Του Σταύρου Χριστοδούλου
Ο Νικόλας Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1973 οπότε στις επικείμενες προεδρικές εκλογές θα είναι 50 ετών. Το σημειώνω, καθώς μία από τις βασικές μου απορίες το 2018 ήταν γιατί ρίσκαρε να κάψει το χαρτί του, ενώ δεν είχε κλείσει ακόμα τα 45. Η πολιτική φιλοδοξία, σε συνδυασμό με τη βιασύνη για να βρεθεί στη θέση που καθόταν ο πατέρας του, τον οδήγησαν σ’ ένα εκλογικό στραπάτσο. Είτε γιατί υπερεκτίμησε τις δυνάμεις του, είτε γιατί δεν είχε συνειδητοποιήσει το αβαντάζ που του παρείχαν τα μαθηματικά. Στην πολιτική, όταν είσαι νέος, μπορείς να περιμένεις. Πρόκειται για πολυτέλεια, αρκεί ένας πολιτικός να ξέρει πώς ν’ αξιοποιήσει τον χρόνο προς όφελός του. Κοντολογίς, το να είσαι μόνο 50 ετών το 2023, σημαίνει ότι έχεις πολλά χιλιόμετρα ακόμα να διανύσεις άρα μπορείς να κάνεις υπομονή.
Το σημερινό συνέδριο του ΔΗΚΟ φέρνει τον Νικόλα Παπαδόπουλο ξανά στο σταυροδρόμι των εκλογών αντιμέτωπο με μεγάλα διλήμματα. Το γεγονός ότι το κόμμα του δεν αντέχει μια ακόμα πενταετία εκτός εξουσίας, προσθέτει πίεση από τη βάση στην ηγεσία και απαιτεί ψυχραιμία κινήσεων. Αυτό καλείται να διαχειριστεί ο πρόεδρός του, εξετάζοντας τις τρεις επιλογές που βρίσκονται ενώπιόν του.
Η πρώτη, αποτελεί στροφή προς τα δεξιά με συνοδοιπόρο τον Αβέρωφ Νεοφύτου. Η δεύτερη τον οδηγεί αριστερά, συνεργαζόμενο με το ΑΚΕΛ και άλλες δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Η τρίτη, η πιο ρηξικέλευθη, αφορά στη στήριξη του Νίκου Χριστοδουλίδη. Δεν αναφέρομαι στην αυτόνομη κάθοδο, γιατί μια τέτοια κίνηση είναι a priori καταδικασμένη και θα οδηγήσει το ΔΗΚΟ σε απομόνωση. Το ενδιαφέρον πάντως είναι πως, αν εξετάσουμε τις πιο πάνω επιλογές με βάση τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά, θα διαπιστώσουμε εν τέλει ότι πρόκειται για τις εξής δύο: Η μία, είτε με Αβέρωφ, είτε με Χριστοδουλίδη, σημαίνει συνέχιση της διακυβέρνησης Αναστασιάδη. Από τη στιγμή που κανείς εκ των δύο δεν διαφοροποιείται από τη σημερινή διακυβέρνηση, τυχόν στήριξή τους από το ΔΗΚΟ οδηγεί σε αυτοαναίρεση.
Ό,τι έλεγε ο Νικόλας τα τελευταία 9 χρόνια, για τη διαφθορά και τη διαπλοκή των κυβερνώντων είναι σαν να τα ακυρώνει μεμιάς. Κάνοντας δηλαδή αυτό που κατηγορούσε τον Μάριο Καρογιάν: κοντόφθαλμη πολιτική με ανταλλάγματα και έγνοια μόνο για τις καρέκλες. Σε αυτή την περίπτωση, ο μεγάλος κίνδυνος είναι είτε να τον «καταπιεί» το μεγάλο ψάρι της Δεξιάς, είτε να καταλήξει ουραγός ενός πολιτικού με ορίζοντα δεκαετίας όπως ο Νίκος Χριστοδουλίδης. Η εναλλακτική επιλογή είναι να στραφεί προς τα αριστερά και να ρίξει όλες του τις δυνάμεις για να δημιουργηθεί ένα στιβαρό μέτωπο της αντιπολίτευσης με στόχο την αλλαγή. Όχι μόνο προσώπων, αλλά κυρίως της αλλαγής στη φιλοσοφία διακυβέρνησης, με νέο ύφος και ήθος εξουσίας. Σε μια τέτοια περίπτωση ο Νικόλας θα έχει την ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει το πολιτικό του στίγμα, ως ένας νέος πολιτικός που το όραμά του δεν εξαντλείται στη νομή της εξουσίας.
Εγγυημένο δεν είναι κανένα από τα πιο πάνω σενάρια. Η πολιτική άλλωστε δεν είναι μαθηματικά ώστε να ποντάρει κανείς σε σίγουρες επιλογές. Η δυναμική όμως που αναπτύσσουν τα πολιτικά πρόσωπα έχει μια μαθηματική λογική, η οποία ακουμπάει κατά κύριο λόγο στην ηλικία τους.
Τις πιο τολμηρές αποφάσεις ένας πολιτικός μπορεί να τις λάβει είτε όταν είναι νέος και έχει μέλλον μπροστά του, είτε όταν βρίσκεται στην έξοδο και δεν έχει να χάσει τίποτε. Ο Νικόλας Παπαδόπουλος ανήκει στην πρώτη κατηγορία. Θα πρέπει λοιπόν να βάλει μια άνω τελεία και να εμπιστευτεί το αισθητήριό του για το τι είδους πολιτικό μέλλον επιφυλάσσει στον εαυτό του.
Στις εκλογές του 2018, όταν τον συνάντησα στο επιτελείο του στην οδό Διαγόρου, είχα προσέξει ένα απόφθεγμα του Τζον Φ. Κένεντι που ήταν κολλημένο στον τοίχο: «Επιλέγουμε να πάμε στο φεγγάρι αυτή τη δεκαετία, όχι επειδή είναι εύκολο αλλά επειδή είναι δύσκολο». Τότε δεν είχε έρθει ακόμα η ώρα αλλά σήμερα, ένα χρόνο πριν από τα πεντηκοστά του γενέθλια, ο Νικόλας Παπαδόπουλος θα πρέπει να πείσει αν είναι φτιαγμένος για τα δύσκολα.