Του Παναγιώτη Καπαρή
Ο αείμνηστος Τάσσος Παπαδόπουλος, σε μια συνεδρία της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής, πριν μερικές δεκαετίες, αναφέρθηκε σε ένα δικό του, ξεχασμένο δάνειο της δεκαετίας 1970, το οποίο κλήθηκε να αποπληρώσει την δεκαετία του 1980. Ο τραπεζίτης κάλεσε τον Τάσσο Παπαδόπουλο να καταβάλει επί πέντε το αρχικό ποσό του δανείου, υπολογίζοντας τόκους, πανωτόκια και άλλες χρεώσεις. Ο καλός δικηγόρος υπέδειξε τον τότε νόμο, ο οποίος προέβλεπε ότι «σταματά» να αυξάνεται το δάνειο όταν φθάσει στο διπλάσιο του αρχικού ποσού. Ο Τάσσος πλήρωσε το διπλάσιο ποσό και καθάρισε σε μια μέρα. Ωστόσο κανείς δεν ξέρει, πόσα άλλα «θύματα» πλήρωσαν εν αγνοία τους, πολλαπλάσια ποσά. Και όλα αυτά μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000, όπου με μια «μονοκονδυλιά» καταργήθηκε στα «μουλωχτά» η συγκεκριμένη νομοθεσία, η οποία στόχευε στην προστασία των δανειοληπτών. Η ιταλική φράση «colpo grosso», η οποία σημαίνει άκομψο πλήγμα και βρόμικο τέχνασμα, πάει γάντι με την τραγωδία με τις εκποιήσεις κατοικιών, τα κόκκινα δάνεια και τους πολυβασανισμένους «φιλεύσπλαχνους» εγγυητές.
Στην αντίπερα όχθη οι κακοπληρωτές, τα «αμαρτωλά σαΐνια», τα οποία ζουν εις βάρος των «άτυχων» οι οποίοι έχασαν τις δουλειές τους ή τους κτύπησε η κακιά μοίρα και αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Χαμένοι σε αυτό το «παιγνίδι» είναι και οι τίμιοι μεροκαματιάρηδες, οι οποίοι καταθέτουν τα λεφτά τους στις τράπεζες και χάνουν, από τα ουσιαστικά μηδενικά επιτόκια, τις χρεώσεις των Τραπεζών, τις φορολογίες του κράτους, αλλά και το «σαράκι» του πληθωρισμού. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλες σοβαρές χώρες, οι οποίες έφθασαν στο χείλος του οικονομικού γκρεμού, η αντιμετώπιση ανάλογων κρίσεων έγινε με παρέμβαση του κράτους, και σε χρόνο ρεκόρ. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο πρώην πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, μετά την κατάρρευση της «πυραμίδας» της «Lehman Brothers», ξαφνιάζοντας τους πάντες, κρατικοποίησε τράπεζες και σε δύο περίπου χρόνια, πούλησε σε ιδιώτες επενδυτές τις μετοχές, δύο ή και τρεις φορές πιο ακριβά. Στη Μεγάλη Βρετανία, η αείμνηστη πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ ακολούθησε αντίστροφη πορεία, όταν παράλαβε ουσιαστικά μια χρεοκοπημένη χώρα. Ιδιωτικοποίησε σχεδόν όλες τις δημόσιες επιχειρήσεις, τόλμησε και τα έβαλε με τις Συντεχνίες και τελικά κατάφερε να σώσει την χώρα της.
Στην Κύπρο η αντιμετώπιση των οικονομικών κρίσεων αντιμετωπίζεται με «μακροχρόνιους» αγώνες –όπως το κυπριακό– και με χιλιάδες άγνωστα θύματα τα οποία «καταριούνται» την μοίρα τους και τους πρωταίτιους του εγκλήματος. Το 1999 είχαμε το χρηματιστηριακό σκάνδαλο το οποίο άφησε πίσω του αυτοκτονίες, πτωχεύσεις, την διάλυση της μεσαίας τάξης και την μεταφορά απίστευτου πλούτου από τους πολλούς, στους λίγους.
Έρευνες επί ερευνών, αλλά όλα σταματούσαν στην «αδυναμία» του νομικού συστήματος απονομής δικαιοσύνης και στην έλλειψη πολιτικής βούλησης για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Το 2013 είχαμε το κούρεμα των καταθέσεων, την πρωτοφανή «νόμιμη» κλοπή χρημάτων από τις τσέπες καταθετών. Αντί με το κούρεμα να τελειώσει η «εκτέλεση των θυμάτων», ακολούθησε ένα συνεχές μαρτύριο το οποίο συνεχίζεται εδώ και δέκα χρόνια. Στο δημόσιο κουρεύτηκαν οι μισθοί, στον ιδιωτικό τομέα σημειώθηκε ένα «πογκρόμ» απολύσεων, με αποτέλεσμα οι δανειολήπτες να σταματήσουν να πληρώνουν τα χρέη τους. Θύματα και οι αθώοι εγγυητές, οι οποίοι εισήλθαν σε μια απίστευτη περιδίνηση με πολλές κοινωνικές, ψυχολογικές και οικονομικές συνέπειες. Η «μακροχρόνια» διαδικασία αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων εξυπηρετεί ουσιαστικά τα πολυεθνικά «funds» –τους οργανισμούς αγνώστων μετόχων, οι οποίοι αγόρασαν «τσάμπα» τα προβληματικά δάνεια και τώρα ξεπουλούν περιουσίες για να πάρουν τα χρήματα τους, στο πολλαπλάσιο. Ανάλογη είναι και η συμπεριφορά των «αχάριστων» τραπεζών, οι οποίες διασώθηκαν από το κούρεμα των καταθετών. Αν επανέλθει η νομοθεσία για «σταμάτημα» της αύξησης των δανείων, όταν φθάνουν στο διπλάσιο ποσό του αρχικού χρέους, τότε θα σταματήσει και ο «μακροχρόνιος». Τα «funds» δεν θα έχουν λόγο να παρατείνουν την παρουσία τους στην Κύπρο και οι μονοπωλιακές τράπεζες θα «σοβαρευτούν» και δεν θα χρεώνουν ακόμη και τον αέρα που αναπνέουν οι πελάτες τους. Η όλη ιστορία φέρνει στο προσκήνιο τις δραματικές ιστορίες με τους τοκογλύφους, οι οποίοι μέχρι και την ανεξαρτησία της Κύπρου αποτελούσαν πραγματική μάστιγα. Για ένα κομμάτι ψωμί άρπαζαν σπίτια και χωράφια και ενίοτε παιδιά και γυναίκες. Από τους τοκογλύφους, λέγεται, βγήκε και η φράση ότι, για να πλουτίσεις πρέπει να πατήσεις επί πτωμάτων.
Δεν είναι τυχαίο και το γεγονός ότι για αιώνες η Κύπρος, ήταν ξακουστή για τα φονικά και τους επαίτες. Ευτυχώς υπάρχει και η θεία δίκη και όλα εδώ πληρώνονται, είτε στους δράστες, είτε στα παιδιά τους, όσο σκληρό και αν ακούγεται.