Του Σταύρου Χριστοδούλου
Κάποτε, στην εποχή των αντιμαχόμενων ιδεολογικών στρατοπέδων, κάποιοι μοίραζαν πιστοποιητικά κομματικής νομιμοφροσύνης. Κάποτε επίσης, με αιχμή το δημοψήφισμα του 2004, κάποιοι εξέδιδαν πιστοποιητικά πατριωτισμού. Κι ενώ από τότε πέρασαν δεκαετίες, το φάντασμα του παλαιοκομματισμού βρικολάκιασε αίφνης από τα δεξιά. Με ένα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα μάλιστα τρόπο: φορώντας το προσωπείο της ηλικιακής ανανέωσης και μιας γενικόλογης ρητορικής με την οποία δύσκολα μπορεί κανείς να διαφωνήσει. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά… Ξεκινώντας από το ατυχές σλόγκαν του υποψηφίου για τη θέση του αναπληρωτή προέδρου Μιχάλη Σοφοκλέους («Μεγάλος Σοβαρός Αυθεντικός Συναγερμός»). Δεν θα μπω στον πειρασμό να σχολιάσω τα αυταπόδεικτα για το μέγεθος και τη σοβαρότητα. Θα σταθώ όμως στο «αυθεντικός», καθώς εδώ εμπεριέχεται το πρόβλημα του σημερινού ΔΗΣΥ. Αυθεντικός με ποια κριτήρια αλήθεια; Τις περιβόητες παρακαταθήκες Κληρίδη τις οποίες όλοι επικαλούνται χωρίς όμως να μας λένε τι ακριβώς εννοούν; Άκουγα προχθές τη θυγατέρα του ιστορικού ηγέτη της παράταξης στο podcast του Χριστόφορου Χριστοφή και σκεφτόμουν ότι όσα είπε συνιστούν έναν ανεξίτηλο λεκέ στο πέτο του Αβέρωφ Νεοφύτου. Όχι μόνο επειδή τον άδειασε πολιτικά, αλλά κυρίως επειδή τον εξέθεσε σε προσωπικό επίπεδο, αποκαλύπτοντας ένα πολιτικό κυνισμό, ο οποίος πόρρω απέχει από τις παρακαταθήκες Κληρίδη.
Ο «Κληριδισμός» είναι μια καραμέλα, μια επινόηση των μετρίου βεληνεκούς επιγόνων, οι οποίοι προσπαθούν να καμουφλάρουν την πολιτική τους γύμνια με ασαφείς αφορισμούς. Στην πραγματικότητα το κόμμα, μετά την εκλογή της Αννίτας Δημητρίου, πέρασε σε μια νέα εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από έλλειψη ειδικού πολιτικού βάρους. Τα στελέχη πρώτης γραμμής με πολιτικό περιεχόμενο (π.χ. Χάρης Γεωργιάδης ή Κωνσταντίνος Πετρίδης) επέλεξαν να απέχουν, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο σε πρόσωπα που δύσκολα μπορούν να σηκώσουν το ιστορικό βάρος της παράταξης. Όπως η νέα πρόεδρος, μία κατά τ’ άλλα καλών προθέσεων συμπαθής νέα πολιτικός, η οποία συνηθίζει να αναλώνεται σε κοινοτοπίες για «την Κύπρο μας». Η αδυναμία της Αννίτας Δημητρίου ως προς το πολιτικό περιεχόμενο είναι ο λόγος που αναβαθμίζεται ο ρόλος του αναπληρωτή προέδρου. Γεγονός που στρέφει τα φώτα στους τρεις διεκδικητές, αναδεικνύοντας ό,τι σημειολογικά χαρακτηρίζει την κάθε υποψηφιότητα.
Ο Μιχάλης Σοφοκλέους εμφανίζεται ως ο εκλεκτός της αστικής Λευκωσίας, στηριζόμενος από γνωστές προσωπικότητες του χώρου (με κορυφαίο τον μέντορά του Γιαννάκη Κασουλίδη). Είναι αυτό αρκετό άραγε; Θα καταφέρουν τα ηχηρά ονόματα να καλύψουν τη χαμηλή δημοτικότητα και την έλλειψη αμεσότητας; Στον αντίποδα βρίσκεται ο Ευθύμιος Δίπλαρος, εκπροσωπώντας τη λαϊκή Δεξιά. Η επιλογή να μην υποστηριχτεί από κομματικά στελέχη αλλά από απλούς Συναγερμικούς έδωσε ένα στίγμα της εμβέλειάς του στη βάση, δημιουργώντας όμως συνάμα το εύλογο ερώτημα εάν «γεμίζει» την καρέκλα του δεύτερου τη τάξει. Ο τρίτος της παρέας, ο Σωτήρης Σαμψών, αν και δεν έχει ελπίδες εκλογής, στέλνει με την υποψηφιότητά του πολιτικά μηνύματα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μετά το πραξικόπημα, στο οποίο πρωταγωνίστησε ο πατέρας του και την πολιτική ενσωμάτωση των πραξικοπηματιών στον ΔΗΣΥ από τον Κληρίδη, για πρώτη φορά αυτή η «τάση» θα μετρηθεί τόσο ξεκάθαρα στην κομματική κάλπη. Έως τώρα οι εκπρόσωποι της Ακροδεξιάς αντλούσαν τη νομιμοποίησή τους (π.χ. Ελένη Σταύρου) από τις βουλευτικές εκλογές. Αυτή τη φορά ο υιός Σαμψών εκπροσωπεί απροκάλυπτα το δεξιό άκρο του Συναγερμού («Πατρίς - Θρησκεία - Οικογένεια») σε εσωκομματικές διαδικασίες και το εκτόπισμά του θα είναι μετρήσιμο.
Όποιος από τους τρεις εκλεγεί θα εκδώσει και το ανάλογο «πιστοποιητικό αυθεντικότητας» ΔΗΣΥ. Ο Σοφοκλέους συμβολίζοντας τον φιλελεύθερο ευρωπαϊκό προσανατολισμό, ο Δίπλαρος εκφράζοντας το μαζικό λαϊκό αίσθημα της Δεξιάς και ο Σαμψών τη στροφή στη σκληροπυρηνική εθνικοφροσύνη. Σε κάθε περίπτωση, με την Αννίτα Δημητρίου επικεφαλής να πρέπει ν’ αποδεικνύει διαρκώς ότι γνωρίζει σε βάθος τα θέματα, ο Συναγερμός μπαίνει σε μια νέα φάση όπου οφείλει να ξανασυστηθεί στον κυπριακό λαό. Ένα πρώτο καλό και αποφασιστικό βήμα είναι να μας κάνει σοφότερους ως προς το πώς αυτοπροσδιορίζεται. Είναι όντως αντιπολίτευση; Κι αν ναι, σκοπεύει να το εκφράσει πολιτικά ή θα περιοριστεί στις δημόσιες σχέσεις της νέας προέδρου;