Του Σταύρου Χριστοδούλου
Αν πρέπει να συμπυκνώσω την άποψή μου για τον Πρόδρομο Προδρόμου σε δυο αράδες θα επιλέξω τους στίχους του Μανόλη Αναγνωστάκη: «Δεν έφταιγεν ο ίδιος. Τόσος ήτανε». Ας ξεκινήσουμε με αυτό λοιπόν, ώστε να έχουμε επίγνωση των μεγεθών. Γιατί είναι πεποίθησή μου ότι οι αναλύσεις του τύπου «Αχ, πού ’σαι νιότη που ’δειχνες πως θα γινόμουν άλλος» δεν είναι παρά προπέτασμα καπνού. Τα πράγματα είναι απλά: Τόσος ήτανε. Και τόσος είναι, όπως διαπιστώνουμε κάθε φορά που θα προκύψει ένα ευαίσθητο θέμα της αρμοδιότητάς του. Όπως η δίωξη του ζωγράφου Γιώργου Γαβριήλ, ή η κάλυψη στον γυμνασιάρχη, ο οποίος εξαντλεί την αυστηρότητά του στις τρίχες, ή το σκίσιμο της σελίδας του βιβλίου των Αγγλικών για το λήμμα που αφορούσε στον Κεμάλ Ατατούρκ ή η πρόσφατη άρνηση της σεξουαλικής αγωγής (για τα δύο τελευταία τον άδειασε κι αυτός ακόμα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας).
Ουδεμία έκπληξη λοιπόν πρέπει να προκαλεί η στάση του για το κρούσμα λογοκρισίας στην παιδική παράσταση του ΘΟΚ «Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες». Ο Προδρόμου είναι ένας αρτηριοσκληρωτικός πολιτικός καριέρας, βαθιά συντηρητικός και χαμηλών αντιστάσεων για θέματα που άπτονται μιας σύγχρονης δημοκρατικής παιδείας. Επιπλέον, όπως οι περισσότεροι του σιναφιού του, είναι και απελπιστικά πεισματάρης, καθώς έγνοια του είναι να δικαιώσει το εγώ του. Κλασικό παράδειγμα η αντίδραση του υπουργείου του στις αντιδράσεις που προκάλεσε η λογοκρισία. Σαν να μην έφτανε η κάλυψη που έδωσαν στην περιβόητη Επιτροπή Έγκρισης Θεαμάτων, επανήλθαν με νέα ανακοίνωση όπου επανέλαβαν ότι: «Η θεατρική πρόταση του ΘΟΚ αρχικά δεν μιλούσε για “αγόρι που αγαπά άλλο αγόρι”, αλλά για “αγόρι που θέλει να είναι κορίτσι” και για “κορίτσι που θέλει να είναι αγόρι» κ.λπ. Τι είναι το πιο θλιβερό αλήθεια; Ότι επιμένει στην επιχειρηματολογία του ή ότι δεν κατάλαβε τίποτε; Ότι δεν κατάλαβε τίποτε είναι η απάντηση και για όσους επιμένουν να αναρωτιούνται γιατί, παραπέμπω στην αρχική εξήγηση: Τόσος ήτανε.
Μια λύση θα ήταν εάν ο υπουργός Παιδείας άκουγε. Δεν απαιτώ να ακούσει τον καλλιτεχνικό διευθυντή του ΘΟΚ ή την Ένωση Ηθοποιών. Αλλά από την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού θα μπορούσε να γίνει κατά τι σοφότερος. Είπε πολλά και ενδιαφέροντα η κυρία Δέσπω Μιχαηλίδου. Ανάμεσα σε αυτά η διαπίστωσή της ότι: «φαίνεται, όχι μόνο να αντιτίθεται, αλλά να αποδυναμώνει και ουσιαστικά να μηδενίζει τη σημασία όλων των μηχανισμών, που στο παρελθόν το ίδιο το ΥΠΑΝ έχει καταρτίσει για αντιμετώπιση ρατσιστικών συμπεριφορών και ειδικότερα της ομοφοβίας στα σχολεία». Αυτό που αδυνατεί να κατανοήσει ο Προδρόμου είναι ότι η σύγχρονη εκπαίδευση δεν συνάδει με επιτροπές έγκρισης θεαμάτων λες και ζούμε στη δεκαετία του ’70. Αλλά κι ότι στην εποχή μας πρέπει να μεγαλώνουν παιδιά χωρίς φοβικά σύνδρομα και τοξικές αντιλήψεις. Παιδιά που θα κατανοήσουν την έννοια της αγάπης χωρίς να μολύνουμε τα μυαλά τους με ομοφοβικά ταμπού.
Εδώ μπαίνει στο κάδρο ένας άλλος υπουργός, της ίδιας κυβέρνησης, αλλά από ένα εντελώς διαφορετικό κόσμο. Ο Γιάννης Τουμαζής, ο οποίος στους λίγους μήνες της θητείας του κατάφερε να κερδίσει το δύσκολο κοινό του καλλιτεχνικού χώρου (και όχι μόνο) ανεξάρτητα από τις κομματικές ή πολιτικές καταβολές του καθενός. «Θεωρώ ότι είναι αδιανόητο να λογοκρίνεται ένα καλλιτεχνικό έργο ή δημιούργημα. Η ελευθερία της έκφρασης είναι κατοχυρωμένη, από ευρωπαϊκές και διεθνείς συμβάσεις» δήλωσε ανάμεσα σε άλλα ο υφυπουργός Πολιτισμού. Ξεκάθαρα και σταράτα. Ενδεχομένως όχι τόσο αυτονόητα για κάποιους, αφού είναι εντέλει θέμα παιδείας. Κι όταν λέμε παιδείας, δεν εννοούμε βεβαίως τα ακαδημαϊκά διπλώματα. Αυτά δεν λείπουν ούτε από το πλούσιο βιογραφικό του Πρόδρομου Προδρόμου. Εκείνο που λείπει είναι κυρίως η ενσυναίσθηση. Κι έπειτα, ένας ανοιχτόμυαλος τρόπος σκέψης, δίχως ιδεοληψίες και συντηρητικά κατάλοιπα του παρελθόντος.
Πρόκειται, θα το επαναλάβω, για δύο υπουργούς της ίδιας κυβέρνησης αλλά από δύο ολότελα διαφορετικούς κόσμους. Νομίζω δεν χρειάζεται να πούμε ποιον από τους δύο δεν θα καταχωρήσει ούτε καν στις υποσημειώσεις της η πολιτική μας ιστορία.