Κύριο Άρθρο
Καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται για όγδοη εβδομάδα τώρα -χωρίς να βρίσκεται καμία διαδικασία σε εξέλιξη για την επίτευξη της κατάπαυσης του πυρός αρχικά και συμφωνία ειρήνης σε κατοπινό στάδιο- η ανησυχία ότι πρόκειται για μια κατάσταση που ενδεχομένως να αφεθεί να συνεχίζεται μέχρι το τέλος του έτους εντείνεται. Σε αυτό το πλαίσιο, κανένας δεν είναι σε θέση να πει πως μια παρατεταμένη πολεμική σύγκρουση δεν θα ξεφύγει και σε άλλες γειτονικές χώρες, με ανεξέλεγκτες συνέπειες. Αυτή η διαπίστωση αναγκάζει αρκετές χώρες να αναθεωρήσουν τον τρόπο που βλέπουν αυτόν τον πόλεμο και κυρίως να αναλογιστούν τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να αντιδράσουν.
Στη Γερμανία έχει ξεκινήσει συζήτηση για την ανάγκη αποστολής οπλισμού στην Ουκρανία, όπως είναι τα σύγχρονα τανκς δυτικής τεχνολογίας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί καλύτερα η ρωσική επιθετικότητα. Ο κυβερνητικός συνασπισμός, όμως, παρουσιάζεται διχασμένος καθώς υπάρχει η ανησυχία μήπως αποτελέσει η Γερμάνια τον επόμενο στόχο της Ρωσίας οπότε, θα ήταν καλύτερα μια τέτοια ενέργεια να γίνει συντονισμένα, μέσα από τη συμμαχία του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, οι διαφορετικές απόψεις που εκφράζονται από το πράσινο κόμμα και τους φιλελεύθερους αγγίζουν πλέον τα όρια της κυβερνητικής κρίσης, καθώς γίνεται πλέον ξεκάθαρα λόγος για απουσία ηγεσίας στην καγκελαρία, σε μια συγκυρία πολύ κρίσιμη για τη χώρα και την Ευρώπη.
Στην Ιταλία, ο επικεφαλής της κυβέρνησης Μάριο Ντράγκι, αντιλαμβανόμενος ότι δεν υπάρχει η πολυτέλεια για ταμπού, θέτει ευθέως ζήτημα διακοπής αγορών φυσικού αερίου από τη Ρωσία δηλώνοντας ότι μια τέτοια εξέλιξη είναι εφικτή. Ο Ιταλός πρωθυπουργός γνωρίζει ότι η συνέχιση χρηματοδότησης αυτού του πολέμου θα έχει ως αποτέλεσμα να διαρκέσουν οι εχθροπραξίες στο μέτωπο των συγκρούσεων για πολλούς μήνες ακόμα, επηρεάζοντας αρνητικά την ευρωπαϊκή οικονομία. Υπάρχουν, δήλωσε, εναλλακτικές που είναι πιο άμεσες από ότι αρχικά πιστεύαμε και εξέφρασε την ευχή να προχωρήσουν σύντομα και άλλες χώρες σε ανάλογες επιλογές. Στην περίπτωση της Ιταλίας η προσπάθεια εξασφάλισης επιπλέον ποσοτήτων φυσικού αερίου έχει στραφεί προς την Αλγερία.
Σε αυτήν τη νέα πραγματικότητα, που αργά αλλά σταθερά αρχίζουν να συνειδητοποιούν οι Ευρωπαίοι ηγέτες, επανέρχεται η συζήτηση για επιβολή πλαφόν στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο έτσι ώστε να ανακοπεί το κύμα ακρίβειας που ναρκοθετεί τις αναπτυξιακές προοπτικές της ευρωπαϊκής οικονομίας. Οι τιμές των αγαθών ενέργειας δεν έχουν πλέον καμία σχέση ούτε με τις ιστορικές τιμές τους, ούτε με το κόστος παραγωγής τους. Για να προχωρήσει όμως αυτή η προσπάθεια θα πρέπει όλοι εντός Ευρώπης να συνειδητοποιήσουν ότι τα επίπεδα κατανάλωσης θα πρέπει άμεσα να προσαρμοστούν στα δεδομένα αυτής της νέας κανονικότητας.
Οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και των κυρώσεων που επέβαλε η Δύση στη Ρωσία στην κυπριακή οικονομία έχουν σε κάποιο βαθμό αναγνωριστεί και επιμετρηθεί. Σε κάθε τέτοια συζήτηση αυτό που πάντα είχε ιδιαίτερη βαρύτητα ήταν η διάρκεια του πολέμου και η σημασία μια γρήγορης κατάληξης. Προφανώς τα δεδομένα σήμερα δε συνηγορούν προς μια σύντομη κατάληξη οπότε, θα ήταν φρόνιμο όλοι οι εμπλεκόμενοι να αναθεωρήσουν προς τα κάτω τις προβλέψεις τους. Αυτή η άσκηση αφορά, εκτός από το υπουργείο Οικονομικών, τις τράπεζες, τις επιχειρήσεις αλλά και τα νοικοκυριά που θα πρέπει να προσαρμοστούν σε ένα νέο καταναλωτικό πρότυπο.