Του Παναγιώτη Καπαρή
«Αλλάζει ο κόσμος όταν φιλιούνται δύο. Μεταμορφώνεται, όλα αγιάζουν»… τραγούδησε ο Σωκράτης Μάλαμας, σε στίχους του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Ο έρωτας και η αγάπη όχι μόνο διώχνουν τον φόβο, αλλά μπορούν να αλλάξουν και να αγιάσουν και όλο τον κόσμο. Εξάλλου ο έρωτας είναι ισχυρός όπως ο θάνατος, και έτσι καταγράφεται και στο πιο ερωτικό ποίημα όλων των εποχών, στο «Άσμα Ασμάτων». Από την άλλη, στον χώρο της πολικής, η εξουσία είναι ισχυρότερη και από το πιο ισχυρό αφροδισιακό. Έστω κι αν οι άνθρωποι της εξουσίας επιμένουν ότι όλα πρέπει να κινούνται στη βάση μόνο της ψυχρής λογικής και των συμφερόντων. Ποιος τελικά κινεί αυτόν τον κόσμο, η πολιτική ή το συναίσθημα, εκτός βεβαίως από το Θεό, ή όπως αλλιώς λέγονται οι μεταφυσικές δυνάμεις.
Άραγε ποιο είναι πιο ισχυρό, η λογική ή το συναίσθημα; Η απάντηση δεν είναι πάντα το προφανές. Τα συναισθήματα μπορούν να κινούν, αλλά και ενίοτε να καταστρέφουν τον κόσμο και τον άνθρωπο. Έχουν τόση δύναμη, ώστε να μπορούν να ανατρέπουν τους ισχυρότερους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, αλλά και αυτή την τεχνητή νοημοσύνη, την νέα απειλή για τον σύγχρονο κόσμο. Στην Κύπρο υπάρχει μια φοβερή ρήση η οποία λέει ότι, μία γυναικεία τρίχα μπορεί να σύρει ολόκληρο καράβι στα βουνά. Του λόγου το αληθές, επιβεβαιώθηκε με επιστημονικό τρόπο, πριν ένα περίπου αιώνα, από τον Σίγκμουντ Φρόιντ, τον θεμελιωτή της ψυχανάλυσης, τον άνθρωπο ο οποίος άνοιξε δρόμους για την ανάλυση του ασυνείδητου, της απώθησης, της λίμπιντο, της ερμηνείας των ονείρων και της παιδικής σεξουαλικότητας. Ήταν ο ψυχίατρος ο οποίος έκανε τότε επανάσταση και θεσμοθέτησε τον διάλογο μεταξύ ασθενή και γιατρού.
Ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής έλεγε ότι στέγνωσε την ψυχή του, για να μπορέσει να κυβερνήσει την Ελλάδα. Τα έλεγε όλα αυτά, σε μια μεγάλη σχετικά ηλικία, όταν οι νεανικές του ορμές και τα νεανικά του παραστρατήματα είχαν κοπάσει, και εξόριστος στην Γαλλία διάβαζε και εμπέδωνε τον Θουκυδίδη, τον επονομαζόμενο πατέρας της σχολής του πολιτικού ρεαλισμού. Δηλαδή της πολιτικής η οποία στηρίζεται στην λογική του συμφέροντος και όχι του συναισθήματος. Ο Θουκυδίδης ήταν ο άνθρωπος ο οποίος πολέμησε στον Πελοποννησιακό Πόλεμο άλλα και εξορίστηκε από την Αθήνα, για να καταστεί τελικά ο μεγαλύτερος δάσκαλος όλων των σχολών πολιτικής, διπλωματίας και διεθνών σχέσεων.
Σε ένα παράλληλο επίπεδο, έχουμε τα φαινόμενα της καθημερινής τρέλας της εξουσίας των μικρών. Άντρες σκέφτονται με την «κάτω κεφαλή» και τότε γαία πυρί μιχθήτω. Παραδίδονται στα πάθη τους, αδυνατούν να ανταποκριθούν και στα ελάχιστα των ευθυνών τους και τελικά «τρώνε και το κεφάλι τους» και μαζί όλους τους υφισταμένους τους. Αλλά και γυναίκες όταν «κουνιούνται στην υψηλή καρέκλα τους» ενεργούν με φοβερή εμπάθεια, εναντίον όλων όσων αμφισβητούν την εξουσία τους. Και αν προχωρήσουν στο επίπεδο του πληγωμένου «αδύνατου φύλου», αλίμονο σε όποιον βρεθεί απέναντί τους.
Στο εκκρεμές του έρωτα, τα δεδομένα δεν διαφέρουν και πολύ. Εξάλλου ο έρωτας είναι ισχυρός όπως και ο θάνατος. Τα πάθη των αντρών για γυναίκες, «λάγνες και ερωτιάρες», στα προηγούμενα χρόνια λύνονταν με φόνους και αυτοκτονίες, ενώ στις μέρες μας συνοδεύονται πρώτα με διάλυση οικογενειών και ακολούθως με εξανέμιση περιουσιών. Τα πάθη των γυναικών για άντρες, κινούνται κυρίως στον χορό των καταθλίψεων, ενώ όταν μπει στην μέση και το μίσος, τότε επαναλαμβάνεται με ποικίλες μορφές η ιστορία της Ηρωδιάδας, η οποία ζήτησε το κεφάλι του Ιωάννη του Προδρόμου, μέσα σε ένα πιάτο. Ήταν η πληρωμή της, για τον λάγνο χορό της κόρης της Σαλώμης, χορός ο οποίος «σάλεψε» τον τετράρχη Ηρώδη. Και όλα αυτά γιατί ο Προφήτης έλεγχε την Ηρωδιάδα, η οποία συζούσε με τον αδελφό του άντρα της.
Η ψυχή του ανθρώπου είναι άβυσσος και –όχι σπάνια– άλλα λέει, άλλα κάνει και άλλα εννοεί. Ο αείμνηστος Μάνος Χατζηδάκης έγραψε το περίφημο τραγούδι του «Κεμάλ» κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής του στην Αμερική. Πολύ αργότερα ο Νίκος Γκάτσος, έγραψε τους συγκλονιστικούς στίχους στα ελληνικά. «Καληνύχτα, Κεμάλ. Αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ. Καληνύχτα». Ο Μάνος Χατζηδάκης αποκάλυψε ύστερα από χρόνια ότι συνάντησε στη Νέα Υόρκη, τον χειμώνα του 1968, τον 20χρονο Κεμάλ. «Είχε φύγει απ’ τον τόπο του με πρόσχημα κάποιες πολιτικές του αντιθέσεις. Στην πραγματικότητα, φαντάζομαι, ήθελε να χαθεί μες στην Αμερική. Του το είπα. Χαμογέλασε…». Και όπως τραγούδησε κάποτε η Βίκυ Λέανδρος «Χαμογέλα, η ζωή είναι μια τρέλα, μάθε να ζεις την χαρά, σαν παιδί κάθε φορά…».