Κύριο Άρθρο
Η μεγάλη απόσταση που χωρίζει τα τρέχοντα επίπεδα του πληθωρισμού σε σχέση με τον στόχο που έχει θέσει η ΕΚΤ στην πρόσφατη αναθεώρησή της στρατηγικής της είναι κάτι που προβληματίζει. Το Ιούλιο του 2021, η ΕΚΤ μετά από 18 χρόνια στασιμότητάς αποφάσισε να διαφοροποιήσει την στρατηγική της για την νομισματική πολιτική. Μεταξύ άλλων, είχε τεθεί ο μεσοπρόθεσμος στόχος για τον πληθωρισμό στο 2%. Από τότε πολλά έχουν αλλάξει με δύο να είναι τα σημαντικότερα στοιχεία. Πρώτον, το άνοιγμα των αγορών μετά την λήξη της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης που επέβαλε η πανδημία της covid19, και δεύτερον η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο που μας πέρασε.
Σήμερα, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Ευρωζώνης (Αύγουστος 2022) ο πληθωρισμός κυμαίνεται κατά μέσο όρο στο 9% ενώ αρκετές χώρες καταγράφουν ήδη διψήφια αύξηση. Δημιουργείται συνεπώς εύλογα το ερώτημα κατά πόσο η νέα στρατηγική για τον πληθωρισμό (2%) είναι ρεαλιστική και δεύτερο και σημαντικότερο πώς θα γίνει κατορθωτό οι προσδοκίες για το ύψος του πληθωρισμού μεσοπρόθεσμα να διατηρηθούν πλησίον του στόχου που έθεσε η ΕΚΤ. Οι αυξήσεις των επιτοκίων που είδαμε πρόσφατα θα επενεργήσουν στην οικονομία μετά από μια περίοδο που κυμαίνεται από 12 έως 24 μήνες. Στο μεταξύ κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθούν οι προσδοκίες κοντά στον στόχο και γι’ αυτό βλέπουμε αυτό το διάστημα επιθετικές κινήσεις στα επιτόκια και δηλώσεις που επιβεβαιώνουν ότι θα γίνουν όσες αυξήσεις απαιτηθούν για να επιτευχθεί ο στόχος. Είναι σημαντικό, μας ενημερώνουν οι κεντρικοί τραπεζίτες, να κινηθούμε επιθετικά έτσι ώστε να αποτρέψουμε παγίωση των αντιλήψεων γύρω από τα παρόντα «απαράδεκτα» επίπεδα τιμών προτού αυτά γίνουν μέρος της νέας κανονικότητας.
Σύμφωνα με την ΕΚΤ, το σενάριο της ύφεσης προκύπτει από το ενδεχόμενο πλήρους διακοπής της τροφοδοσίας φυσικού αερίου από την Ρωσία. Σε μια τέτοια περίπτωση η ύφεση το 2023 θα είναι της τάξης του 1% και ο πληθωρισμός θα κυμανθεί περί το 7%. Προβλέπεται λοιπόν ένα σενάριο αρκετά δυσάρεστο τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά των οποίων οι αντοχές θα δοκιμαστούν στα δύσκολα. Η προβλεπόμενη ύφεση κατά την ΕΚΤ θα είναι άλλη μια παρενέργεια του πολέμου στην Ουκρανία και όχι το αποτέλεσμα της επιθετικής αύξησης των επιτοκίων βάσης. Αυτή η διαπίστωση είναι κόντρα στο αφήγημα ότι η αύξηση των επιτοκίων μπορεί να οδηγήσει την οικονομία σε ύφεση.
Αξιοσημείωτο και το γεγονός ότι στο σενάριο της ύφεσης και άρα μειωμένης ζήτησης δεν αναμένεται υποχώρηση του πληθωρισμού. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι στο μέτωπο της οικονομίας τα δύσκολα βρίσκονται ενώπιόν μας, ενώ η πάροδος του χρόνου και όσο πλησιάζουμε προς τον χειμώνα φαίνεται να επιβεβαιώνει το απεχθές σενάριο της ύφεσης. Προς επιβεβαίωση του τελευταίου, το διεθνές πρακτορείο Bloomberg εκτιμά ότι η πιθανότητα ύφεσης στην Ευρωζώνη εντός του 2023 βρίσκεται στο 80% ενώ εντύπωση προκαλεί η πρόβλεψη ότι η ατμομηχανή της Ευρώπης, Γερμανία, θα «μπει» σε ύφεση εντός των επόμενων μηνών και πριν το τέλος του 2022. Όσον αφορά τον πληθωρισμό δε, σημειώνεται ότι στο σενάριο της ύφεσης (πιθανότητα 80%) η ετήσια αύξηση για το 2023 θα προσεγγίσει το 10% και θα είναι πέντε φορές πάνω από τον στόχο της ΕΚΤ!