Του Παναγιώτη Καπαρή
Το ισχυρότερο ίσως όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι το EuroGroup, δηλαδή η σύνοδος των Υπουργών Οικονομικών των χωρών οι οποίες είναι ενταγμένες στο ευρώ. Κατά παράδοξο φαινομενικά τρόπο, το πανίσχυρο αυτό σώμα λαμβάνει αποφάσεις χωρίς να τηρεί πρακτικά και πάντα πίσω από κλειστές πόρτες. Η Ελλάδα και η Κύπρος είχαν τραγικές εμπειρίες, με τις καταστροφικές και πρωτοφανείς αποφάσεις, για το κούρεμα των καταθέσεων και το κούρεμα των ομολόγων. Ακόμη μέχρι σήμερα συνεχίζονται οι καβγάδες για τα ανύπαρκτα πρακτικά, τις μαρτυρίες και τις συνομιλίες πίσω από τις κλειστές πόρτες.
Από την άλλη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τα πάντα καταγράφονται και δημοσιοποιούνται σχεδόν σε άμεσο χρόνο. Όλα τα έγγραφα και όλες οι ογκωδέστατες μελέτες βρίσκονται στο διαδίκτυο. Οι συνεδριάσεις της Ολομέλειας και των Επιτροπών μεταδίδονται απευθείας, ενώ το σώμα προσφέρει δωρεάν υπηρεσίες σε όλους τους δημοσιογράφους για να μεταδίδουν τα διαδραματιζόμενα. Ωστόσο, το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον είναι μηδαμινό, ενώ σχεδόν ανύπαρκτο είναι το ενδιαφέρον από τους πολίτες. Αποτέλεσμα είναι όλοι να μιλούν σήμερα για το νεφελώδες δημοκρατικό έλλειμμα και την αδιαφορία των πολιτών για τα τεκταινόμενα στις Βρυξέλλες και το Στρασβούργο. Και όλα αυτά, παρά το γεγονός ότι περίπου το 80% των εθνικών νομοθεσιών αποφασίζεται στις Βρυξέλλες και εγκρίνονται από το Ευρωκοινοβούλιο.
Στην Κύπρο, τις τελευταίες μέρες, ξεκίνησε μια συζήτηση στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και κυρίως ανάμεσα στους δημοσιογράφους, για την απευθείας μετάδοση των συνεδριάσεων των κοινοβουλευτικών επιτροπών, όπως μεταδίδεται και η συνεδρία της Ολομέλειας της Βουλής. Η συζήτηση ξεκίνησε έπειτα από έρευνα που διεξήγαγε η εταιρεία IMR/Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, για λογαριασμό της Zenox Public Affairs, με δείγμα 1000 άτομα Το 86% των ερωτηθέντων τάχθηκε υπέρ των ζωντανών μεταδόσεων των συνεδριών. Σίγουρα οι δημοσκοπήσεις δεν αποτελούν το καλύτερο κριτήριο στην πολιτική για λήψη αποφάσεων και σίγουρα όσοι στηρίζονται μόνο στις δημοσκοπήσεις δεν οδηγούνται κατά κανόνα και στα καλύτερα αποτελέσματα.
Για την ιστορία, να αναφέρουμε ότι από το 1960 ήταν ανοικτές για το κοινό, μόνο οι συνεδριάσεις της Ολομέλειας. Κάθε Πέμπτη απόγευμα και για πολλά χρόνια, ελάχιστοι πολίτες, κυρίως συνταξιούχοι, παρακολουθούσαν από το θεωρείο ανελλιπώς τις συνεδριάσεις. Εξαίρεση αποτέλεσε η περίοδος μετά την εισβολή, όταν εκατοντάδες πολίτες παρακολουθούσαν τις συνεδριάσεις, οι οποίες διαρκούσαν μέχρι τα ξημερώματα. Η παράδοση με τις ολονύκτιες συνεδριάσεις συνεχίστηκε για πολλά χρόνια, αλλά μόνο για την ημέρα ψήφισης του προϋπολογισμού με τις δευτερολογίες των πολιτικών αρχηγών. Σε κάποιο διάστημα ξεκίνησε και η απευθείας ραδιοφωνική μετάδοση των συνεδριάσεων της Ολομέλειας και αργότερα η απευθείας τηλεοπτική μετάδοση της συζήτησης του προϋπολογισμού. Αποτέλεσμα ήταν οι συνεδριάσεις να ολοκληρώνονταν αρχικά λίγο πριν από τα μεσάνυκτα και σιγά-σιγά μέχρι και τις εννέα, δηλαδή εντός των δελτίων ειδήσεων. Επί Προεδρίας Δημήτρη Συλλούρη ξεκίνησε η απευθείας μετάδοση όλων των συνεδριάσεων της Ολομέλειας από το ΡΙΚ, καθώς και διαδικτυακά, αλλά τα ποσοστά τηλεθέασης είναι απογοητευτικά.
Σε επίπεδο Κοινοβουλευτικών Επιτροπών οι συνεδριάσεις άνοιξαν για τους δημοσιογράφους και τις κάμερες επί Προεδρίας Βάσου Λυσσαρίδη. Με την πάροδο των χρόνων, το «δώρο» της δημοσιότητας κατάντησε «άδωρο», αφού επιτήδειοι βουλευτές μόλις ξεκινούσαν οι κάμερες άρχιζαν τις φωνές για μερικά δευτερόλεπτα, όσα και ο χρόνος στα τηλεοπτικά ρεπορτάζ και μόλις έκλειναν οι κάμερες είτε σιωπούσαν είτε συνήθως έφευγαν από τις συνεδρίες. Το κακό παράγινε με τις σατιρικές εκπομπές, οι οποίες «μετέτρεψαν» τη Βουλή, σε παράρτημα σατιρικού θεάτρου. Επί Προεδρίας Δημήτρη Χριστόφια, ύστερα από πολλές συζητήσεις και διαφωνίες, αποφασίστηκε να ακολουθηθεί το μοντέλο των δικαστηρίων, όπου επιτρέπεται η παρουσία των δημοσιογράφων, μόνο για καταγραφή των συζητήσεων. Οι κάμερες θα έμπαιναν για λίγα λεπτά, θα κατέγραφαν εικόνες χωρίς ήχο και στο τέλος κάθε συνεδρίας θα έκανε δηλώσεις μόνο ο Πρόεδρος της Επιτροπής, μεταφέροντας το γενικό συμπέρασμα.
Στην πράξη όμως συνέβη κάτι άλλο. Προβαίνουν σε δηλώσεις πολλοί βουλευτές, κρατώντας πολλές φορές και ουρά, και οι δηλώσεις δεν έχουν μερικές φορές σχέση με τα λεχθέντα στις Επιτροπές. Αποτέλεσμα να χαθεί το ενδιαφέρον, οι δημοσιογράφοι να καλύπτουν ελάχιστες συνεδριάσεις, ενώ ορισμένοι δημοσιογράφοι, κυρίως εφημερίδων, περιορίζονται σε αυτό το οποίο λέγεται διαρροές εγγράφων, παραγνωρίζοντας τις συνεδριάσεις. Μοιραία το βάρος έπεσε στο ΚΥΠΕ, το οποίο καλύπτει τις συνεδριάσεις με πολλούς δημοσιογράφους, αλλά και πάλι δίνοντας το βάρος στις δηλώσεις. Τώρα, στο νέο διακύβευμα, αν μεταδίδονται απευθείας ή όχι οι συνεδριάσεις των κοινοβουλευτικών επιτροπών. Άραγε ποιος θα είναι στο τέλος της ημέρας ο κερδισμένος. Η διαφάνεια και η ενημέρωση των πολιτών ή οι σατιρικές εκπομπές;