Κύριο Άρθρο
Η κρίση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας έχει προσεγγίσει σύμφωνα με πολίτικους αναλυτές στο σημείο εκείνο όπου η καθυστέρηση από ρωσικής πλευράς είναι πιο επιζήμια από μια άμεση παρέμβαση. Αυτό έχει να κάνει με την αποτελεσματικότητα που αποδίδει η Ρωσία στη στρατιωτική βοήθεια που λαμβάνει η Ουκρανία όλο αυτό το διάστημα από τις χώρες της Δύσης. Δηλαδή, περαιτέρω καθυστέρηση εκδήλωσης επιθετικής συμπεριφοράς από ρωσικής πλευράς θα εκληφθεί από το ΝΑΤΟ πως όσο αυξάνεται η στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία τόσο αποθαρρύνεται η Ρωσία. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να καταστεί τελικά η Ουκρανία ένας χώρος μεγάλης συγκέντρωσης δυτικών όπλων, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η αντίθετη κατάσταση από εκείνη που επιθυμεί να αποτρέψει η Ρωσία μέσω στρατιωτικής επιχείρησης.
Με άλλα λόγια, αν η σύγκρουση δεν έχει ήδη ξεσπάσει την ώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές είναι θέμα χρόνου να εκδηλωθεί. Η επαλήθευση των πολεμικών σεναρίων, πέραν της ανθρωπιστικής κρίσης που θα δημιουργήσει, θα προκαλέσει και ένα σημαντικό οικονομικό κόστος για την ευρωπαϊκή οικονομία. Το κόστος αυτό συνίσταται στην εκτόξευση του κόστους ενέργειας. Οι τιμές της ενέργειας παρόλο που βρίσκονται ήδη στα ύψη, για λογούς που έχουν πολλές φορές αναλυθεί το τελευταίο διάστημα, εκτιμάται πως υπάρχει περιθώριο για ακόμα μεγαλύτερες αυξήσεις το επόμενο διάστημα.
Η Ρωσία αποτελεί τον μεγαλύτερο προμηθευτή προϊόντων ενέργειας στην Ευρώπη, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία. Στο πρώτο εξάμηνο του 2021 η Ευρωπαϊκή Ένωση εισήγαγε σχεδόν το 47% του φυσικού της αερίου και το 25% του πετρελαίου από τη Ρωσία. Η ενεργειακή απεξάρτηση της ευρωπαϊκής οικονομίας από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων και η επίτευξη της ενεργειακής αυτονομίας, αποτελούν κρίσιμα θέματα που ενώ απασχολούν ιδιαιτέρως τον δημόσιο διάλογο τελευταίως ίσως τώρα να ήρθε η ώρα να τεθούν ενώπιών μας ακόμα πιο επιτακτικά.
Με βάση τη συμφωνία των Παρισίων, η Ε.Ε. έχει δεσμευτεί να μειώσει τις καθαρές εκπομπές καυσαερίου κατά 55%, ενώ παράλληλα υιοθετείται και ο στόχος αύξησης της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στο 40% του συνόλου μέχρι το 2030. Απώτερος στόχος είναι να μην επιτραπεί να προσεγγίσει η αύξηση της θερμοκρασίας τους 2 βαθμούς Κελσίου και ιδανικά να περιοριστεί η αύξηση στους 1,5 βαθμούς Κελσίου.
Η Ευρώπη καλείται να ανέβει έναν Γολγοθά και σίγουρα όσο πιο σύντομα ξεκινήσει αυτήν την πορεία τόσο το καλύτερο, ενώ σημασία έχει και ο βηματισμός με τον οποίο θα επιδιωχθεί η πρόοδος μέσα από την ένταση των επενδύσεων. Για να υπάρξει, όμως, χειροπιαστή απόδειξη ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα στο σύνολό του κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση θα απαιτηθούν εθνικά προγράμματα δράσης. Σημαντικός, επίσης, κρίνεται και ο ρόλος των εθνικών ρυθμιστικών αρχών που θα πρέπει χωρίς καθυστερήσεις να εγκρίνουν τα έργα που θα τίθενται ενώπιόν τους. Τέλος, σημαίνουσα είναι και η ανάπτυξη νέων υποδομών μεταφοράς ενέργειας έτσι ώστε να μεγιστοποιηθεί το αποτέλεσμα της προσπάθειας.
Η Ευρώπη για να μπορέσει να γίνει ξανά ανταγωνιστική θα πρέπει να αποκτήσει ενεργειακή επάρκεια σε χαμηλές τιμές για όλους τους πολίτες. Σε αντίθετη περίπτωση, η διολίσθηση στη μόνιμη ακρίβεια που θα ναρκοθετεί την ανταγωνιστικότητα θα αποτελέσει τη νέα οικονομική πραγματικότητα στη γηραιά ήπειρο. Μια πρώτη πικρή γεύση αυτής της κατάστασης προσφέρει η μεταβολή του δείκτη τιμών παραγωγού στη Γερμανία για τον μήνα Ιανουάριο. Καταγράφηκε στο 25% και αποτελεί την υψηλότερη μεταβολή από το 1949.