Κύριο Άρθρο
Η ανθεκτικότητα της Ευρώπης υπήρξε διαχρονικά η κληρονομιά της για όσες φορές χρειάστηκε να ξεπεράσει μια κρίση και να αναδειχθεί ισχυρότερη. Οι προκλήσεις της εποχής είναι για ακόμα μια φορά πιεστικές, χωρίς καμιά ένδειξη πως υπάρχουν εύκολες λύσεις. Σε αυτή τη συγκυρία, η εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα σε συνδυασμό με δημόσιους πόρους αποτελεί μονόδρομο. Αυτή η ιδιαιτερότητα -που για πρώτη φορά συμβαίνει- θα απαιτήσει επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης και δημιουργία ενός ουσιαστικού πλέγματος μηχανισμών για να αρχίσει να ρέει ιδιωτικό χρήμα. Η Ε.Ε. ως ενιαία αγορά χρειάζεται να προχωρήσει τάχιστα με αποφάσεις που για χρόνια καθυστερούσαν γιατί πάντα υπήρχε κάποιος καλός λόγος για αναβολή.
Σύμφωνα με το ευρωβαρόμετρο, οι Ευρωπαίοι πολίτες θεωρούν τον πόλεμο στην Ουκρανία το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ε.Ε. Σε μια αντίστοιχη μελέτη το 77% των Ευρωπαίων τάσσεται υπέρ της δημιουργίας κοινών πολιτικών άμυνας και ασφάλειας. Η ειρήνη που για χρόνια θεωρήθηκε δεδομένη χρειάζεται να διασφαλιστεί μέσα από επενδύσεις και αλλαγές, προκρίνοντας μια διαφορετική μορφή για την ενωμένη Ευρώπη. Ομως οι συνθήκες είναι δυσμενείς, καθώς η ανάπτυξη είναι υποτονική και υπολογίζεται να περιοριστεί για φέτος στο 1/3 της αντίστοιχης αμερικανικής.
Γιατί όμως η Ευρώπη υποφέρει αναπτυξιακά; Υπάρχουν τρεις λόγοι που συμβαίνει αυτό. Πρώτος και καλύτερος ο γεωπολιτικός διαχωρισμός που πλήττει το διεθνές εμπόριο. Για την Ευρώπη -σε αντίθεση με άλλες ανταγωνιστικές οικονομίες- οι εμπορικές συναλλαγές με τρίτες χώρες αντιστοιχούν στο 60% του ΑΕΠ. Το ανάλογο ποσοστό για την Κίνα και τις ΗΠΑ είναι 38% και 27%, αντίστοιχα. Αναφέρουμε αυτές τις οικονομίες γιατί η κατάσταση όπως εξελίσσεται μετατρέπει την Ε.Ε. σε θύμα του εμπορικού πολέμου που εκτυλίσσεται μεταξύ των δύο οικονομιών. Ο δεύτερος λόγος για την οικονομική στασιμότητά έχει να κάνει με τους κλιματικούς κινδύνους. Παρατηρούμε αυτή την περίοδο διάφορες πολιτικές που ενθαρρύνουν τη μείωση εκπομπών του καυσαερίου, που σε αυτή τη μεταβατική φάση προκαλούν μείωση της παραγωγικότητας.
Ο τρίτος πολύ σημαντικός λόγος, έχει να κάνει με τους δημογραφικούς κινδύνους που επιβαρύνουν τα συστήματα συντάξεων και υγείας. Σήμερα στην Ευρώπη αναλογούν τρεις εργαζόμενοι για κάθε συνταξιούχο και αναμένεται πως μέχρι το 2050 η αναλογία θα μειωθεί σε δύο εργαζόμενους για κάθε συνταξιούχο. Αυτή η κατάσταση που απειλεί την ευρωπαϊκή οικονομία δεν έχει εύκολες λύσεις και μόνο μέσα από τις μεταναστευτικές ροές θα μπορεί να δοθεί κάποια ανακούφιση στο πρόβλημα, εφόσον βέβαια υπάρξουν οι σωστές πολιτικές ενσωμάτωσης.
Προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της ψηφιακής και πράσινης μετάβασης, ο Μάριο Ντράγκι υπολόγισε το επενδυτικό κενό στην Ευρώπη σε 500 δισ. ετησίως. Αυτός ο υπολογισμός δεν περιλαμβάνει τις νέες ανάγκες που έχουν προκύψει για την άμυνα και την ασφάλεια. Τα ποσά είναι τεράστια και οι λύσεις λιγοστές. Παρόλο που τα 2/3 των αναγκών αναμένεται πως θα προέλθουν από ιδιωτικούς πόρους, η πάροδος του χρόνου απομακρύνει την προοπτική άμεσης εμπλοκής του ιδιωτικού τομέα, και άρα χρειάζονται άμεσες λύσεις. Τώρα είναι η στιγμή να ενεργοποιηθούν όλα τα εργαλεία που είναι στη διάθεση της Ε.Ε. εφαρμόζοντας διάθεση για μέγιστη ευελιξία. Παρόλο που οι δημόσιοι πόροι δεν επαρκούν, είναι κρίσιμο να ξεκινήσει η κινητικότητα που θα συμπαρασύρει στο τέλος και τον ιδιωτικό τομέα. Ετσι και αλλιώς η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα θα απαιτήσει σκληρή προετοιμασία για ενοποίηση των κεφαλαιαγορών.