Του Παναγιώτη Χριστιά
Δεν είναι λίγοι εκείνοι σήμερα, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι κάθε κυρίαρχο κράτος έχει δικαίωμα να εισβάλει σε ένα άλλο κυρίαρχο κράτος. Υπερασπίζονται έτσι το δίκαιο της Ρωσίας στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Ποιος άλλωστε θα μπορούσε να απαγορεύσει στη Ρωσία ή την κάθε Ρωσία να επιτεθεί σε ένα ελεύθερο κράτος; Εφόσον δεν υπάρχει ένας Λεβιάθαν των εθνών ικανός να τιμωρήσει το έγκλημα του πολέμου, τότε το να αποκαλούμε τον πόλεμο έγκλημα και τους επιτιθέμενους εγκληματίες δεν έχει κανένα νόημα.
Έγκλημα υπάρχει μόνο όταν υπάρχει τιμωρία. Αν κανείς δεν είναι σε θέση να τιμωρήσει τον εγκληματία, τότε αυτός δεν διαπράττει έγκλημα. Γιατί ποιος θα μπορούσε ποτέ να αποκαλέσει κάποιον «εγκληματία» όταν αυτός ο κάποιος δεν έχει καταδικαστεί ποτέ; Όσοι σκέφτονται έτσι ταυτίζουν μάλιστα τον πόλεμο με την πολιτική. Μήπως δεν έλεγε ο Carl von Clauzewitz ότι «ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα»; Ποιος άραγε μπορεί να απαγορεύσει στη Ρωσία του Πούτιν να ασκεί κυρίαρχη πολιτική διεξάγοντας πόλεμο κατά της Ουκρανίας; Οι θιασώτες μιας τέτοιας ανάγνωσης του φαινόμενου του πολέμου διατείνονται ότι ο ειρηνισμός είναι μια ουτοπική εμμονή φιλελεύθερων ριζοσπαστών και ρομαντικών σοσιαλιστών. Οι ίδιοι άλλωστε οπαδοί της πολιτικής του πολέμου αντιτίθενται και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως την οραματιζόταν ο Βίκτωρ Ουγκό μέσα από τον προφητικό λόγο του για το ευρωπαϊκό έθνος κράτος.
Ήταν 21η Αυγούστου 1849, όταν ο συγγραφέας των «Αθλίων», πρόεδρος του πρώτου Συνεδρίου για την ειρήνη στο Παρίσι, με αντιπρόεδρο τον Richard Cobden, βασικό εκπρόσωπο του μαντσεστεριανού φιλελευθερισμού και του ελεύθερου εμπορίου, εξεφώνησε τον περίφημο λόγο του για την Ευρώπη και την ειρήνη: «Λοιπόν, εμείς εδώ σήμερα λέμε στους Γάλλους, στους Άγγλους, στους Πρώσους, στους Αυστριακούς, στους Ισπανούς, στους Ιταλούς, στους Ρώσους, σε όλους τους λέμε: Θα έρθει μια μέρα που τα όπλα θα πέσουν και από τα δικά σας χέρια! Θα έρθει μια μέρα που ο πόλεμος θα φαντάζει τόσο παράλογος και θα είναι τόσο αδύνατος μεταξύ Παρισιού και Λονδίνου, μεταξύ Πετρούπολης και Βερολίνου, μεταξύ Βιέννης και Τορίνο, όσο είναι αδύνατος και φαντάζει παράλογος σήμερα μεταξύ Ρουέν και Αμιένης, μεταξύ Βοστώνης και Φιλαδέλφειας.
Θα έρθει η μέρα που η Γαλλία, η Ρωσία, η Ιταλία, η Αγγλία, η Γερμανία, όλα τα έθνη της ηπείρου, χωρίς να χάσουν τις ξεχωριστές τους ιδιότητες και την ένδοξη ατομικότητά τους, θα συγχωνευθούν σε μια ανώτερη ενότητα, και θα αποτελέσουν την ευρωπαϊκή αδελφότητα, απολύτως όπως η Νορμανδία, η Βρετάνη, η Βουργουνδία, η Λωρραίνη, η Αλσατία, όλες οι επαρχίες μας, έχουν συγχωνευθεί στη Γαλλία». Εκατό εβδομήντα τρία χρόνια αργότερα, ο λόγος αυτός έχει ριζώσει στις συνειδήσεις της Δύσης και της Ευρώπης. Ο πόλεμος μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών δεν είναι απλώς κάτι το αδιανόητο, είναι κάτι το ανεπίτρεπτο, το ηθικά μεμπτό. Όπως ο φόνος δεν είναι αποδεκτός στις πολιτισμένες κοινωνίες, έτσι δεν είναι αποδεκτός και ο πόλεμος μεταξύ πολιτισμένων κοινωνιών.
Όπως όμως και ο φόνος, έτσι και ο πόλεμος, ή κάθε άλλη μορφή βαρβαρότητας, είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης. Ωστόσο, είναι άλλο να αποδεχόμαστε την πραγματικότητα των εγκληματικών συμπεριφορών των συνανθρώπων μας και άλλο να τις αποκαλούμε «πολιτική». Για τον Ουγκό, υπάρχει μόνο μια μορφή πολιτικής, η «μεγάλη πολιτική»: «Στο εξής, ο στόχος της μεγάλης πολιτικής, της αληθινής πολιτικής, είναι ο εξής: να αναγνωριστούν όλες οι εθνικότητες, να αποκατασταθεί η ιστορική ενότητα των λαών και να συσπειρωθεί αυτή η ενότητα στον πολιτισμό μέσω της ειρήνης, να διευρυνθεί η ομάδα των πολιτισμένων, να δοθεί το καλό παράδειγμα στους λαούς που εξακολουθούν να είναι βάρβαροι, να αντικατασταθούν οι μάχες από τη διαιτησία. Τέλος, και αυτό συνοψίζει τα πάντα, η δικαιοσύνη να πει την τελευταία λέξη που ο παλιός κόσμος έπρεπε να την πει με τη βία».
Οποιαδήποτε άλλη πολιτική στον πολιτισμένο κόσμο της Ευρώπης είναι απλά εγκληματική. Θα μπορούσε άραγε κανείς να ισχυρισθεί ότι ο κεντρικός ήρωας στο μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι Ρασκόλνικωφ, όταν διέπραξε διπλό φόνο ασκούσε «πολιτική» επίρρωσης της οικονομικής του ισχύος και μέσω αυτής αναβάθμιση της κυριαρχικής του θέσης στην κοινωνία των ανθρώπων; Τι εμπόδισε ακόμη και τον ίδιο να σκέφτεται έτσι; Το ίδιο πράγμα που εμπόδισε τον Πούτιν να ονομάσει «πόλεμο» τον δικό του πόλεμο: μια βαθιά ριζωμένη συνείδηση του κακού, που μετατρέπει την περιγραφή των γεγονότων σε εξομολόγηση, την εξομολόγηση σε τιμωρία και την τιμωρία σε εξιλέωση. Γράφει ο Κωστής Παπαγιώργης στον «Ντοστογιέφσκι» του: «Αν ο άνθρωπος εθίζεται στα πάντα –και ειδικά στο σφαγείο– τότε όχι μόνο δεν υπάρχουν όρια, αλλά επιβάλλεται η σκέψη ότι πέραν των ηθικών ορίων πιθανώς να αρχίζει μια άλλη, αυθεντικότερη ζωή» (εκδ. Καστανιώτη, σελ. 188).
Αυτοί που δικαιολογούν τον πόλεμο στην Ουκρανία, προτάσσοντας την πολιτική του πολέμου ως κυριαρχική εθνική πράξη, είναι άνθρωποι εθισμένοι στο σφαγείο και έχουν ταυτίσει τη σφαγή με την αυθεντική ύπαρξη. Αντίθετα στον Ρασκόλνικωφ, μέσα από το δικό του σφαγείο, του αποκαλύφθηκαν τα ανθρώπινα μύχια συναισθήματα της δικαιοσύνης και της μεταμέλειας, της τιμωρίας και της εξιλέωσης. Το βέβαιο είναι ότι η Ρωσία θα λογοδοτήσει για το έγκλημα της Ουκρανίας, και πρωτίστως στον εαυτό της.
Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου και εταίρος του ερευνητικού κέντρου «Ευρωπαϊκές Δυναμικές» του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου.