ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Εγγύτητα και προσέγγιση

Του Παναγιώτη Χριστιά

Του Παναγιώτη Χριστιά

«Ο τόπος είναι [κοινωνικός] δεσμός» (le lieu fait lien): με τη ρήση του αυτή, ο Γάλλος φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Michel Maffesoli αρνείται την αρχή της ιστορικής συγκρότησης της εθνικής κοινωνίας από το κράτος. Σύμφωνα με τον Γάλλο αιρετικό στοχαστή, η λογική σύμφωνα με την οποία οι κοινωνίες των ευρωπαϊκών εθνών κρατών είναι απόρροια των κρατικών και γραφειοκρατικών τους μηχανισμών είναι παρωχημένη. Η λογική αυτή προάγει το αφήγημα της παραγωγής της κοινωνίας από το κράτος ή, πιο εμπεριστατωμένα, την παραγωγή του κοινωνικού δεσμού από τον πολιτικό. Μια από τις συνήθεις αναφορές του Maffesoli σε αυτή την κατεύθυνση είναι ο Γάλλος εθνολόγος και πολιτικός ανθρωπολόγος Pierre Clastres και το έργο του «Η κοινωνία ενάντια στο κράτος» (1974). Αρχικά, ο Clastres αρνείται τον διαχωρισμό ανάμεσα σε κοινωνίες ή λαούς με κράτος και κοινωνίες ή λαούς χωρίς κράτος, η οποία υπονοεί την ιστορική ανωτερότητα των πρώτων έναντι των τελευταίων.

Για τον Clastres, η απουσία κράτους δεν συνεπάγεται την απουσία πολιτικής. Η θέση του είναι ότι οι πρώτοι λαοί θέσπισαν μια άλλη πολιτική, που περιγράφεται μέσα από την έκφραση «κοινωνία ενάντια στο κράτος». Σε αντίθεση με τις «κοινωνίες κράτους», οι οποίες εγκαθιδρύουν μια καταναγκαστική πολιτική εξουσία, υπάρχουν κοινωνίες, στις οποίες η πολιτική έκφραση της ενότητας του όλου δεν έχει εξουσιαστικό χαρακτήρα. Σε αυτές τις κοινωνίες, οι κοινωνικά και όχι κρατικά παραγόμενοι πολιτικοί θεσμοί εγκαθιδρύουν και διατηρούν την ελευθερία και την ισότητα των μελών της κοινότητας, είτε πρόκειται για άτομα είτε για ομάδες ή υποομάδες. Για τον Clastres, το σημαντικό είναι να σκεφτούμε τις κοινωνίες μας διαφορετικά απ’ ό,τι το εθνοκεντρικό και θετικιστικό-εξελικτικό μοντέλο μας προτείνει. Η εξουσιαστική σχέση κράτους-κοινωνίας δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε και υπακούει στην τελεολογία κάποιας θεωρίας της ανθρώπινης εξέλιξης.

Σε αυτή την παράδοση σκέψης εγγράφεται και η αντίθεση που διατυπώνει ο Michel Maffesoli ανάμεσα στις κοινωνικές δομές του χώρου και στις κρατικές πολιτικές δομές του χρόνου. Η λογική του χρόνου επιβλήθηκε από τον Διαφωτισμό και τη Γαλλική επανάσταση, όταν η ιστορία, από απλή αφήγηση, μετατράπηκε σε αρχή συγκρότησης των ανθρώπινων κοινωνιών. Δόθηκε έμφαση στην «ιστορικότητα» των εθνών, στην ιστορική τους συνείδηση, στη θεσμική ιστορική μνήμη τους. Η ιστορική συνέχεια και το ιστορικό μέλλον των εθνών έγιναν πηγές της εσωτερικής τους συνοχής και ενότητας. Το κράτος δεν είναι άλλο από την έκφραση της ιστορικής παρουσίας του λαού και της θέλησής του να παραμείνει ιστορικό υποκείμενο ανάμεσα στα άλλα, παλεύοντας για την ενίσχυση της ισχύος του εντός του συστήματος των εθνοκρατικών ιστορικών υποκειμένων. Η χρονική συγκρότηση των ευρωπαϊκών εθνών στηρίχθηκε στην αποδόμηση του συστήματος των τοπικών κοινωνιών. Ο χώρος υποβαθμίστηκε. Κατανοήθηκε ως εθνική επικράτεια, ως ιστορικά συγκροτημένος «ζωτικός χώρος» (Lebensraum) και όχι ως σύνολο τοπικών κοινοτήτων και κοινωνιών. Καταπολεμήθηκε ο τοπικός δεσμός για να παραχθεί μέσα από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους ο εθνικός δεσμός.

Η λογική αυτή της προτεραιότητας του χρονικού και ιστορικού στοιχείου έναντι του χωρικού και τοπικού αναπαράγεται από πολλές θεωρίες και πολιτικές «προσέγγισης» ή «επαναπροσέγγισης» εθνοτήτων ή γειτονικών εθνών. Αντίθετα από την προσέγγιση, η οποία έχει χρονική βάση, η κατηγορία της «εγγύτητας» λόγω του κοινού τόπου διαβίωσης είναι πιο ουσιαστική για τη συνύπαρξη διαφορετικών εθνών και εθνοτήτων στον κοινό αυτό τόπο. Η εγγύτητα, το «κοντινό», όπως αναφέρει και ο Michel Maffesoli (υπό έκδοση μετάφραση, «Η σημασία της ασημαντότητας. Από τις προσωπικές προτιμήσεις στον κοινωνικό δεσμό»), οδηγεί «σε ένα πλήθος διαφορετικών ενσωματώσεων μικρής κλίμακας (micro-agrégations)». Ο ανθρώπινος δεσμός δεν παράγεται με την επίδειξη της αστυνομικής ταυτότητας ή του διαβατηρίου. Παράγεται όταν μοιράζεσαι με κάποιους ένα κοινό πάθος, τις χαρές και τις λύπες, μια κοινή ενασχόληση ή ένα κοινό σύστημα γεύσεων και αναφορών, όπως μια τοπική «κουζίνα». Παράγεται όταν απλά βρίσκεσαι δίπλα στους άλλους, ζώντας σε ένα κοινό φυσικό περιβάλλον, και εκτίθεσαι μαζί τους στη ζέστη και το κρύο. Το γεγονός αυτό δημιουργεί κοινές συνήθειες και βιώματα, τα οποία καθιστούν τον άλλο γνώριμο και οικείο. Η εγγύτητα και ο επακόλουθος κοινωνικός δεσμός συνίστανται στο καθημερινό βίωμα με τον άλλο, στο «εδώ και τώρα» των διαπροσωπικών σχέσεων και της κοινωνικής συνύπαρξης. Η λογική της προσέγγισης αγνοεί την ένταση του ήδη υπάρχοντος τοπικού δεσμού επιβάλλοντας τον ιστορικό χωρισμό ως μοίρα. Παλεύει, δε, ενάντια σε αυτό που η ίδια θέτει ως «μοίρα» και το οποίο τελικά λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Και ενώ η εγγύτητα είναι άμεση, η προσέγγιση προϋποθέτει τη διαμεσολάβηση του κράτους. Το κράτος ή τα κράτη καλούνται στην ουσία να παλέψουν ενάντια σε αυτό που τα νοηματοδοτεί, την ιστορική τους ουσία, ώστε μέσα από τη διαδικασία προσέγγισης, μέσα από τη διαδικασία ακύρωσης του ιστορικού χωρισμού δηλαδή, να επιβάλουν την εγγύτητα. Αρχή της προσπάθειας συνύπαρξης, όμως, δεν μπορεί να είναι ο ιστορικός χωρισμός αλλά ο τοπικός δεσμός. Για να μπορέσει το κράτος να αντεπεξέλθει στον ρόλο του πρέπει να αφήσει την πρωτοβουλία στις τοπικές κοινωνίες και να υιοθετήσει τη δική τους οπτική. Σε αυτό συνίσταται η πολιτική της εγγύτητας. Αντίθετα από την πολιτική της προσέγγισης, η οποία προσπαθεί να επιβάλει τον κοινωνικό δεσμό μέσα από την εξουσία του πολιτικού θεσμού, η πολιτική της εγγύτητας αποδέχεται τους ήδη υπάρχοντες κοινωνικούς δεσμούς και τους μετεξελίσσει σε πολιτικούς θεσμούς.

 

Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Χριστιά

Παναγιώτης Χριστιάς: Τελευταία Ενημέρωση