Κύριο Άρθρο
Συνήθως τα τραπεζικά κέρδη σχετίζονται με τις οικονομικές συνθήκες και τα επιχειρηματικά μοντέλα που επικράτησαν την περίοδο πριν πραγματοποιηθούν. Και άρα πολύ λίγα μας «λένε» σε σχέση με τις προοπτικές και τους κινδύνους του μέλλοντος. Αυτή η διαπίστωση επιβεβαιώθηκε απόλυτα στην προηγουμένη τραπεζική κρίση, πριν από δέκα και πλέον χρόνια, όταν και τότε τα κέρδη ήταν αυξημένα, όχι όμως αρκετά για να αντιμετωπίσουν τι δυσμενείς οικονομικές συνθήκες. Βέβαια, η εποπτεία είναι πολύ πιο ενισχυμένη σε σχέση με πριν, όπως συμβαίνει και με τους εποπτευομένους οι οποίοι διατηρούν ψηλούς δείκτες κεφαλαίων και ρευστότητας.
Τα προηγούμενα τρίμηνα η κερδοφορία των τραπεζών αυξήθηκε σημαντικά, αποτυπώνοντας την περίοδο που ο αυξημένος πληθωρισμός επέβαλλε περιορισμό της νομισματικής πολιτικής και άρα αύξησης των βασικών επιτοκίων. Προκύπτει συνεπώς ένα ζήτημα σε σχέση με την καταλληλόλητα αυτών των κερδών για την εκτίμηση της μελλοντικής ανθεκτικότητας στη συνέχεια. Σε κάποιες περιπτώσεις η απότομη αύξηση των κερδών προκαλεί αλαζονικές συμπεριφορές που οδηγεί στην ανάληψη υπέρμετρου κινδύνου. Επίσης, οι ενέργειες των τραπεζών σε περιόδους αυξημένης κερδοφορίας τείνουν να ξεπερνούν τις αποδεκτές από την κοινωνία συμπεριφορές και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να προβληματίσει, αφού σε μια μελλοντική κρίση οι λύσεις θα μπορούσαν να αναζητηθούν μεταξύ άλλων και από τους φορολογούμενους.
Στο μέλλον οι τράπεζες θα χρειαστούν μεγάλα κεφαλαιακά αποθέματα για να κτίσουν την ανθεκτικότητά τους έναντι των προκλήσεων
Στη συνέχεια οι τράπεζες καλούνται να αναγνωρίσουν τις πηγές των κερδών και να προβούν σε εκτίμηση για το αν αυτές βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους και σε ποιο βαθμό. Επιπλέον, θα πρέπει να αξιολογήσουν πώς αυτές οι δυνατότητες θα μπορούσαν να διατηρηθούν μακροχρόνια ενισχύοντας την ανθεκτικότητα του ισολογισμού. Για να μπορέσει αυτή η άσκηση να είναι επιτυχής χρειάζεται να γίνει σωστή αξιολόγηση και διαχείριση των κινδύνων. Την ίδια στιγμή αρκετή δουλειά προκύπτει και για τους επόπτες, οι οποίοι καλούνται να αξιολογήσουν την κατάσταση που έχει προκαλέσει η μέθη της αυξημένης κερδοφορίας σε σχέση με την ανάληψη κινδύνων.
Μεγαλύτερη πρόκληση του κλάδου για τη συνέχεια η διατήρηση των τραπεζικών κερδών. Το εξωτερικό περιβάλλον είναι γεμάτο κινδύνους και προκλήσεις για όλες τις τράπεζες. Η ψηφιοποίηση των τραπεζικών υπηρεσιών δημιουργεί τον κίνδυνο εισόδου στην αγορά νέων παικτών από τον τεχνολογικό κλάδο, οι οποίοι έχουν τεράστια κεφάλαια και παγκόσμια αναγνώριση. Σε μια τέτοια εξέλιξη κινδυνεύει να υποβαθμιστεί το πλεονέκτημα της τοπικής παρουσίας και γνώσης της αγοράς. Η απάντηση και σε αυτή την περίπτωση είναι η επένδυση στις υποδομές. Η ισχυρή κερδοφορία των προηγούμενων τριμήνων αφήνει περιθώριο για αυξημένες τεχνολογικές δαπάνες.
Στο μέλλον οι τράπεζες θα χρειαστούν μεγάλα κεφαλαιακά αποθέματα για να κτίσουν την ανθεκτικότητά τους έναντι των προκλήσεων που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει και την αλλαγή στη συμπεριφορά των πελατών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ, το 2023 οι σημαντικότερες τράπεζες της Ευρωζώνης διέθεσαν το 53% των κερδών σε μερίσματα και αγορές ιδίων μετοχών. Και στις δυο περιπτώσεις η βάση κεφαλαίων μειώνεται, αδυνατίζοντας τη μακροπρόθεσμη αξία των μετόχων εις βάρος του βραχυπρόθεσμου οφέλους. Τέτοιες ενέργειες δεν θα πρέπει να γίνονται κατά το δοκούν, αλλά να εντάσσονται σε ένα καλά προετοιμασμένο πλάνο κεφαλαίων (capital plan) που να διασφαλίζει την ανθεκτικότητα σε μεγάλες περιόδους αναταράξεων και αβεβαιότητας.