Του Παναγιώτη Χριστιά
Για να πάρει κανείς την εξουσία, χρειάζεται, καταρχάς, να θέσει υπό τον έλεγχό του την ήδη στημένη κυβερνητική μηχανή –«monter la machine toute faite du gouvernement», όπως έλεγε ο Tocqueville–, ενδεχομένως και μέσω εκλογών, και ύστερα να τη δαμάσει ιδεολογικά. Οι ευρωεκλογές της προηγούμενης Κυριακής υπήρξαν μια θεαματική, αν όχι στροφή, τουλάχιστον επιβεβαίωση της παρουσίας της Ακροδεξιάς στα ευρωπαϊκά πολιτικά πράγματα. Μπορεί στην Κύπρο το πυροτέχνημα Φειδίας Παναγιώτου να προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και μπορεί στην Ελλάδα να σημειώθηκε νέα εντυπωσιακή πτώση στη συμμετοχή στην εκλογική αναμέτρηση, στην κεντρική Ευρώπη όμως, σε Γαλλία και Γερμανία, δόθηκαν σκληρές μάχες για τη διατήρηση της κυριαρχίας του λεγόμενου «δημοκρατικού τόξου» και την ενίσχυση της φιλελεύθερης δημοκρατίας στην Ευρώπη. Τόσο η κατάκτηση της πρώτης θέσης από τον «Εθνικό Συναγερμό» (Rassemblement National) στη Γαλλία και από το «Κόμμα της Ελευθερίας» (Freiheitliche Partei Österreichs, FPÖ) στην Αυστρία, όσο και η δεύτερη θέση που κατέλαβε η «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (Die Alternative für Deutschland, AfD), μπροστά από τους Σοσιαλδημοκράτες του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς, υποδηλώνουν ότι ένας δυνατός ακροδεξιός άνεμος κινδυνεύει να σαρώσει τα κατάλοιπα της –ήδη παλαιάς– μεταπολεμικής νέας Ευρώπης.
Η σημασία των ευρωεκλογών φάνηκε ήδη από τα αυξημένα ποσοστά προσέλευσης των Γάλλων στις κάλπες, υπέρ ή κατά του ανακαινισμένου Εθνικού Μετώπου της οικογένειας Λε Πεν. Ο διάδοχος, Jordan Bardella, γόνος εργατικής οικογένειας, υπογράφει την ύστατη ακροδεξιά μεταμόρφωση, έχει αποβάλει τα αντισημιτικά και νεοναζιστικά στοιχεία του παλαιού Εθνικού Μετώπου, έχει αποδεχθεί την Ευρώπη και το ευρωπαϊκό νόμισμα και πλέον η εκστρατεία του είναι αυτή ενός λαϊκιστικού κόμματος κατά της φτώχειας και της ανέχειας. Για τη δεινή θέση της γαλλικής μικροαστικής και αγροτικής τάξης κατηγορεί βέβαια γενικά και αόριστα την παγκοσμιοποίηση και την Ευρώπη αλλά και ρητά τους μετανάστες και τα επιδόματα στους μουσουλμάνους της Γαλλίας, Άραβες και μαύρους στην πλειοψηφία τους. Η συντριπτική του νίκη με διπλάσιο ποσοστό απέναντι στο κόμμα του προέδρου Μακρόν και των Γάλλων Σοσιαλδημοκρατών ανησυχεί βαθιά τη γαλλική κοινωνία και οδηγεί σε νέο αναβρασμό τα αστικά προάστια των μεγαλουπόλεων, προάγγελο μιας άνευ προηγουμένου αστικής εξέγερσης. Ο πρόεδρος Μακρόν αντέδρασε με τον καλύτερο τρόπο. Πέρασε στην επίθεση και προκήρυξε βουλευτικές εκλογές για τις 30 Ιουνίου. Αυτό δεν θα πρέπει να χαροποιεί ιδιαίτερα την οικογένεια Λε Πεν, δεδομένου ότι οι γαλλικές εκλογές δεν διεξάγονται με το ίδιο εκλογικό σύστημα όπως οι ευρωεκλογές. Όλες οι έδρες του γαλλικού κοινοβουλίου είναι μονοεδρικές και για να βγει κάποιος νικητής από την πρώτη Κυριακή χρειάζεται 50% συν μία ψήφο, κάτι που ο Εθνικός Συναγερμός μπορεί να πετύχει σε λιγοστές περιφέρειες. Για όλες τις υπόλοιπες θα πρέπει να συμμαχήσει με κάποιο από τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου για να κερδίσει την έδρα τη δεύτερη Κυριακή.
Οι Γάλλοι ονομάζουν «δημοκρατικό συμβόλαιο» (pacte républicain) την άρρητη συμφωνία των δημοκρατικών κομμάτων και ιδεολογιών για αλληλοϋποστήριξη στον δεύτερο γύρο των εκλογών ώστε να σταματήσουν την άνοδο της Ακροδεξιάς στη Γαλλία. Αυτό μοιάζει με παιχνίδι τακτικισμού, μάλιστα άδικου στον βαθμό που δεν επιτρέπει μια ουσιαστική εκπροσώπηση στο κοινοβούλιο μιας μεγάλης μερίδας ψηφοφόρων της τάξης του 40%. Ούτε βέβαια λύνει τα προβλήματα τα οποία δίνουν ώθηση στον λόγο μίσους των ακροδεξιών. Παρόλα αυτά, το δημοκρατικό συμβόλαιο προσφέρει μια τεράστια υπηρεσία στο γαλλικό έθνος, καθότι δεν επιτρέπει στην οικογένεια Λε Πεν να πάρει υπό τον έλεγχό της την machine du gouvernement. Ένα ηχηρό παράδειγμα είναι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται την τελευταία εικοσαετία οι εξεγέρσεις στα γαλλικά προάστια. Όσο κι αν κατηγορούνται οι δυνάμεις ασφαλείας, η στάση τους απέναντι στους εξεγερμένους είναι βαθιά δημοκρατική. Και αυτό οφείλεται πρωτίστως στο γεγονός ότι κάτοχοι της εξουσίας και της κυβερνητικής μηχανής είναι κόμματα του δημοκρατικού τόξου. Αρκεί να ανακαλέσει κανείς τον θλιβερό Οκτώβριο του 1961, όταν περισσότεροι από 200 Αλγερινοί εργάτες δολοφονήθηκαν άνανδρα από τις δυνάμεις ασφαλείας του Μορίς Παπόν, περιφερειάρχη του Παρισιού, υπό την κυβέρνηση Μισέλ Ντεμπρέ και προεδρία του Ντε Γκολ. Για μήνες ξέβραζε πτώματα ο Σηκουάνας. Αρκεί επίσης να θυμηθεί κανείς τη σφαγή των εργατών στις 14 Ιουλίου 1953 από την κυβέρνηση Λανιέ, όπου και πάλι η πλειοψηφία των νεκρών ήταν Αλγερινοί. Οι εποχές αυτές αποτελούν πλέον θλιβερό παρελθόν, εκτός και εάν πάλι δυνάμεις καταστολής μιας κυβέρνησης Μπαρντέλα πνίξουν στο αίμα μια ενδεχόμενη εξέγερση των αραβομουσουλμανικών και λούμπεν πληθυσμών των προαστίων της Γαλλίας.
Οι ακροδεξιοί ψηφοφόροι δεν στελεχώνουν μόνο τις δυνάμεις καταστολής, τον στρατό και την αστυνομία, αλλά και τον δικαστικό χώρο και τη γραφειοκρατία. Ο λόγος για τον οποίο δεν συμπεριφέρονται φασιστικά είναι διότι η μηχανή τής οποίας είναι γρανάζια, είναι δημοκρατική.
Όταν η μηχανή περάσει σε φασιστικά χέρια, τότε συμπεριφορές και πράξεις θα αλλάξουν. Όταν όλοι θα αναρωτιούνται πώς άλλαξαν πρόσωπο οι δημόσιοι υπάλληλοι και από τη μια μέρα στην άλλη από δημοκράτες έγιναν Ακροδεξιοί, θα είναι πολύ αργά.
Το δημοκρατικό συμβόλαιο δεν τηρήθηκε κατά τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια ισχυρή κοινοβουλευτική ομάδα Λε Πεν στο γαλλικό κοινοβούλιο. Μέρος της ευθύνης φέρει ο πρόεδρος Μακρόν, αλλά και μια άλλη άρρητη ιδεολογική συμμαχία, αυτή του αντιφιλελευθερισμού, του αντικαπιταλισμού και του αντισυστημισμού. Πολλοί βέβαια επιθυμούν απλά να δουν τη Γαλλία να φλέγεται.
Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.