσαι να καούν στην κόλαση συνάνθρωποί σου επειδή εκφράστηκαν ή… δεν εκφράστηκαν στα σόσιαλ με τον ίδιο τροπο που εσυ εκφράζεσαι; Ακραίο.
Συνεχίζω το σκρολ. Λίγο παρακάτω, πέφτω σε μια αντίστοιχη ανάρτηση, που αυτή τη φορά προέρχεται από μία δεξιόστροφης ιδεολογίας, θεωρητική διανοούμενη των ημερών. Από μια ακτιβίστρια της οθόνης που επίσης δεν έτυχε να γνωρίσω προσωπικά αλλά συνήθως εκτιμώ την οπτική της γωνία στα κείμενα που -συχνά- δημοσιεύει και τα διαβάζω. «Θορυβήθηκαν οι κατ’ όνομα προοδευτικοί με τη νίκη του Τραμπ» σημειώνει στη δική της ανάρτηση «όσοι δεν έγραφαν ούτε λέξη για τον Πούτιν και την Ουκρανία». «Μας κουνάνε μάλιστα το δάχτυλο», συνεχίζει να γράφει με ύφος που γρήγορα γίνεται ολοένα και πιο επικριτικό και στο υπόλοιπο της ανάρτησής της σκέφτομαι ότι τελικά μάλλον κουνάει κι αυτή το δικό της δάχτυλο, στο ψηφιακό στρατόπεδο της, πραγματικής ή φαντασιακής, δεν ξέρω, αντίπερα όχθης.
Ασχέτως του γεγονότος ότι τα δύο παραπάνω παραδείγματα αναρτήσεων προέρχονται από άτομα αντίθετων, υποτίθεται, ιδεολογιών και κοσμοθεωριών, αναρωτιέμαι: Αν ζουμάρουμε λιγο μακριά από την οθόνη και αναλογιστούμε τις αρνητικές επιδράσεις του echo chamber στις ψηφιακές μας ζωές, για δύο όψεις ενός πανομοιότυπου νομίσματος δεν μιλαμε; Χρησιμοποιούν αλλωστε τις ίδιες σχεδόν λέξεις οι δύο αυτοί άνθρωποι. Απλώς τις προσαρμόζουν σε διαφορετικά συγκείμενα και περιστατικά. Το ίδιο τοξικό και πολωτικό ύφος το υιοθετούν σίγουρα. Εξίσου αναστατωμένοι, εξαπολύουν μύδρους και οι δύο για όλους όσοι «δεν είχαν τίποτα να πουν» ή «δεν είχαν να γράψουν μια λέξη» στα σόσιαλ για το θέμα που τους αφορά. Αστυνομία των αναρτήσεων, μια φάση.
Εύλογο, πάντως, το ερώτημα πώς θα εξελισσόταν μια δια ζώσης συνάντηση, στο ίδιο τραπέζι, με αυτούς τους δύο ανθρώπους. Θα τσακώνονταν; Μπορεί να διαφωνούσαν αλλά αμφιβάλλω αν θα τσακώνονταν.
Στο δια ταύτα: Οι δύο αυτοί άνθρωποι και οι per se αναρτήσεις τους δεν είναι το θέμα μας. Το θέμα είναι ότι μέσω των παραδειγμάτων τους καθρεφτίζεται και διαφαίνεται μια δυσάρεστη και προβληματική καθημερινότητα που αφορά πολλές χιλιάδες ανθρώπους εκεί έξω που επιλέγουν να είναι αιχμηρά ενεργοί στα σοσιαλ. Όπως όμως φανερώνεται, ξανά και ξανά, όλο και πιο ξεκάθαρα, η μαύρη οθόνη, η αλγοριθμική φούσκα και τα καμουφλαρισμένα bots που προπαγανδιστικά προωθούν intelligence παραπληροφόρηση βγάζουν απ’ τους ανθρώπους τα σκοτεινότερα τους ένστικτα και μια εκδοχή του εαυτού τους παραποιημένη απ' την πραγματική τους. Μπορεί φυσικά να ισχύει και το αντίθετο. Μπορεί μέσω της λανθάνουσας ασφάλειας που μας προσφέρει η οθόνη να βγάζουμε τα ειλικρινή μας ένστικα και συναισθήματα. Πόσο σίγουρο όμως είναι ότι δεν επηρεαζόμαστε από τη βαρβαρότητα, αληθινή ή μη, της μαρκετινίστικης οθόνης στην οποία εκθέτουμε τους εαυτούς μας και που βασική της λειτουργία είναι να μετατρέψει ακόμη και τις απόψεις μας σε προϊόν;
Ο ιδεοληπτικός φακός απέναντι στα αιματηρά πολεμικά μέτωπα των ημερών, είτε αριστερόστροφος, είτε δεξιόστροφος ή δεν ξέρω και εγώ τι πια, είναι σίγουρα το άλλο καίριο και αλληλένδετο ζήτημα που αναδεικνύεται μέσα απ’ τα δύο αυτά παραδείγματα. Πολιτικές ιδεοληψίες που στο ψηφιακό μπάχαλο της εποχής συνεχώς μεγεθύνονται, απομακρύνοντας τους ανθρώπους με διαφορετικές εμπειρίες και απόψεις όλο και περισσότερο, ενισχύοντας τον κοινωνικό διχασμό και δυσχεραίνοντας ακόμη περισσότερο το ήδη φορτισμένο και τεταμένο, πολωτικό κλίμα.
Οι αποχρώσεις του μαύρου στις οθόνες των κινητών μας, μέσα από τις οποίες ενημερωνόμαστε, αλληλεπιδρούμε και συνυπάρχουμε, ίσως τελικά να είναι πολύ περισσότερες απ' όσες αρχικώς νομίσαμε και πιστέψαμε.