Του Παναγιώτη Καπαρή
Στον βυθό της απελπισίας βρίσκεται το κυπριακό πρόβλημα, με τη θεόρατη σημαία των Κατεχομένων στην πλαγιά του Πενταδακτύλου να μας μουτζώνει καθημερινώς. Κούφια λόγια και διακηρύξεις, ψηφίσματα και υποσχέσεις, εδώ και πενήντα χρόνια. Οι πρόσφυγες, οι οποίοι έζησαν στην κατεχόμενη γη μας, φεύγουν ο ένας μετά τον άλλο, για τις αιώνιες μονές. Οι αιχμάλωτοι, οι τραυματίες, οι αγνοούμενοι και οι ήρωες στα πεδία των μαχών, αποκτούν πλέον πινακίδες στους δρόμους και μνημεία στις πλατείες και άρα τακτοποιούνται και συνειδησιακά οι νέοι ηγέτες. Ο σοφός λαός λέει, ότι αν δεν πατήσει ο άνθρωπος στον βυθό, δεν μπορεί να πάρει φόρα για να ανέβει και πάλι στην επιφάνεια και να αναπνεύσει αέρα. Το ερώτημα είναι, αν μισό αιώνα μετά την εισβολή και την κατοχή φτάσαμε στον βυθό ή αν θα πρέπει να αναμένουμε πολλές άλλες τραγικές εξελίξεις και πολλά ακόμη χρόνια, για να έλθει η λύτρωση.
Σήμερα η πολιτική ηγεσία, κινείται φωνακτά στη λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας και σιωπηλά στη λύση των δύο κρατών, έστω και αν υπάρχουν και ένα σωρό παραλλαγές. Τα περί ενιαίου κράτους και ένα σωρό άλλες ευφάνταστες ιδέες και προτάσεις, πάντα με το νεφελώδες «σωστό περιεχόμενο», τον «τάφο του Αγίου Νεοφύτου», άρχισαν να ξεχνιούνται υπό το βάρος των οικονομικών προβλημάτων και των «χαστουκιών» από τα Ηνωμένα Έθνη.
Η τελευταία έκθεση του γενικού γραμματέα και η επιστολή της απεσταλμένης του Αντόνιο Γκουτέρες, Μαρία Άνχελα Ολγκίν, αποδεικνύουν ότι εδώ και 50 χρόνια και στραβός είναι ο γιαλός και στραβά αρμενίζουμε.
Η νέα γενιά, ακόμη και οι ηγέτες μας, αντικρύζουν πολλές φορές με τουριστική ή και εμπορική ματιά τα ιερά και τα όσιά μας, τα οποία κατάντησαν μακρινοί τόποι, πίσω από τα οδοφράγματα, και απλές αναμνήσεις από τους παππούδες. Μπορεί τα νέα βιβλία να γράφουν πικρές αλήθειες και τα νέα ντοκιμαντέρ να μεταφέρουν σπαρακτικές εικόνες, αλλά όλα αφορούν το μακρινό χθες και όχι το σήμερα. Η ιστορία επαναλαμβάνεται, όπως στην Άλωση της Κωνσταντινούπολης, όπως στη Μικρασιατική Καταστροφή, όπως σε τόσες άλλες θλιβερές ιστορίες για τον ελληνισμό.
Το κυπριακό πρόβλημα κινείται από το 1963 για τους Τουρκοκύπριους και από το 1974 για τους Ελληνοκύπριους, είτε θέλουμε να το παραδεχθούμε, είτε όχι, σε ένα ατέλειωτο εκκρεμές, με συνεχείς αλλαγές στους στόχους και στις επιδιώξεις. Κινείται μεταξύ εφικτού και ευκταίου, χωρίς ποτέ να καθορίζεται ποιο είναι το εφικτό και ποιο το ευκταίο. Όλα στο «κουτουρού», όλα στο «κρύψε να περάσουμε». Για όλα φταίνε οι ξένοι, για όλα φταίνε οι άλλοι, και τελικά δεν ξέρουμε ούτε πού πάμε και τι γυρεύουμε.
Από τη δεκαετία του 1950 ξεκινήσαμε οι Ελληνοκύπριοι με το σύνθημα της Ένωσης και «ας τρώμε πέτρες» και οι Τουρκοκύπριοι με το σύνθημα του «Ταξίμ», δηλαδή της διχοτόμησης. Ακολούθησε ο «ανεξιχνίαστος» ακόμη αγώνας της ΕΟΚΑ 1955-‘59, από τον οποίο ακόμη κανείς δεν μπορεί να πει, αν άξιζε το «νενικήκαμεν» του Μακαρίου ή αν τελικά ηττηθήκαμε με τη δική μας υπογραφή. Ακολούθησαν τα 13 σημεία του Μακαρίου, το μακελειό της Τηλλυρίας, το πραξικόπημα, η εισβολή της Τουρκίας, ένα σωρό άλλα τραγικά γεγονότα, οι συμφωνίες κορυφής, δεκάδες ψηφίσματα και η εδραίωση τελικά των τετελεσμένων.
Σε όλο αυτό το ομιχλώδες σκηνικό, το ευχάριστο είναι ότι η νέα γενιά αντιμετωπίζει το Κυπριακό χωρίς τους συναισθηματισμούς και τα πάθη του παρελθόντος. Χωρίς το χάσμα του «αίματος» και του «μίσους», τα οποία στιγμάτιζαν για δεκαετίες τους ηγέτες και στις δύο πλευρές του οδοφράγματος. Στην εξίσωση για επίλυση του Κυπριακού εισέρχονται πλέον οι κανόνες του κοινού συμφέροντος των Ελλήνων και των Τούρκων της Κύπρου, των Ορθοδόξων και των Μουσουλμάνων, αλλά και των αλλοδαπών, οι οποίοι απέκτησαν κυπριακή βούλα, με τον «ππαρά» τους, τα χρήματά τους. Το πρόβλημα πλέον θα επιλυθεί, είτε το θέλουμε, είτε όχι, με τον κανόνα του «win win», δηλαδή να είναι όλες οι πλευρές κερδισμένες.
«Τα πάντα ρει», ο χρόνος κυλά και όλα αλλάζουνε. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Κύπρος του 2024, δεν έχει καμία σχέση με την Κύπρο του 1974, έστω και αν ακόμη ψελλίζουμε το «Δεν Ξεχνώ». Στις επετείους, όπως φέτος με τη συμπλήρωση μισού αιώνα κατοχής, μοιραία ο χρόνος σταματά και το μυαλό παιδεύεται, ακόμη και πίσω από τις πολύβουες εκδηλώσεις. Είναι ευκαιρία τώρα, μέσα από τις προσευχές για τους ήρωες και τις δεήσεις για την απελευθέρωση, να αφεθεί και λίγος χώρος στο «θαύμα», γιατί τελικά μόνο ο Θεός μπορεί να μας σώσει.
kaparispan@yahoo.gr