Του Παναγιώτη Χριστιά
Οι εκλογές τροφοδοτούν ποικίλα σχόλια πάνω στα αποτελέσματα. Ένα σταθερό σχόλιο, το οποίο επανέρχεται σχεδόν εμμονικά μετά το πέρας κάθε σχεδόν εκλογικής αναμέτρησης, είναι και αυτό του τέλους του κομματικού συστήματος. Το υπάρχον κομματικό σύστημα, η «κομματοκρατία», πλησιάζει κατά πολλούς προς το τέλος της. Ως απόδειξη, όσοι ισχυρίζονται ότι τα κόμματα έχουν τελειώσει, ή ότι τουλάχιστον πνέουν τα λοίσθια, παρουσιάζουν την αύξηση των ποσοστών μικρών και ασήμαντων γκρουπούσκουλων που βρήκαν τον τρόπο να συμμετέχουν στις εκλογές. Το τελευταίο μεγάλο επιχείρημα περί του τέλους της «κομματοκρατίας» είναι το αντικειμενικά πολύ μεγάλο ποσοστό που έλαβε άγνωστος στα πολιτικά πράγματα ανεξάρτητος υποψήφιος στην Κύπρο στις τελευταίες ευρωεκλογές. Το συγκεκριμένο ποσοστό δεν τροφοδότησε μόνο σχόλια αναφορικά με το τέλος του συστήματος των κομμάτων αλλά και σχόλια για το αβέβαιο πολιτικό μέλλον της Κύπρου, την αδυναμία των ψηφοφόρων να κρίνουν πολιτικά και φυσικά την ευκαιρία να στηλιτεύσουν τη νέα γενιά. Πόσο τρομακτικό και πόσο απειλητικό για το ισχύον πολιτικό σύστημα και το πολιτικό μέλλον της Κύπρου είναι πραγματικά το ποσοστό του ανεξάρτητου υποψηφίου;
Στην προσπάθεια κατανόησης ενός πολιτικού φαινομένου, ο μεγαλύτερος σκόπελος είναι αυτός της υπερερμηνείας, ιδιαίτερα όταν η υπερερμηνεία αυτή προέρχεται από έναν αόριστο ηθικισμό. Ο μεγαλύτερος ηθικισμός στην ιστορία της πολιτικής σκέψης είναι ότι πρέπει να κυβερνούν οι άριστοι. Αν όχι οι άριστοι, ας κυβερνούν τουλάχιστον αξιόλογοι επιστήμονες, σοβαροί επαγγελματίες, αναγνωρισμένοι πολιτικοί, άνδρες ή γυναίκες, πρόσωπα με λίγα λόγια τα οποία οι παλαιότερες γενιές θα ταύτιζαν με την εικόνα και τη γλώσσα ενός «πολιτικού». Τέτοια πρόσωπα, ισχυρίζονται όσοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τα πολιτικά κόμματα, δεν υπάρχουν πλέον. Κατ’ επέκταση, σε λίγο δεν θα υπάρχουν ούτε κόμματα. Εφόσον τα πρόσωπα φτιάχνουν τα κόμματα, εφόσον τα στελέχη είναι εκείνα τα οποία δίνουν ουσία στο κόμμα και ενέργεια στον κομματικό μηχανισμό, τότε είναι μοιραίο η έλλειψη ικανών στελεχών να οδηγήσει στον μαρασμό των κομμάτων και του κομματικού συστήματος. Σύμφωνα πάντα με τον ίδιο ηθικιστικό συλλογισμό, οι ψηφοφόροι, μη έχοντας ουσιαστική εναλλακτική, απομακρύνονται από τα κόμματα, ψηφίζοντας τυχάρπαστους υποψηφίους με μόνο σκοπό να δηλώσουν τον αποτροπιασμό τους για τα πολιτικο-κομματικά πράγματα του τόπου. Ο ηθικιστικός αυτός μύθος των ενάρετων στην εξουσία έχει τις ρίζες του στον Πλάτωνα, βρίσκει απήχηση στα μεσαιωνικά και βυζαντινά κάτοπτρα ηγεμόνων και η ηχώ του φτάνει μέχρι την αριστερή κριτική του διεφθαρμένου πολυκομματισμού. Από αυτόν τον μύθο μας έβγαλε ο Μακιαβέλλι, ο οποίος συνέγραψε το δικό του κάτοπτρο ηγεμόνος, ενός κοσμικού πρίγκηπα στον αγώνα για την κατάκτηση και τη διατήρηση της εξουσίας.
Οι πρίγκιπες του Μακιαβέλλι είναι τα σύγχρονα κομματικά μορφώματα, όπως πολύ πετυχημένα σχολίασε ο Γκράμσι. Αυτό το οποίο κατανόησε ο Μακιαβέλλι ήταν ότι η εξουσία έχει τη δική της λογική, τη δική της φιλοσοφία, οι οποίες είναι εντελώς διαφορετικές από αυτές της ηθικής και της αρετής. Το πολυκομματικό μας σύστημα δημοκρατικού πλουραλισμού, όπως πολύ εύστοχα έγραφε ο Αρόν στο έργο του «Δημοκρατία και ολοκληρωτισμός» (1965), ακολουθεί το νεότερο παράδειγμα της λογικής της εξουσίας. Το φιλελεύθερο σύστημα δεν στηρίζεται στην αρετή των πολιτικών του αλλά στον μεταξύ τους ανταγωνισμό. Ο πολιτικός ανταγωνισμός μεταξύ κομμάτων είναι αυτός ο οποίος εξασφαλίζει την ελευθερία των κυβερνωμένων, τον έλεγχο της εξουσίας και την εξασφάλιση της σταθερότητος και της ευημερίας. Τα σύγχρονα πολιτικά κόμματα δεν είναι απλώς ιδεολογικά φερέφωνα, είναι πάνω από όλα μηχανές φτιαγμένες για να κυβερνούν. Δεν πρόκειται για μια τέχνη της εξουσίας αλλά για μια «τεχνική», αν όχι μια «μηχανική», της διακυβέρνησης. Ακόμη και αν διακριθεί στις εκλογές ένας ανεξάρτητος υποψήφιος, για να είναι σε θέση να κυβερνήσει, θα πρέπει να φτιάξει ένα κόμμα. Θα πρέπει να οργανώσει το κόμμα αυτό με τρόπο ώστε να μπορέσει να κυβερνήσει. Θα χρησιμοποιήσει βεβαίως τις δημόσιες υπηρεσίες, την παγιωμένη κρατική μηχανή, τις μηχανές των υπουργείων, με τον ίδιο τρόπο που ένας μαέστρος χρησιμοποιεί μουσικούς για να διευθύνει το έργο του. Η κυβερνητική μηχανή είναι υπεύθυνη για τη διεύθυνση και την αρμονική λειτουργία των διαφόρων παγιωμένων κρατικών μηχανισμών. Αν το κόμμα δεν ανταποκριθεί σε αυτό το έργο, τότε στις επόμενες εκλογές θα χάσει την εξουσία.
Όσοι ηθικολογούν για τα αποτελέσματα των εκλογών ξεχνούν ότι η πολιτική δεν κρίνεται ex ante αλλά ex post: ο πολιτικός κρίνεται για το έργο του. Συνεπώς, ακόμη και αν αποτύχουν ένα ή περισσότερα κόμματα στο παιχνίδι της διακυβέρνησης, αυτό δεν σημαίνει το τέλος του κομματικού συστήματος. Σημαίνει απλώς την ανανέωση του κομματικού παιχνιδιού, την ανάδειξη νέων πολιτικών σκοπιμοτήτων και την ανάδυση νέων κομματικών σχηματισμών. Τα παλαιά κόμματα όμως δεν φθείρονται μόνο από το κακό κυβερνητικό έργο το οποίο έχουν παραγάγει. Φθείρονται πάνω από όλα από τη «γλώσσα» με την οποία εκφράζεται πλέον η πολιτική και την οποία ως «παλαιά» κόμματα δεν μπορούν να μιλήσουν. «Το μέσον είναι το μήνυμα»: όποιος δεν γνωρίζει να χειρίζεται τα επικοινωνιακά μέσα της νεότερης τεχνολογίας είναι καταδικασμένος στην αφωνία. Ανάμεσα στις νεότερες γενιές, που μεγαλώνουν με τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα, τον παγκόσμιο ιστότοπο, τα online ηλεκτρονικά παιχνίδια και τα κοινωνικά δίκτυα, και τις παλαιότερες γενεές, που γαλουχήθηκαν με το ραδιόφωνο, την εφημερίδα και την τηλεόραση, το χάσμα δεν είναι απλώς ηλικιακό, είναι πρωτίστως «γλωσσικό». Οι αλματώδεις εξελίξεις της τεχνολογίας οδηγούν σε νέα γλωσσικά πολιτικά «παιχνίδια».
Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.