Του Σταύρου Χριστοδούλου
Ελληνάρας. Όχι παλαιάς κοπής, απ’ αυτούς που κάποτε έκαναν «ζημιές» στα μπουζουξίδικα, τρώγοντας μέχρι τελευταίας δραχμής τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις. Ελληνάρας νέου τύπου. Με καμένα μυαλά, γεμάτος μίσος για ό,τι αντιλαμβάνεται ως απειλή. Ομοφοβικός και ρατσιστής. Έτοιμος να υιοθετήσει καταγέλαστες θεωρίες συνωμοσίας, για τα ύποπτα εμβόλια, τα μικροτσίπ στις νέες ταυτότητες και τους μετανάστες σε διατεταγμένη υπηρεσία να κάψουν τη χώρα.
Ελληνάρας. Όπως εκείνος ο απίστευτος τύπος στην Αλεξανδρούπολη που ενώ καιγόταν ο τόπος στοίβαξε μετανάστες σε ένα τρέιλερ κι ύστερα κόμπαζε μπροστά στην κάμερα: «Κοιμόμαστε! Μια βόλτα και έχω φορτώσει 25 κομμάτια εδώ μέσα στο τρέιλερ». Κομμάτια. Αυτή τη χυδαία λέξη χρησιμοποίησε. Κι έπειτα, με το θράσος αυτού που επιβιώνει χάρις στην ανοχή των άλλων, άνοιξε την πόρτα του τρέιλερ για να επιδείξει το θήραμά του: Έναν άντρα με φοβισμένα μάτια, έρμαιο στην παράνοια που γεννά το μίσος. «Αυτοί είναι ορκισμένοι να μας κάψουνε. Γεμάτα τα πουρνάρια, παντού, αυτό σας λέω παιδιά. Οργανωθείτε, βγείτε όλοι να τους μαζέψουμε» λέει, καλώντας τους ομοϊδεάτες του σε ένα ανθρώπινο σαφάρι. Ξέρετε τι κάνει την αγριότητά του γκροτέσκ; Η αποκάλυψη ότι ο εν λόγω «Ελληνάρας» είναι αλβανικής καταγωγής, απόδειξη ότι το «είδος» δεν καθορίζεται από την εθνική ταυτότητα.
Ελληνάρας νέου τύπου. Κάποτε ήταν γραφικός. Τώρα πια είναι επικίνδυνος. Αυτή η απεχθής φάρα που όταν κατάφερε να εκλέξει τους νεοναζί αποθρασύνθηκε τελείως. Ένιωσαν δυνατοί. Άτρωτοι. Την τελευταία δεκαετία, πάνω από μισό εκατομμύριο άνθρωποι είχαν δώσει στη συμμορία του Μιχαλολιάκου κοινοβουλευτική νομιμοποίηση. Κι έτσι το αβγό του φιδιού δεν επωάστηκε απλώς. Εκκολάφθηκε και οδήγησε στον εκφασισμό σημαντικού μέρους της ελληνικής κοινωνίας. Στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές τα ορφανά του Κασιδιάρη βρήκαν νέα κομματική στέγη. Άλλοι πήγαν στους νεοσύστατους Σπαρτιάτες, άλλοι στην Ελληνική Λύση του Βελόπουλου και άλλοι στο κόμμα Νίκη. Έχει σημασία να το θυμόμαστε αυτό καθώς δεν πρόκειται για στατιστικά νούμερα, αλλά για ανθρώπους που ζουν δίπλα μας. Που κινούνται ανάμεσά μας. Στην Ελλάδα, αλλά κι εδώ, στη νήσο των Αγίων, όπου κυκλοφορούν καλυμμένοι με τον φερετζέ της «κανονικότητας».
Άνθρωποι που μέσα στον όλεθρο των πυρκαγιών βρήκαν την ευκαιρία να ξεράσουν το δηλητήριό τους. Δεν θα πέσω στην παγίδα να αναδημοσιεύσω τα εμέσματά τους. Θα πω μόνο ότι την ώρα της μεγάλης καταστροφής, όταν βρέθηκαν οι απανθρακωμένες σοροί των 20 μεταναστών μέσα στο δάσος, γράφτηκαν αδιανόητα πράγματα. Τίποτε δεν τους πτόησε. Τίποτε δεν έκαμψε την αναλγησία τους. Ούτε το γεγονός ότι οι άνθρωποι αυτοί βρήκαν φρικτό θάνατο, ούτε καν ότι ανάμεσα στους νεκρούς υπήρχαν παιδιά. Το ρατσιστικό μίσος μόλυνε την κάθε τους λέξη. Γιατί μέσα στα αρρωστημένα τους κεφάλια φούντωσαν ξανά οι θεωρίες συνωμοσίας για τον «εξωτερικό εχθρό». Για τα «κομμάτια» που σκόρπισαν παντού, ανάμεσα στα πουρνάρια, ανάβοντας φωτιές.
Υπάρχουν δύο τρόποι για να διαβάσει κανείς το γεγονός αυτό: ο ένας είναι κοινωνιολογικός και ο άλλος πολιτικός. Αν επιλέξουμε την κοινωνιολογική προσέγγιση θα καταλήξουμε μάλλον σε διαπιστώσεις του τύπου «κάηκε η ανθρωπιά μας». Χωρίς να υποτιμώ αυτή την προσέγγιση, επιτρέψτε μου να πιστεύω πως προσπερνά την ουσία. Και η ουσία είναι αμιγώς πολιτική. Αφορά στη διαχείριση ενός από τα πιο σύνθετα και δύσκολα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου, το μεταναστατευτικό. Τα καμένα μυαλά δεν αντιμετωπίζονται με ουμανιστικά ευχολόγια αλλά με πολιτικό ρεαλισμό. Με στρατηγικό σχέδιο, δηλαδή, το οποίο ν’ απαντά πειστικά και αποτελεσματικά στα εξής ζητούμενα: Πώς αποτρέπεται η παράνομη είσοδος των μεταναστών. Πώς επαναπροωθούνται στις χώρες προέλευσής τους, εάν δεν δικαιολογείται η παραχώρηση ασύλου. Με ποιες διαδικασίες και πόσο γρήγορα εξετάζονται οι αιτήσεις τους. Τι είδους υποδομές δημιουργούνται στα Κέντρα Υποδοχής, με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια πάνω απ’ όλα. Αλλά και πώς επιλύονται προβλήματα που επηρεάζουν τις τοπικές κοινωνίες (όπως η πρόσφατη εκκένωση του κτιρίου στη Χλώρακα) με σεβασμό στο δικαίωμα των πολιτών να ζουν σε συνθήκες ασφάλειας. Μόνο ο εξορθολογισμός του μεταναστευτικού θα λειτουργήσει σαν ανάχωμα στην τοξικότητα που, ελέω κοινωνικών δικτύων, απειλεί να μας πνίξει.