Του Απόστολου Τομαρά
Η αντιπαράθεση που ξέσπασε μεταξύ κυβέρνησης και κομμάτων για την αναφορά νόμου που ψήφισε η Βουλή και αφορά τον Ανεξάρτητο Φορέα Κοινωνικής Στήριξης επανάφερε για πολλοστή φορά την υπευθυνότητα που πρέπει να επιδεικνύουν τα κόμματα στο δημόσιο λόγο και στάση τους. Για αρκετές μέρες ο δημόσιος διάλογος αναλώθηκε σε ένα θέμα για το οποίο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορούσε να πράξει διαφορετικά. Δηλαδή να προσπεράσει σοβαρά ζητήματα προστασίας προσωπικών δεδομένων τι στιγμή μάλιστα που είχε στα χέρια του, τη θέση του νομικού του συμβούλου που είναι η Νομική Υπηρεσία. Τα πλείστα κόμματα επιτέθηκαν στον Νίκο Χριστοδουλίδη επειδή έστειλε στο Συνταγματικό Δικαστήριο νόμο της Βουλής με τον οποίο θα δίνονται στη δημοσιότητα τα ονόματα όσων συνεισφέρουν στο Ταμείο του Φορέα. Τα κόμματα όχι μόνο πολιτικοποίησαν με την προεδρική απόφαση αλλά προσπάθησαν να πείσουν ότι πίσω από αυτή βρίσκεται η σύζυγος του Προέδρου Φιλίππα Καρσερά η οποία ως πρώτη Κυρία προεδρεύει του Φορέα.
Προκαλεί θλίψη η σπουδή κάποιων βουλευτών να πείσουν πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην άσκηση των καθηκόντων του ενεργεί με προσωπικά ελατήρια. Και η θλίψη δεν αφορά το πρόσωπο του Νίκου Χριστοδουλίδη αλλά του Θεσμού που υπηρετεί. Ηθελημένα ή άθελα όσοι πρόσαψαν στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας προσωπικό όφελος στην ουσία εξίσωσαν την Κυπριακή Δημοκρατία με τριτοκοσμικά καθεστώτα στα οποία κυριαρχεί ο ένας ο οποίος ενεργεί κατά το δοκούν χωρίς νόμους και πλαίσια. Και δυστυχώς στη δημόσια αντιπαράθεση συμμετείχαν και βουλευτές των λεγόμενων μεγάλων κομμάτων.
Δεν θα σταθώ στην ουσία της αναφοράς που είναι συνταγματικά ζητήματα αλλά στην πασιφανή προσπάθεια να πληγεί το προεδρικό κύρος. Το συγκεκριμένο περιστατικό δεν είναι το μοναδικό όπου στο δημόσιο διάλογο παρεισφρέουν θέματα που εξυπηρετούν τη λαϊκίστικη αντίληψη. Ιδιαίτερα μετά την οικονομική κρίση αλλά και την έκρηξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης περιστατικά του είδους πολλαπλασιάστηκαν δημιουργώντας μια «κανονικότητα» όπως αυτή του Ευρωβουλευτή Φειδία Παναγιώτου αλλά και της αύξησης των ποσοστών του ακροδεξιού μορφώματος του ΕΛΑΜ. Εν τη απουσία πολιτικής ατζέντας κάποιοι βουλευτές στην προσπάθειά τους να κρατηθούν στον αφρό αρπάζονται από τα μαλλιά του πνιγμένου, στην προκειμένη περίπτωση του λαϊκισμού.
Το φαινόμενο δεν είναι κυπριακό. Στην Ελλάδα αλλά και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη έχει εξελιχθεί σε κυρίαρχη πολιτική πρακτική. Όσοι συνάδελφοι πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στη τηλεόραση το πρώτο που έμαθαν ήταν πως μια είδηση εάν την ξεχειλώσεις για να την πουλήσεις σε εκθέτει ανεπανόρθωτα. Το ίδιο συμβαίνει με κάποια θέματα του δημόσιου διαλόγου προκειμένου να δικαιολογήσουν κάποια κόμματα το ρόλο τους.
Κάτι παρόμοιο συνέβη και με τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη ο οποίος χρησιμοποιήθηκε από βουλευτές και όχι μόνο και τον οδήγησαν στην έξοδο από την Ελεγκτική Υπηρεσία. Εν αντιθέσει με τη δημόσια εικόνα ενός θεσμικού αξιωματούχου το πολίτευμά μας δεν έχει προνοήσει και για τη συμπεριφορά των εκπροσώπων του λαού με αποτέλεσμα ο καθένας να λέει και να υποστηρίζει ότι θέλει. Η λαϊκίστικη συμπεριφορά δημοσίων προσώπων βρίσκεται πίσω από την αγανάκτηση των πολιτών οι οποίοι στην προσπάθειά τους να τιμωρήσουν το παλιό αναδεικνύουν φαινόμενα τύπου Φειδία.
Όσοι έδειξαν περίσσια σπουδή στην περίπτωση του Φορέα Κοινωνικής Στήριξης δεν έπραξαν κάτι διαφορετικό από το κάλεσμα του κύπριου ευρωβουλευτή στους μαθητές να αγνοήσουν την πρόθεση συντεταγμένου οργάνου της Δημοκρατίας να βάλει φρένο στα κινητό τηλέφωνα εντός των σχολείων. Στην προσπάθειά τους να πείσουν αγνόησαν πως για το συγκεκριμένο Ταμείο υπάρχει πλαίσιο ελέγχου και λογοδοσίας και πως τα κόμματα τα οποία επικαλέστηκαν ότι δημοσιοποιούν τις εισφορές τους δεν είναι Φορείς.
Για τον Δημοκρατικό Συναγερμό που πρωτοστάτησε πρέπει να του υπενθυμίσουν πως ο Φορέας συστάθηκε το 2014 δηλαδή τη χρονιά που στο Προεδρικό ήταν ο Νίκος Αναστασιάδης χωρίς να δημοσιοποιηθούν ποτέ τα ονόματα των δωρητών και χωρίς να υπάρξει ανάγκη για τροποποίηση του σχετικού νόμου.