ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Οι τράπεζες μπορούν να δώσουν λύσεις

Κύριο Άρθρο

Κύριο Άρθρο

Το τέλος της πανδημίας βρήκε την Ευρωζώνη με εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης οι οποίοι εξανεμίστηκαν το τελευταίο διάστημα οδηγώντας την οικονομία –στην καλύτερη– σε στασιμότητα. Η οικονομία εδώ και μερικούς μήνες πορεύεται χωρίς τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης, γεγονός που δυσχεραίνει την κατάσταση. Η προηγούμενη περίοδος επέτρεψε σχετική ανθεκτικότητα στα νοικοκυριά λόγω των αποταμιεύσεων που είχαν συσσωρεύσει γεγονός που τους έδωσε τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τα πρώτα κύματα ακρίβειας. Η επιθετική νομισματική πολιτική της ΕΚΤ που ακολούθησε για αντιμετώπιση του πληθωρισμού, προστέθηκε με την ακρίβεια και προκαλεί προβλήματα στην εξυπηρέτηση των δανείων. Οι τράπεζες από την άλλη, καταγράφουν σημαντικά κέρδη τα οποία γιγαντώθηκαν για όσες τράπεζες είχαν ψηλούς δείκτες ρευστότητας και μικρό ποσοστό δανείων σταθερού επιτοκίου. Κατά μέσο όρο υπολογίζεται πως το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο ανέβηκε 35% σε σχέση με την περίοδο πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Τα αυξημένα επιτόκια εκτός από κέρδη φέρνουν και προβλήματα όσον αφορά στην ποιότητα του ισολογισμού. Συγκεκριμένα, η αναφορά γίνεται για το χαρτοφυλάκιο ομολόγων και δανείων όπου η πρώτη κατηγορία απειλείται από την μεταβλητότητα στις αγορές και η δεύτερη από τη μείωση της αγοραστικής δύναμης επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Ο τομέας των ακινήτων αποτελεί εστία προβληματισμού ειδικότερα σε περιοχές όπου οι τιμές είναι αυξημένες. Μέχρι στιγμής η μεγαλύτερη διόρθωση (10% σε ένα τρίμηνο) παρατηρείται στον τομέα των εμπορικών ακινήτων. Την ίδια στιγμή η αύξηση στο κόστος χρηματοδότησης των ακινήτων δημιουργεί πίεση για περαιτέρω αυξήσεις στα ενοίκια, επιτείνοντας τον φαύλο κύκλο της ακρίβειας και της μείωσης της αγοραστικής δύναμης. Όσον αφορά στην νομισματική πολιτική, η παραδοχή όλων είναι ότι η αύξηση των επιτοκίων έχει εξαντλήσει τα όρια της οικονομίας και δεν θα πρέπει να αναμένεται κάτι περαιτέρω. Για τη συνέχεια αναμένεται υποχώρηση της κερδοφορίας των τραπεζών λόγω αύξησης στο κόστος χρηματοδότησης που θα προκύψει είτε μέσα από τις καταθέσεις πελάτων είτε μέσα από τις εκδόσεις ομολόγων. Η αβεβαιότητα στις αγορές παραμένει έντονη, γεγονός που τροφοδοτεί την μεταβλητότητα και επηρεάζει αρνητικά τα ομόλογα που κατέχουν οι τράπεζες στους ισολογισμούς τους. Η Silicon Valley Bank ως θύμα αυτής της συγκυρίας αποτελεί πλέον προηγούμενο και θα υπενθυμίζει για πάντα ότι μια μεσαία τράπεζα μπορεί να προκαλέσει συστημικό πρόβλημα αν αφεθεί χωρίς στήριξη. Έχουν περάσει πολλά χρόνια από την τελευταία φορά που οι επενδυτές «κοίταξαν» με ενδιαφέρον τον τραπεζικό κλάδο. Ακόμη και έτσι όμως, οι αποτιμήσεις παραμένουν καθηλωμένες με τις πλείστες ευρωπαϊκές τράπεζες να διαπραγματεύονται σε έκπτωση ως προς το ύψος των κεφαλαίων τους. Υπολογίζεται ότι η μέση ευρωπαϊκή τράπεζα διαπραγματεύεται με έκπτωση ίση με 30% ως προς τα ίδια κεφάλαια όταν η προσδοκώμενη μέση απόδοση προσεγγίζει το 12%. Με αυτά τα δεδομένα εύκολα κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι ο τραπεζικός κλάδος στην Ευρώπη παραμένει βαθιά υποτιμημένος. Από άποψη κερδοφορίας, οι τράπεζες της Ευρωζώνης βρίσκονται στην καλύτερη τους κατάσταση συγκριτικά με τα τελευταία χρόνια. Η συγκυρία αποτελεί ευκαιρία για διόρθωση χρόνιων παθογενειών ούτως ώστε να ανακτηθεί η χαμένη δυναμική. Επίσης, στο θεσμικό επίπεδο υπάρχει πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει όσον αφορά στην εμβάθυνση της εποπτείας και στην ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης. Ένας ισχυρός και διεθνώς αναγνωρισμένος τραπεζικός τομέας που θα λειτουργεί στην καρδιά της Ευρωζώνης μπορεί να προσφέρει σιγουριά και αυτοπεποίθηση σε μια οικονομία που απειλείται με ύφεση και αμφισβητούνται οι προοπτικές της.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Κύριο Άρθρο

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: Τελευταία Ενημέρωση