Του Απόστολου Τομαρά
Την περίοδο που ο δυτικός συνασπισμός κρατών ετοιμαζόταν να επιτεθεί στο καθεστώς της Δαμασκού, το 2013, η κυπριακή διπλωματία ξεκινούσε μια σημαντική στροφή στον τρόπο με τον οποίο η ίδια αντιλαμβανόταν επί σειρά ετών το παιχνίδι στις διεθνείς σχέσεις. Η στροφή αυτή αποσκοπούσε να υπερκεράσει τη μονοδιάστατη καταγγελτική λογική και πρακτική που αποτελούσε ως τότε κυρίαρχη νοοτροπία στο κυπριακό ΥΠΕΞ.
Απέναντι στην τετριμμένη, κουραστική σε πολλές περιπτώσεις, αλλά κυρίως αναποτελεσματική πολιτική πρακτική, η τότε ηγεσία του ΥΠΕΞ προέταξε ένα νέο δόγμα που είχε ως πυρήνα όχι την κατά μέτωπο διπλωματική αναμέτρηση, αλλά την ανάδειξη της αξίας της Κύπρουστο δυτικό στρατόπεδο. Το νέο στίγμα πολιτικής αποτυπώνεται πλήρως σε ένα απόσπασμα αυτών που είχε πει στην «Κ» ο Ιωάννης Κασουλίδης το 2013:
«Επομένως, έχουν υποχρέωση οι φίλοι της Κύπρου να ξεκινήσουν να μας κοιτάζουν όχι μόνο ως μια χώρα που έχει διαφορές με την Τουρκία, αλλά ως μια χώρα που μπορεί επάξια να εξυπηρετήσει τα γενικότερα ευρωπαϊκά και δυτικά συμφέροντα». Στη λογική αυτή σχεδιάσθηκε το νέο πλαίσιο σχέσεων της Κύπρου με χώρες της περιοχής αλλά και η παρουσία της ευρύτερα σε ευρωπαϊκό και υπερατλαντικό επίπεδο.
Ωστόσο η παλιά πρακτική του παιδιού που συνεχώς γκρινιάζει, δεν εξαλείφθηκε. Επί του προκειμένου κάποιος μπορεί να επικαλεσθεί αρκετά παραδείγματα. Θα μείνω στο πιο πρόσφατο. Ο Ανδρέας Μαυρογιάννης, διπλωμάτης και υποψήφιος για την προεδρία της Δημοκρατίας, υποστήριξε πως το ΦΑ της ανατολικής Μεσογείου θα μπορούσε να πάει προς την Τουρκία πριν τη λύση του πολιτικού προβλήματος. Ο κ. Μαυρογιάννης απλά επανέλαβε κάτι το οποίο υπάρχει ως προοπτική από το 2015, ακόμα και από χώρες με τις οποίες η Κύπρος έχει στενότατες σχέσεις.
Οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν από κάποιους πολιτικούς χώρους φανερώνουν πως το στίγμα μιας ξεπερασμένης πρακτικής έχει βαθιές ρίζες. Κάποιοι στην Κύπρο αλλά και στην Ελλάδα δεν έχουν αντιληφθεί πως η Τουρκία δεν μπορεί να γίνει αόρατη και αυτό φάνηκε τόσο στην περίπτωση της σύγκρουσης της Άγκυρας με τη Δύση όσο και στορωσοουκρανικό πόλεμο. Η λογική του άκρατου αρνητικού και της αδιάκοπης καταγγελτικής τακτικής δοκιμάσθηκε και δεν απέδωσε.
Δεν υποστηρίζω πως η Τουρκία μπορεί να αλλάξει πολιτική π.χ εάν η Κύπρος δεν φέρει ένσταση για τα κοιτάσματα της περιοχής. Υποστηρίζω πως θα δοθεί το μήνυμα σε φίλους και εχθρούς πως η Κύπρος έχει αφήσει πίσω της τον τριτοκοσμικό επιτήδειο ρόλο της,όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο Ιωάννης Κασουλίδης. Παραδείγματι απέναντι στις φωνές που θέλουν την Τουρκία να έχει ρόλο στα ενεργειακά, η Κύπρος δεν θα πρέπει να σταθεί με τη λογική του χθες, γιατί ενδεχομένως να βρεθεί ενώπιον απρόσμενων εξελίξεων.
Για το Ισραήλ η Τουρκία συνιστά «αυξανόμενη απειλή» σύμφωνα με μελέτη του Ισραηλινού Ινστιτούτου της Ιερουσαλήμ για τη Στρατηγική και την Ασφάλεια. Ωστόσο αυτό δεν αποτρέπει τις προοπτικές συνεργασίας των δυο χωρών στα ενεργειακά. Μπροστά στο ενδεχόμενο της αυτοαπομόνωσης, η Κύπρος επιβάλλεται να έχει θέση στις μελλοντικές διεργασίες εδραιώνοντας τα όσα έχει πετύχει σε επίπεδο περιφερειακών συνεργασιών.
Εξάλλου η πρόταση του κ. Μαυρογιάννη αφορούσε την απορρόφηση ποσοτήτων ΦΑ από την τουρκική αγορά και όχι ένα ενεργειακό διάδρομο προς την Ευρώπη. Ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας δεν δαμάζεται με λογικές «τουρκοφάγου» αλλά με σύνεση και μαεστρία που να λειτουργεί πιεστικά προς την Άγκυρα. Αυτό αφορά και κάποιους από την πλευρά της Αθήνας που έχουν την ψευδαίσθηση και την απαίτηση όλος ο κόσμος να μιλά την ίδια με εμάς γλώσσακατά της Τουρκίας. Είναι οι ίδιοι που νομίζουν πως οι Γάλλοι και οι Αμερικανοί θα πολεμήσουν για εμάς σε μια σύγκρουση με την Τουρκία.