Της Μαρίνας Οικονομίδου
Τον Ιανουάριο του 2022 ο Νίκος Χριστοδουλίδης δημοσιοποιούσε την απόφασή του να παραιτηθεί από το πηδάλιο του υπουργείου Εξωτερικών. Η παραίτησή του δεν ήταν βεβαίως μία πράξη ευθιξίας κατόπιν σοβαρού προβληματισμού και σκέψης, αλλά προϊόν πίεσης από την Πινδάρου. Πίεσης, δεδομένου ότι οι αυτόνομες και παρασκηνιακές κινήσεις που έκανε ο Νίκος Χριστοδουλίδης, παρά τη δεδηλωμένη πρόθεση του Αβέρωφ Νεοφύτου να διεκδικήσει ως υποψήφιος του ΔΗΣΥ, δεν είχαν απλώς ενοχλήσει. Προκαλούσαν την αίσθηση πως στις προεδρικές εκλογές του 2023 δύο συναγερμικοί υποψήφιοι θα διεκδικούσαν τον θώκο και θα ανταγωνίζονταν για την ψήφο του συναγερμικού ακροατηρίου.
Ήταν αποτέλεσμα εξαναγκασμού η αποχώρησή του καθότι στην Πινδάρου ένιωθαν έντονα πως ο Νίκος Χριστοδουλίδης εκμεταλλεύεται τη θέση του για να κάνει προεκλογικό, με την ανοχή μάλιστα του Νίκου Αναστασιάδη. Τόση ήταν η ενόχληση που χάθηκε πλήρως η ψυχραιμία. Με τον Αβέρωφ Νεοφύτου να διαχωρίζει τους πολιτικούς σε χρυσόψαρα και καρχαρίες και τους συνειρμούς να δίνουν και να παίρνουν. Και ενώ ο Νίκος Χριστοδουλίδης προτιμούσε μέχρι εκείνη τη στιγμή να μείνει λίγο ακόμα στο υπουργείο Εξωτερικών, οργανώνοντας καταλλήλως τον προεκλογικό του και το επιτελείο του, τα χρυσόψαρα και οι καρχαρίες αποτέλεσαν το χαλί για να στρώσει πάνω του το αφήγημα του νέου πολιτικού που αντιστέκεται στο κατεστημένο και που στέκεται ανάχωμα στους κάθε λογής καρχαρίες.
Το πώς αποτελούσε το νέο πρόσωπο στην πολιτική ο Νίκος Χριστοδουλίδης, όταν ήταν ο στενότερος συνεργάτης του Νίκου Αναστασιάδη, ουδέποτε εξηγήθηκε. Ούτε όταν ήταν ένας εκ των πρωταγωνιστών της πολιτικής σκηνής τα τελευταία εννέα χρόνια. Και αν ακόμα δεν υπήρχαν ενδείξεις ότι ο ίδιος ήταν ο εμπνευστής διαφόρων πολιτικών που εφαρμόστηκαν, η ανοχή του διά της παραμονής του στην κυβέρνηση Αναστασιάδη αλλά και ο στενός δεσμός που διατηρούσε με τον Νίκο Αναστασιάδη, καταδείκνυαν ότι ακόμα κι αν δεν συμφωνούσε με αυτές τις πολιτικές, δεν είχε ιδιαίτερο πρόβλημα να τις ανεχθεί, με την όλη του παρουσία να παραπέμπει σε συνεχιστή της 10ετίας Αναστασιάδη.
Πόσο άφθαρτος μπορούσε λοιπόν να είναι, όταν αποτέλεσε μέλος της πιο διεφθαρμένης –όπως κατάγγελλε το ΔΗΚΟ– κυβέρνησης; Μιας κυβέρνησης σωρείας σκανδάλων και βολιδοσκόπησης της λύσης δύο κρατών; Και τι νέο θα μπορούσε να φέρει στην πολιτική ένα πρόσωπο που κατά τη διάρκεια του προεκλογικού του επέλεγε να περιστοιχίζεται από τους κύριους εκπρόσωπους του κατεστημένου, συμπεριλαμβάνοντας μάλιστα αρκετούς στον στενό πολιτικό του κύκλο; Τι ρήξη θα έκανε με το παλιό, όταν ο ίδιος ακολουθούσε από την αρχή την πολιτική του μηδενικού ρίσκου; Όταν απαιτούσε την ασφάλεια που παρείχε το Δημόσιο και παράλληλα απολάμβανε τα ωφελήματα του κρατικού του αξιώματος; Όταν αποδεχόταν την πολιτική των επιδομάτων και των διπλών συντάξεων, δημιουργώντας προηγούμενο για τους δικούς του συνεργάτες;
Ο Νίκος Χριστοδουλίδης αποδείχθηκε πως δεν ήταν ούτε χρυσόψαρο στην πολιτική ούτε καρχαρίας, ήξερε όμως, όπως φάνηκε από την εκλογή του και μετά, να επιβιώνει σε «συνθήκες ζούγκλας». Κακοί διορισμοί, εξυπηρέτηση ημετέρων και κομματικά παζάρια επικράτησαν. Οι συνθήκες ζούγκλας όμως που θρέφουν το ίδιο το κατεστημένο φάνηκαν στον τελευταίο ανασχηματισμό, όχι μόνο μέσα από τις επιλογές που έκανε αλλά και τις απομακρύνσεις. Μόνο το θράσος που επέδειξε η Χριστίνα Γιαννάκη να τοποθετηθεί για τον ανασχηματισμό είναι αρκετό για να επιβεβαιώσει ότι με τις πολιτικές του διέσωσε ό,τι κρατά τη δημόσια υπηρεσία πίσω.
Όσα εκτυλίχθηκαν τις τελευταίες μέρες επιβεβαίωσαν πως το κύριο πρόβλημα είναι ο τρόπος που επέλεξε να πολιτεύεται. Με όρους καθαρά παλαιοκομματικούς: Κλείνοντας τα αφτιά στην «αβασάνιστη κριτική», προτρέποντας να κάνουν το ίδιο και οι υπουργοί του. Οι αντικαταστάτες αυτών δηλαδή που ο ίδιος φρόντισε και να αποδομήσει διά του ψιθύρου και εργολαβικά να υποσκάψει όλο αυτό το διάστημα.
Μόνο που ο Νίκος Χριστοδουλίδης είχε υποσχεθεί τη διαβούλευση με την κοινωνία, στην οποία θα λογοδοτεί. Σήμερα, το σύνδρομο της καταδίωξης πλανάται γύρω από τον ίδιο και την κυβέρνησή του. Ένα σύνδρομο που μπορεί να αποβεί μοιραίο για τον ίδιο πολιτικά και για τη διακυβέρνησή του. Κρατώντας κοντά του τους κόλακες και απομακρύνοντας εκείνους που διαφωνούν, κατατάσσοντάς τους στο παλιό που αντιστέκεται. Ο Νίκος Χριστοδουλίδης όμως δεν χρειαζόταν ποτέ να πουλήσει το χαρτί του νέου στην πολιτική. Αρκούσε να αποδείξει ότι μπορεί να κυβερνήσει συνετά. Πλέον, διαπιστώνεται πως μέρα με τη μέρα, μετατρέπεται στην αντανάκλαση του παλιού. Γιγαντώνοντας όσα ακριβώς υποτίθεται ότι διά της εκλογής του θα άλλαζε.