ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Επενδυτικό κενό και διοικητική ανεπάρκεια

Κύριο Άρθρο

Κύριο Άρθρο

Για την περίοδο 2025-2031, η ευρωπαϊκή οικονομία εμφανίζει επενδυτικό κενό ύψους 5,4 τρισ. ευρώ. Τόσα είναι που υπολείπονται για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, ενώ σε αυτά που ξέραμε προστίθενται και τα απαιτούμενα κονδύλια για τη ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια. Το επενδυτικό κενό προβλέπεται πως θα καλυφθεί από τις εθνικές κυβερνήσεις και τον ιδιωτικό τομέα. Ο ιδιωτικός τομέας εκτιμάται πως θα αναλάβει το μεγαλύτερο μερίδιο για κάλυψη των επενδυτικών αναγκών, αφήνοντας το υπόλοιπο ποσό, που υπολογίζεται στο 1,3 τρισ. ευρώ, στις κυβερνήσεις.

Μέχρι σήμερα ο δημόσιος τομέας, δηλαδή οι κυβερνήσεις, έχουν εξασφαλισμένα από κοινοτικά κονδύλια το ποσό των 400 δισ. ευρώ και βρίσκονται σε αναζήτηση ενός ποσού γύρω στα 900 δισ. ευρώ. Η πρόκληση είναι μεγάλη, και συνδυαζόμενη με την αβεβαιότητα στις παγκόσμιες αγορές, το χρηματοδοτικό κενό μπορεί να φτάσει ετησίως μέχρι και το 1% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ για τα επόμενα εφτά χρόνια. Για τις χώρες με ψηλό δανεισμό και αυξημένα ελλείμματα, η πρόκληση θα είναι σαφώς μεγαλύτερη σε σχέση με άλλες χώρες λόγω δομικών αδυναμιών στην οικονομία τους. Έχει υπολογιστεί πως το δημόσιο χρέος ορισμένων χώρων φτάνει στο 160% του ΑΕΠ -η περίπτωση της Ελλάδας- ενώ σε επίπεδο πρωτογενούς ελλείμματος η χειρότερη επίδοση συναντάται στην Ιταλία με το σχεδόν 5% του ΑΕΠ. Η Κύπρος, μια χώρα με πολύ υγιή πρωτογενή πλεονάσματα, καλείται να μειώσει τον δανεισμό της σε επίπεδα κάτω του 60% από 80% που είναι σήμερα, για να μπορέσει να συμπεριληφθεί στις χώρες υψηλών οικονομικών επιδόσεων όπως είναι το Λουξεμβούργο και η Λιθουανία.

Για να οριοθετήσει τις εθνικές οικονομίες, η Ε.Ε. αποφάσισε τον Απρίλιο να εφαρμόσει νέο πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής. Με βάση τη νέα συμφωνία δίνεται επταετής περίοδος προσαρμογής στα επίπεδα χρέους, γεγονός που θα επιτρέψει να προχωρήσουν οι αναγκαίες επενδύσεις. Φυσικά την κατάσταση θα επιτηρεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία εφόσον δεν ικανοποιηθεί από τις εξελίξεις θα δύναται να απαιτήσει μεγαλύτερη αποφασιστικότατα στην δημοσιονομική προσαρμογή. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Βρυξελλών, η 7ετής περίοδος προσαρμογής που δόθηκε προσφέρει δημοσιονομικό χώρο για επενδύσεις ύψους 700 δισ. ευρώ κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Επιπρόσθετα, η επενδυτική δραστηριότητα των επόμενων χρόνων αναμένεται να ενισχυθεί και από την ελκυστική πρόνοια του νέου δημοσιονομικού πλαισίου που επιτρέπει πρωτογενή ελλείματα έως και 1,5% του ΑΕΠ. Ακόμη και με την απελευθέρωση του δημοσιονομικού χώρου, οι μαζικές επενδύσεις που απαιτούνται θα σκοντάψουν στην απουσία διοικητικής επάρκειας από μέρους των εθνικών κρατικών μηχανών.

Η εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα αποτελεί κρίσιμο παράγοντα επιτυχίας και θα φέρει αποτελέσματα μόνο εάν η Ε.Ε. αναλάβει κεντρικό συντονιστικό ρόλο. Γενικά, ο ρόλος των Βρυξελλών είναι καίριος, έχοντας την ευθύνη να συντονίσει τις εθνικές κυβερνήσεις με τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες και να φέρει αποτελέσματα σε ένα έργο-μαμούθ. Η πολύ σημαντική εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα δεν θα μπορέσει να πάρει σάρκα και οστά χωρίς ισχυρές εθνικές κεφαλαιαγορές που θα εφαρμόζουν προγράμματα σύγκλισης με στόχο την ενοποίηση το συντομότερο δυνατόν. Και ενώ πολλές δράσεις προγραμματίζονται για το μέλλον, αυτό που σήμερα «τρέχει» είναι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η ορθή αξιοποίηση του οποίου υποτίθεται θα έθετε τα θεμέλια για μια επιτυχημένη συνέχεια. Στην Κύπρο, τα δεδομένα -όπως διαμορφώνονται- δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας για το κατά πόσο η χώρα μας θα μπορέσει να ανταποκριθεί με επάρκεια στα τόσα παραδοτέα που θα απαιτηθούν.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Κύριο Άρθρο

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: Τελευταία Ενημέρωση