Του Ανδρέα Ανδρέου
Ο «πόλεμος» μεταξύ του «καλού και του κακού» είναι κάτι το διαχρονικό που υπάρχει από την ανατολή της ανθρωπότητας – ίσως και πιο πριν. Το να καταλήξουμε όμως στην απόλυτη ταύτιση μιας κατηγορίας ανθρώπων με το «κακό» και τους υπόλοιπους με το «καλό» σίγουρα αποτελεί κατάντια της συνείδησής μας και δεν μπορεί να θεωρείται υγιές φαινόμενο.
Στην προκειμένη περίπτωση αναφέρομαι στην εκ των προτέρων καταχώρηση των ιδιοκτητών ακινήτων στην κατηγορία των «κακών» και την ταυτόχρονη ένταξη των ενοικιαστών και των αγοραστών, στην κατηγορία των «καλών». Θέλοντας και μη, καθημερινά βομβαρδιζόμαστε με προσεγγίσεις που θέλουν και παρουσιάζουν τους ιδιοκτήτες και πωλητές ακινήτων να είναι οι άκαρδοι, οι εκμεταλλευτές, οι αδίστακτοι, αυτοί που τα θέλουν όλα δικά τους, αυτοί που δεν χορταίνουν να τρώνε – όχι με μια, αλλά με δέκα μασέλες. Είναι αυτοί που δεν διστάζουν να πατήσουν τον άλλο στο λαιμό και να ξεζουμίσουν τον ποδηγετούμενο από κάθε ίχνος... μπακίρας που έχει στις τσέπες του.
Αυτή η αντίληψη παίρνει μορφή με δημοσιεύσεις του στυλ, «Φωτιά τα Ενοίκια», «Πανάκριβη η Στέγη», «Άπιαστο Όνειρο η Αγορά και η Ενοικίαση», «Τιμές Μανχάταν σε Καλύβες Σρι Λάνκα», με τα ευφάνταστα σλόγκαν να δίνουν και να παίρνουν ασχέτως αν οι συγγραφείς τους μπορεί να μην ξέρουν να εντοπίσουν... ούτε καν σε χάρτη τα «Μανχάταν» και τις «Σρι Λάγκες» αυτού του πλανήτη. Εν μέρει φταίει ο χρηματοοικονομικός μας αναλφαβητισμός. Επειδή αν ήμασταν αρκούντως χρηματοοικονομικά μορφωμένοι ενδεχομένως να γνωρίζαμε πως όταν ο άλλος αγοράζει ένα μονάρι διαμέρισμα για επένδυση και πληρώνει γι’ αυτό €170.000 – ποσό το οποίο περιλαμβάνει την τιμή αγοράς, τον ΦΠΑ, τα μεταβιβαστικά τέλη, τη σύνδεση με όλες τις υπηρεσίες, την επίπλωση του περιλαμβανομένων όλων των λευκών ειδών (ψυγείο, πλυντήριο, φούρνο, μάτια, αποσμητήρα), κλιματιστικά και θέρμανση, είναι λογικό να ζητά μια αρχική ετήσια απόδοση τουλάχιστον της τάξης του 5%. Και γιατί τουλάχιστον 5%; Επειδή αν ήταν να δεσμεύσει όλα αυτά τα χρήματα για να αμείβεται λιγότερα, είχε εναλλακτικές επιλογές που δεν είχαν το ίδιο επενδυτικό ρίσκο, που δεν θα του απαιτούσαν επιδιορθώσεις και ανακαινίσεις κάθε τρεις και λίγο και που ήταν ευκολότερα ρευστοποιήσιμες.
Σε μια περίοδο αυξανόμενου πληθωρισμού και αύξησης των επιτοκίων το 5% φαντάζει και αγαθοεργία. Το 5% λοιπόν στις €170.000 σημαίνει προσδοκώμενο ετήσιο εισόδημα €8.500 ή €708/ μηνιαίως. Από αυτό το εισόδημα, ο κακός ιδιοκτήτης έχει να πληρώσει φόρο εισοδήματος, φόρο ΓεΣΥ, Άμυνα και κτηματικούς φόρους. Επιπλέον έχει να πληρώσει ασφάλεια κτηρίου, ίσως και κτηματομεσίτη. Δεν κάνω αναφορά σε εκείνα τα έξοδα τα οποία μεταφέρονται στον ενοικιαστή, όπως τα κοινόχρηστα, οι φόροι σκυβάλων, τα αποχετευτικά κλπ). Έκανα αναφορά σε προσδοκώμενο εισόδημα. Γιατί είναι προσδοκώμενο; Επειδή είναι το μέγιστο που μπορεί να ελπίζει να εισπράξει στη βάση του συμβολαίου που υπόγραψε. Έλα όμως που τα πράγματα δεν είναι συνήθως έτσι…! Αλήθεια πόσοι και πόσοι (καλοί) ενοικιαστές παρατάνε τα συμβόλαια τους στη μέση και εξαφανίζονται; Πόσοι και πόσοι (καλούτσικοι) ενοικιαστές μένουν μέσα και δεν πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους, είτε αρνούμενοι ή προφασιζόμενοι δυσκολίες ή τάζοντας πληρωμή σε λίγες μέρες που κρατάνε μήνες; Και πόσες μα πόσες φορές ο κακός – δράκος ιδιοκτήτης προσπαθεί να βρει λύσεις απλά και μόνο για να μην χάσει τις δόσεις του στο δάνειο και τελικά να του το πάρει η τράπεζα;
Και αυτό μας φέρνει στο άλλο είδος προβλήματος. Πιο συγκεκριμένα, στο πως οι κρατικές υπηρεσίες πολλές φορές βλέπουν τον ιδιοκτήτη και πως τον ενοικιαστή. No surprises there either. Ο ιδιοκτήτης είναι ο κακός (aka πλουσιόβλακας) και ο ενοικιαστής ο καλός (aka γέρημος). Γι’ αυτό βλέπουμε φαινόμενα, όπως για παράδειγμα την υδατοπρομήθεια, να χορηγεί απρόσκοπτα νερό σε μονάδα για δύο χρόνια (12 λογαριασμοί) χωρίς να πληρώνεται από τον ενοικιαστή που έχει κατά τ’ άλλα «γυρισμένο το ρολόι πάνω του» και χωρίς να ειδοποιεί τον ιδιοκτήτη μετά τον δεύτερο λογαριασμό, απλά επειδή δεν ιδρώνει το αφτί τους θεωρώντας τον πλουσιόβλακα πως θα πληρώσει αυτός τον τελικό λογαριασμό σαν «εγγυητής» εφόσον είναι ο ιδιοκτήτης. Αφαιρέστε λοιπόν και €1.700 από το προσδοκώμενο εισόδημα του ιδιοκτήτη μπας και κατανοήσετε την έννοια του ρίσκου καλύτερα.
Το δράμα που ζουν οι κακοί ιδιοκτήτες του πιο πάνω παραδείγματος είναι πως ενώ έπρεπε να λαμβάνουν €708/ μήνα, 12 μήνες τον χρόνο για να ψιλοβγαίνει η επένδυση τους τα προσφέρουν χαμηλότερα επειδή έτσι πολλές φορές επιτάσσουν οι νόμοι της προσφοράς και της ζήτησης. Οι οποίοι bythe-way δεν είναι στατικοί. Μην έρχεστε λοιπόν κάποιοι κάθε Ιούλιο και Σεπτέμβριο να λέτε για τα «φοιτητικά ενοίκια βουνό», όταν η ζήτηση είναι στο φόρτε της και η προσφορά στο ναδίρ της. Αν θέλετε να βοηθήσετε τους φοιτητές, πρώτον ενθαρρύνετε τους να προβαίνουν σε forward contracts όπως κάνετε άμα κλείνετε αεροπορικά εισιτήρια μήνες πριν ταξιδέψετε, και δεύτερον να υποστηρίζετε πολιτικές που ενθαρρύνουν τις στοχευμένες αναπτύξεις που αυξάνουν συγκεκριμένα είδη προσφοράς.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, καλές βουτιές!