Μιλάει χωρίς περιστροφές και μισόλογα και δεν φοβάται να συγκρουστεί μετωπικά με πολιτικούς, όταν τους θεωρεί εμπόδια στο έργο του. Στους διαδρόμους του δικαστηρίου των Βρυξελλών είναι γνωστός και ως ο «Σερίφης», αφού καταδιώκει ανελέητα όσους καταλήγουν στο στόχαστρό του. Τον αποκαλούν επίσης με το παρατσούκλι «Κύριος 100 εκατομμύρια» επειδή αυτό είναι το ποσό που επιστρέφεται κάθε χρόνο στο βελγικό Δημόσιο χάρη στο ερευνητικό του έργο. Ο λόγος για τον Βέλγο εισαγγελέα Μισέλ Κλεζ, τον άνθρωπο που μεθοδικά και με άκρα μυστικότητα κατάφερε ως επικεφαλής της ομάδας κατά της διαφθοράς να αποκαλύψει πρόσφατα το σκάνδαλο «Κατάρ-γκέιτ» και να προφυλακίσει τους εμπλεκόμενους, συμπεριλαμβανομένης της Εύας Καϊλή. Σύμφωνα με τα βελγικά μέσα οι έρευνες του ξεκίνησαν τον περασμένο Ιούλιο και έμειναν κρυφές, δεν καταγράφηκαν δηλαδή στη βάση δεδομένων των βελγικών αστυνομικών αρχών για να μην υπάρχει σ’ αυτές πρόσβαση από κανένα πλην της δικής του μικρής ομάδας ώστε να μη διαρρεύσει κάτι που θα τίναζε την έρευνα στον αέρα.
Ο ίδιος σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Soir είπε το εξής: «η Δημοκρατία για μένα τα έχει παίξει». Κι αυτή είναι ίσως η πιο ουσιαστική πολιτική θέση που άκουσα εδώ και καιρό. Μακάρι να είχαμε λοιπόν και εδώ έναν κ. Κλεζ, πόσο μάλλον πολλούς τέτοιους εισαγγελείς και ανακριτές, διατεθειμένους να ξεμπροστιάσουν ακόμα και τους υψηλά ιστάμενους στην πολιτική ιεραρχία, προκειμένου να πατάξουν τη διαφθορά. Όχι μόνο δεν έχουμε αλλά εξακολουθούμε να βλέπουμε ανθρώπους των θεσμών αλλά και διάφορους άλλους αρμόδιους να ελίσσονται μπροστά στα μάτια μας αναλόγως συμφερόντων, είτε ψηφοθηρικών, είτε μικροκομματικών, είτε άλλων, προκειμένου να μην αναγκαστούν να πάρουν το μαχαίρι μέχρι το κόκκαλο και να αρθρώσουν τα πράγματα με το όνομά τους. Κανείς στην πολιτική σκηνή δεν μιλάει ξεκάθαρα και θαρραλέα για την κατάντια μας σε σχέση με τη διαφθορά και δη από τους τρεις επικρατέστερους υποψηφίους που θέλουν να μας πείσουν ότι θα εξυγιάνουν το τοπίο. Δεν αρκούν όμως οι εξαγγελίες ούτε και οι υποσχέσεις.
Πρέπει να το λέει η καρδιά σου, να το υπαγορεύει η αίσθηση του καθήκοντος που κυλά στις φλέβες σου και να το εκπέμπει όλη η ψυχοσύνθεσή σου πως δεν ανέχεσαι τα φαινόμενα της διαφθοράς από όποιους κι αν προέρχονται και όσο βαθιά στο παρελθόν κι αν πηγαίνουν. Ο κ. Κλεζ όχι μόνο το είπε καθαρά πως «α εγκλήματα των λευκών κολλάρων είναι ο καρκίνος της δημοκρατίας» αλλά έβαλε στόχο να ανατρέψει αυτή τη θλιβερή πραγματικότητα. Γι’ αυτό και σήμερα είναι γνωστός ως ο αμείλικτος τιμωρός της διαφθοράς, ως σύμβολο του αγώνα για την πάταξή της, αφού διεξήγαγε τις πιο ευαίσθητες έρευνες κατά της διαφθοράς τα τελευταία χρόνια στο Βέλγιο, τόσο στην πολιτική όσο και στο ποδόσφαιρο και η διαλεύκανσή τους πρόσφερε στους Βέλγους κάτι το οποίο μπορούν να αισθάνονται περήφανοι στα μάτια του κόσμου. Τι χρειάζεται άραγε για να διαθέτει ένας αξιωματούχος αυτό το τσαγανό και το σθένος του κ. Κλεζ να τα βάζει με «θεούς και δαίμονες» για να καθαρίσει την πολιτική και να κάνει τους πολίτες της χώρας του να αισθάνονται λίγο περήφανοι; Γιατί είναι τόσο δυσεύρετη πλέον αυτή η αίσθηση καθήκοντος στα πολιτικά πρόσωπα; Και γιατί είναι τόσο δύσκολο σήμερα να είναι κανείς όπως τον κ. Κλεζ, ένας ατρόμητος ουμανιστής; Θέτω αυτό το ερώτημα προς προβληματισμό αλλά την ίδια ώρα και σαν μέτρο σύγκρισης ώστε να αρχίσουμε να ακονίζουμε το κριτήριό μας με διαφορετικό τρόπο, μήπως και κάποια μέρα καταφέρουμε να αποτελούν θλιβερή μειοψηφία οι αξιωματούχοι και οι διάφοροι σε θέσεις κλειδιά που θεωρούν τη διαφθορά ισοδύναμη με ανθρώπινο δικαίωμα. Ο κ. Κλεζ δηλώνει πάντως επαναστάτης ανθρωπιστής και το αποδεικνύει έμπρακτα. Μήπως είναι αυτό που μας χρειάζεται τελικά; Πραγματικοί επαναστάτες ανθρωπιστές;