Του Παναγιώτη Καπαρή
Έφυγαν τα χρόνια της φτώχειας, όταν τα παιδιά μάζευαν άδειες μπουκάλες για να τις πουλήσουν και να αγοράσουν παγωτό. Πέρασαν τα χρόνια, όπου τα παιδιά έψαχναν στους σκουπιδότοπους για ένα παιχνίδι. Ξεχάστηκαν τα χρόνια της προσφυγιάς, όπου όλα τα παιδιά φορούσαν μεταχειρισμένα ρούχα, κατά κανόνα αταίριαστα. Λησμονήθηκαν οι εποχές, όπου οι νέοι έτρεχαν για να δουλέψουν στις «σκληρές» αραβικές χώρες, ώστε να μπορέσουν να στείλουν έναν αξιοπρεπή μισθό στην οικογένειά τους. Και ξαφνικά ένα «πήδημα θανάτου», από τον 5ο όροφος μιας επικίνδυνης πολυκατοικίας, από ένα 24χρονο μετανάστη στη Λεμεσό, ένα παιδί το οποίο έφθασε στο νησί, σίγουρα με χίλια δυο βάσανα, ξεπουλώντας ίσως όλη του την περιουσία στο Μπαγκλαντές, ήλθε να αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές, της φοβισμένης κοινωνίας, η οποία βλέπει αλλοδαπούς και «τσουνιάζεται». Χειρότερη είναι η μοίρα, ενός άλλου 23χρόνου παιδιού, ο οποίος πήδηξε και αυτός από την πολυκατοικία τού θανάτου και σίγουρα θα μείνει «σακάτης», αν επιβιώσει, για την υπόλοιπη του τη ζωή. Και αλήθεια, ποιος θα τον περιποιηθεί και πώς θα επιστρέψει στην πατρίδα του;
Μαζί με τα τραγικά θύματα και άλλοι 11 αλλοδαποί, ή και περισσότεροι κατά άλλους, οι οποίοι διέμεναν σε ένα δωμάτιο τρώγλη, με το αζημίωτο βεβαίως, αφού πλήρωναν κάθε μήνα, ο καθένας από 100 έως 200 ευρώ, για μια γωνιά για να ξαποστάσουν. Όλα παιδιά ενός κατώτερου Θεού και ο Θεός να βάλει το χέρι του. Η Αστυνομία έκανε τη δουλειά της, σωστά η λάθος, νόμιμα ή παράνομα και πήγε να ελέγξει τους αλλοδαπούς, σίγουρα ύστερα από κάποιες καταγγελίες. Ωστόσο, το αποτέλεσμα ήταν τραγικό, όχι μόνο για τους αλλοδαπούς, αλλά και για όλους τους αστυνομικούς οι οποίοι ενεπλάκησαν σε αυτή την επιχείρηση. Αλήθεια, πώς θα μπορέσουν να αποσείσουν από τις ψυχές τους το βάρος του θανάτου και του σοβαρότατου τραυματισμού δύο παιδιών, έστω και χωρίς όνομα και χωρίς ταυτότητα;
Παιδιά ενός κατώτερου Θεού είναι και τα παιδιά της Κύπρου, τα οποία έπεσαν στον βούρκο των ναρκωτικών, τα παιδιά τα οποία έπεσαν στα δίκτυα αδίστακτων συμμοριών και τα παιδιά τα οποία υφίστανται τη βία και το μπόουλινγκ κυρίως μέσα στα σχολεία. Οι τραγικές ιστορίες στις γειτονιές και τα σχολεία δεν έχουν τελειωμό, με αλλοδαπούς, αλλά και Κύπριους μαθητές. Έγχρωμοι –και όχι μόνο– «κορμαλιάδες» μαθητές και μαθήτριες, χωρίς καν να μιλούν ελληνικά, βρίσκονται μέσα στις τάξεις, παρενοχλούν, εκβιάζουν, ακόμη και βασανίζουν καθηγητές, καθηγήτριες, μαθητές και μαθήτριες. Σε αυτή την τρέλα, και «γομάρκα», Κύπριοι μαθητές και μαθήτριες, οι οποίοι μπλέχτηκαν στον βούρκο των ναρκωτικών και δεν έμεινε παρανομία και ανηθικότητα την οποία να μη διαπράξουν.
Και όλα αυτά, υπό τα δάκρυα απελπισμένων γονιών, δασκάλων και καθηγητών, οι οποίοι δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το «βουνό», το οποίο τους πλάκωσε κυριολεκτικά. Ο φόβος και ο τρόμος δεν έχει όρια, μπροστά στα «άγρια θηρία» τα οποία βιώνουν τη δική τους κόλαση και κάνουν κυριολεκτικά κόλαση τις ζωές παιδιών και μεγάλων. Η Πολιτεία, υπουργεία και επίτροποι, δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται το μέγεθος της τραγωδίας, την οποία βιώνουν, κατά κανόνα, τα φτωχόπαιδα και οι μεροκαματιάρηδες. Τα πλουσιόπαιδα και οι «εχούμενοι» ξέρουν τον δρόμο των ιδιωτικών σχολείων, όπου η είσοδος μαθητών γίνεται με εξετάσεις και μόνο για όσους έχουν «βαρύ» βαλάντιο. Η ζωή όμως κάνει κύκλους και φαίνεται ότι επανέρχονται τα χρόνια της φτώχειας, όπως διαλαλούν σιωπηλά όλοι οι οικονομολόγοι και σχεδόν όλοι οι πολιτικοί. Εκτιμούν ότι έρχονται δύσκολες μέρες και προσθέτουν ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ζουν όλοι στον δικό τους φόβο, ο οποίος δεν αποκλείεται να φέρει κόλαση, όπως λένε και οι άνθρωποι της ζωής. Όλα εδώ πληρώνονται, και σίγουρα όσοι έμαθαν με τα πολλά και άδικα, θα δυσκολευτούν πολύ περισσότερο από αυτούς οι οποίοι έμαθαν να ζουν με τα λίγα. Το κρισιμότερο όμως, είναι να μην οδηγηθούμε σε ακραίες καταστάσεις και το χάσμα ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους να ξεφύγει σε επίπεδα που οι φτωχοί να μην έχουν να φάνε. Να μην οδηγηθούμε σε νέα φαινόμενα άγριας τοκογλυφίας, όπου για ένα κομμάτι ψωμί, ξεπουλιούνται χωράφια και σπίτια. Οι ιστορίες των παππούδων μας με τους τοκογλύφους δεν είναι μακρινές, όπως δεν είναι μακριά και οι τραγικές ιστορίες του Λιβάνου, της Συρίας, της Ουκρανίας και άλλων χωρών οι οποίες βυθίζονται στο αίμα και την εξαθλίωση. Και ο Θεός βοηθός.