Κύριο Άρθρο
Η νέα οικονομική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης θα πρέπει να περιλαμβάνει περισσότερα ενοποιητικά στοιχεία, με στόχο την ομαλοποίηση των κρίσεων που ενδεχομένως θα προκύψουν σε μια περιοχή ή χώρα της ΕΕ. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα είναι δυνατόν να εμφανιστούν στο μέλλον κρίσεις όπως εκείνη που ανέκυψε στην Ελλάδα το 2009 και έλαβε πανευρωπαϊκές διαστάσεις. Αμέσως μετά την ελληνική κρίση, πολλά επενδύθηκαν στην ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης καθώς στην ενοποίηση των κεφαλαιαγορών της ζώνης του ευρώ. Σήμερα, δέκα και πλέον χρόνια μετά, γίνεται από όλους αντιληπτό ότι πρόκειται για δύο πολύ αργές διαδικασίες με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η ευρωζώνη να βιώσει στο άμεσο μέλλον μια νέα μεγάλη οικονομική κρίση. Οδηγός για τα επόμενα βήματα αποτελεί προφανώς το σύστημα οικονομικής διακυβέρνησης που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ, που δεν επιτρέπει σε μια τοπική κρίση να αποτελέσει απειλή για αποσταθεροποίηση της οικονομίας της χώρας. Αδιαμφισβήτητα, η ένωση των ευρωπαϊκών χωρών δεν προσφέρει τα δημοσιονομικά εργαλεία που υπάρχουν στην περίπτωση των ΗΠΑ για αναδιανομή των πόρων και διόρθωση των προβλημάτων. Εντός των ευρωπαϊκών μηχανισμών η αντιμετώπιση των προκλήσεων θα πρέπει να αναζητηθεί μέσα από παλαιότερες εισηγήσεις, μια εκ των οποίων ήταν η πρόταση των πέντε προέδρων του 2015, η οποία αποτέλεσε τη συνέχεια της πρότασης του 2012. Αξίζει να σημειωθεί ότι η τελευταία πρόταση έγινε σε μια περίοδο που κορυφωνόταν η ελληνική κρίση και ο λαός καλείτο μέσα από δημοψήφισμα να αποφασίσει για την παραμονή ή όχι της χώρας στην ευρωζώνη.
Οι πέντε πρόεδροι για τους οποίους γίνεται λόγος είναι οι επικεφαλής της Κομισιόν, της Ευρωβουλής, της ΕΚΤ, του Eurogroup και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Στην έκθεση που έφερε την υπογραφή τους γίνονταν συγκεκριμένες εισηγήσεις με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2025 και απώτερο στόχο η ευρωζώνη να θωρακιστεί, αποτρέποντας νέες δοκιμασίες. Τα χρόνια, όμως, πέρασαν και αρκετές από τις τότε εισηγήσεις προχώρησαν λίγο έως καθόλου, με αποτέλεσμα να απαιτείται σήμερα άμεση δράση. Σε αυτό το πλαίσιο προβάλλεται η ανάγκη ενός δημοσιονομικού μηχανισμού σταθεροποίησης των εθνικών οικονομιών. Τα πλεονεκτήματα ενός κεντρικού ταμείου στήριξης των εθνικών οικονομιών σε περιόδους κρίσεων έγιναν πλήρως κατανοητά σε αυτήν την πανδημία, όπου το ταμείο ανθεκτικότητας και ανάκαμψης αγκαλιάστηκε με θέρμη από τα κράτη-μέλη, ενώ αρκετά εναπόθεσαν σε αυτό τις ελπίδες τους για επανεκκίνηση. Σε αυτήν ακριβώς τη βάση θα αναζητηθεί στο άμεσο μέλλον μια πιο μόνιμη δομή μέσα από έναν νέο και αναβαθμισμένο ρόλο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας. Σύμφωνα με τις αρχικές σκέψεις, ο νέος μηχανισμός θα αφορά στη δυνατότητα παραχώρησης χαμηλότοκων δανείων στα κράτη μέλη σε συνεχή βάση. Εγκαταλείπονται συνεπώς σκέψεις για περισσότερες κεντρικές παροχές που προκαλούν αντιδράσεις λόγω του ηθικού κινδύνου που ανακύπτει κάθε φορά που γίνεται χρήση χρημάτων των Ευρωπαίων φορολογούμενων για διάσωση συγκεκριμένων κρατών που αποτυγχάνουν. Η διατήρηση της σταθερότητας στην ευρωζώνη σε μια περίοδο μεγάλων προκλήσεων αποτελεί το απαραίτητο συστατικό για ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Η ομαλή πρόσβαση κάθε εθνικής οικονομίας στις αγορές για χρηματοδότηση των αναγκών της θα πρέπει να διασφαλίζεται σε συνεχή βάση μέσω ευρωπαϊκών μηχανισμών, αποτρέποντας δυσάρεστες καταστάσεις του παρελθόντος. Η επόμενη περίοδος είναι κρίσιμη για την επίτευξη μεγάλων ευρωπαϊκών στόχων όπως είναι η κλιματική αλλαγή. Αυτή η μεταρρυθμιστική προσπάθεια θα πρέπει να οικοδομηθεί μέσα σε συνθήκες σταθερότητας αν πρόκειται να καταστεί επιτυχής.