ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Προσαρμοστικότητα και ευελιξία

Η αποχώρηση των κεντρικών τραπεζών από τις αγορές ομολόγων τρομάζει τις αγορές οι οποίες για χρόνια λειτουργούσαν υπό τη έντονη επιτήρηση των νομισματικών αρχών

Κύριο Άρθρο

Κύριο Άρθρο

Ο πόλεμος στην Ουκρανία παγιώνει τον πληθωρισμό σε επίπεδα που ξεπερνούν τις αρχικές εκτιμήσεις των κεντρικών τραπεζών. Ως εκ τούτου, η εστίαση το επόμενο διάστημα θα αφορά σε πιο παραδοσιακά εργαλεία νομισματικής πολιτικής όπως είναι η αύξηση των βασικών επιτοκίων. Η αμερικάνικη ομοσπονδιακή τράπεζα παρουσιάζεται έτοιμη για άλλες έξι αυξήσεις των επιτοκίων φέτος ενώ και στην περίπτωση της ΕΚΤ τα περιθώρια στενεύουν για τις δικές της ενέργειες. Αναλυτές εκτιμούν ότι στην περίπτωση της ΕΚΤ στόχος είναι η όποια απόφαση να μετατεθεί για μετά το καλοκαίρι με την προσδοκία ότι μέχρι τότε θα έχει ξεκαθαρίσει το σκηνικό σε σχέση με την παρούσα γεωπολιτική.

Η αποχώρηση των κεντρικών τραπεζών από τις αγορές ομολόγων τρομάζει τις αγορές οι οποίες για χρόνια λειτουργούσαν υπό τη έντονη επιτήρηση των νομισματικών αρχών, οι οποίες διοχέτευαν τεράστια ρευστότητα για να διατηρούν το θηρίο σε κατάσταση ηρεμίας. Η απότομη όμως απόσυρση αφήνει τις αγορές να λειτουργήσουν χωρίς υποστήριξη, κάτι που έχει να συμβεί εδώ και πολλά χρόνια επαναφέροντας δυσάρεστες μνήμες. Ήταν τότε που η κρίση του ευρώ είχε κατακλύσει τα πρωτοσέλιδα προκαλώντας παγκόσμια ανησυχία και φόβους για την συνοχή της Ευρωζώνης. Έκτοτε το θηρίο τράφηκε με πολλά δισεκατομμύρια ευρώ μέσα από τα προγράμματα της ΕΚΤ διασφαλίζοντας χρόνια ηρεμίας και οικονομικής προόδου.

Η ένταση του πληθωρισμού πλήττει κυρίως τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα επηρεάζοντας τόσο την αξία των περιουσιακών τους στοιχείων – κυρίως ιδιόκτητη κατοικία - όσο και την αγοραστική τους δύναμη. Η εκτίμηση του πληθωρισμού για το σύνολο του 2022 ανέρχεται σε επίπεδα άνω του 5% δημιουργώντας ένα πρωτοφανές σκηνικό για την ιστορία της Ευρωζώνης, η οποία από συστάσεως είχε ταυτιστεί με την σταθερότητα των τιμών και την διασφάλιση της αγοραστικής δύναμης των ευρωπαίων πολιτών. Είναι προφανές ότι η οικονομική αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης αργά αλλά σταθερά αλλάζει προς κάτι καινούργιο που αφού προηγουμένως αξιολογηθεί θα πρέπει να υπεισέλθει στο μίγμα πολιτικών που ετοιμάζονται για την Ένωση.

Ξεκάθαρα προκύπτει ότι η γεωπολιτική αυτή κρίση δεν ήταν κάτι για το οποίο ήταν προετοιμασμένη η Ευρωζώνη. Αυτό φαίνεται και από τις χλιαρές αντιδράσεις των θεσμών σε σχέση με την ανάγκη διασφάλισης οικονομικής συνοχής για τους ευρωπαίους πολίτες. Αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό και αποτέλεσμα της κόπωσης σε οικονομικό επίπεδο που προκάλεσε η διετία της πανδημίας, η οποία «εξάντλησε» τα επίπεδα ανοχής των παραδοσιακά συγκρατημένων βόρειων χωρών σε μεγαλύτερα ανοίγματα προς την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Σημαντικός παράγοντας επίσης είναι και η κατάσταση σε πολιτικό επίπεδο όπου η νέα γερμανική κυβέρνηση εμφανίζεται κλειδωμένη απέναντι στις εξελίξεις την ίδια ώρα που η Γαλλία όλο αυτό το διάστημα βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο.

Μέχρι η Ευρώπη να αποκτήσει βηματισμό για τις αναγκαίες κοινές αποφάσεις οι χώρες θα πρέπει να αντλήσουν πληροφόρηση για τις προθέσεις και των άλλων κρατών μελών και να ετοιμάσουν τα δικά τους εθνικά σχέδια δράσης, που θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στα εντελώς νέα οικονομικά δεδομένα που καμία σχέση δεν έχουν με ό,τι είχαμε μέχρι σήμερα. Η άντληση νέων πόρων μέσα από νέα ταμεία που θα δημιουργηθούν δεν αποτελεί αυτή την περίοδο εφικτή επιλογή. Όλες οι προσπάθειες θα πρέπει να εστιάσουν στην μεταφορά υφιστάμενων κονδυλίων σε νέες δράσεις που θα έχουν επιλεγεί στο πλαίσιο της παρούσας οικονομικής συγκυρίας.

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Κύριο Άρθρο

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: Τελευταία Ενημέρωση

X