Του Σταύρου Χριστοδούλου
Ομολογουμένως ήταν μεγάλος πειρασμός η συνέντευξη του Αρχιεπισκόπου την περασμένη Κυριακή στον «Πολίτη». Η γραφικότητα των όσων ειπώθηκαν, άλλωστε, είναι βούτυρο στο ψωμί όλων εμάς που βιοποριζόμαστε από την αρθρογραφία άποψης. Απ’ την άλλη, έχοντας πλέον διανύσει κάποια χιλιόμετρα σε αυτή τη δουλειά, σκέφτομαι πως είναι σημαντικό βεβαίως να μας διαβάζουν αλλά ακόμα σημαντικότερο είναι να μας διαβάζουν για τους σωστούς λόγους. Πώς μπορεί κανείς να σχολιάσει στα σοβαρά τον Αρχιεπίσκοπο και να μην κατρακυλήσει στις σοβαροφανείς αναλύσεις; Λέω για την ατάκα περί του νέου Μακάριου, για τον «γιο του Λέλλου» που επειδή είναι αξιοπρεπής δεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί από το ΑΚΕΛ, για τους αριστερούς που είναι πράκτορες των Εγγλέζων, για τους «πελλούς» του ΕΛΑΜ και για τόσα άλλα.
Οι άνθρωποι, όταν γερνούν, υποτίθεται γίνονται σοφότεροι. Εκτός πια και αν ξεμωραθούν. Τα γηρατειά, φευ, είναι ύπουλο πράγμα. Ο Αρχιεπίσκοπος, για να το θέσω όσο πιο κομψά γίνεται, είναι ένας ηλικιωμένος άντρας που ο χρόνος δεν του φέρθηκε καλά. Ακόμα και μέσα από τη μεγάλη περιπέτεια της υγείας του δεν κατάφερε να αποκομίσει λίγο έστω απόσταγμα σοφίας. Να γίνει δηλαδή γλυκύτερος ως άνθρωπος και να αρθεί στο ύψος που προϋποθέτει το σχήμα του. Να αποκτήσει επιτέλους πνευματικότητα και να μη σπαταλιέται σε μικροπολιτικά παιχνίδια. Να μη λειτουργεί όπως ο τελευταίος έμπορας, με μοναδική έγνοια τα λεφτά στο παγκάρι.
Δυστυχώς γι’ αυτόν, δεν κατάφερε να ξεπεράσει το κακό του παρελθόν. Ο δημόσιος λόγος του θυμίζει τον άνθρωπο που ανέβηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο με εκλογικές αλχημείες του παρασκηνίου. Τον ίδιο άνθρωπο που απειλούσε να μπει με μπουλντόζες σε αρχαιολογικό χώρο ώστε να προχωρήσει η επιχειρηματική του επένδυση. Τον ίδιο άνθρωπο που έκτισε ένα τεράστιο καθεδρικό ναό στην παλιά πόλη, γκρεμίζοντας σπίτια και δίχως να λογαριάζει το λαϊκό αίσθημα. Για να επιδεικνύει μετά στις τηλεοράσεις τον τάφο του, χωρίς ίχνος μέτρου και αισθητικής.
«Πρέπει να έχουμε και λίγο ήθος» είπε στην περιβόητη συνέντευξή του. Αστείο δεν είναι; Να μιλάει για ήθος αυτός που κατηγορεί συγκεκριμένους Μητροπολίτες ότι είναι προτεστάντες. Αυτός που απαξιώνει συλλήβδην την πολιτική ηγεσία του τόπου, παραδίδοντας μαθήματα από άμβωνος.
Εδώ όμως επιβάλλεται να βάλουμε μια άνω τελεία. Γιατί δεν έχει νόημα να σχολιάζουμε τον Αρχιεπίσκοπο, όταν το πρόβλημα επί της ουσίας δεν είναι αυτός. Το πρόβλημα είναι όσοι νομιμοποιούν τα παραληρηματικά του ξεσπάσματα. Αναφέρομαι στους πολιτικούς, οι οποίοι διαχρονικά παραδίδουν τα διαπιστευτήριά τους. Στις δημόσιες, αλλά πολύ συχνότερα στις ιδιωτικές τους συναντήσεις.
Το να ζητούν την ευλογία του επειδή θρησκεύονται είναι ένα πράγμα και είναι βεβαίως σεβαστό. Το να επιτρέπουν όμως στην Εκκλησία να παρεμβαίνει στα της εκτελεστικής εξουσίας είναι άλλο. Είτε μιλάμε για παρέμβαση στην εξωτερική πολιτική, είτε σε θέματα της εσωτερικής διακυβέρνησης, όπως είναι ο κεφαλαιώδης για ένα σύγχρονο κράτος τομέας της παιδείας.
Τι δουλειά είχαν οι υποψήφιοι πρόεδροι να επισκεφθούν τον Αρχιεπίσκοπο; Και μιλάμε για όλους, μηδενός εξαιρουμένου, σύμφωνα με τα λεγόμενά του. Για να τους δώσει τα φώτα του ίσως; Για να ακούσουν τις προσβλητικές αναλύσεις του και τις βαθιά ρατσιστικές θέσεις του; Αλλά ας το προσπεράσουμε κι αυτό. Ας δεχτούμε ότι ως καλοί χριστιανοί προσέτρεξαν σε εκείνον για να λάβουν την ευλογία του. Με εμάς όμως τι γίνεται; Κι όταν λέω «εμάς», εννοώ όλους όσοι, ανεξαρτήτως πολιτικής και ιδεολογικής τοποθέτησης, απαιτούμε να ζήσουμε επιτέλους σε ένα κανονικό κράτος.
Είναι αποφασισμένοι οι υποψήφιοι για την προεδρία να υπερασπιστούν τον διαχωρισμό κράτους και Εκκλησίας; Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα στο οποίο οφείλουν να απαντήσουν. Και εν συνεχεία να διευκρινίσουν πώς τοποθετούνται σε μια σειρά από ευαίσθητα ζητήματα που αποτελούν κόκκινες γραμμές για την Εκκλησία. Θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων κυρίως, τα οποία συνάδουν με μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτεία. Εδώ που φτάσαμε, το λιγότερο που δικαιούμαστε ως πολίτες είναι να γνωρίζουμε ποιοι από τους υποψηφίους προέδρους είναι διατεθειμένοι να κόψουν τον ομφάλιο λώρο που μας συνδέει με το σάπιο σκοταδιστικό παρελθόν.