Κύριο Άρθρο
H αποκλιμάκωση του πληθωρισμού θα είναι αργή αλλά σταθερή εντός του 2024, εκτιμά η ΕΚΤ η οποία αναμένει βραχυπρόθεσμα ψηλότερες τιμές. Σε γενικές γραμμές, οι εκτιμήσεις για την πορεία του πληθωρισμού έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω αν και ο στόχος του 2% διατηρείται για το 2025. Με τον πληθωρισμό σε πορεία αποκλιμάκωσης, η ακρίβεια των τιμών αποδίδεται στις πιέσεις που δέχεται το μοναδιαίο εργατικό κόστος ως αποτέλεσμα της ισχυρής αγοράς εργασίας. Η δυναμική στο εργατικό κόστος αν και προβληματίζει σε σχέση με την αποκλιμάκωση των τιμών, την ίδια στιγμή προκαλεί συγκρατημένη αισιοδοξία ότι η ανάκαμψη –αν και ασθενική– δεν θα εκτροχιαστεί.
Οι πρόσφατες επιθετικές ενέργειες στα επιτόκια συνεχίζουν να επηρεάζουν την οικονομική δραστηριότητα προς την κατεύθυνση περιορισμού της ζήτησης, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό αποφορτίζει τον πληθωρισμό. Στον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα η οικονομία αναμένεται στάσιμη, επηρεαζόμενη από τη μείωση στην κατανάλωση. Μεσοπρόθεσμα η εικόνα προβλέπεται βελτιωμένη ως αποτέλεσμα της αύξησης των εισοδημάτων των εργαζομένων και της βελτίωσης των συνθηκών στο παγκόσμιο εμπόριο. Ακόμη κι έτσι, η μέση ανάπτυξη καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους θα κυμανθεί σε ποσοστά κάτω του 1%. Η ευρωπαϊκή οικονομία χρειάζεται άμεσα προσαρμογή της δημοσιονομικής πολιτικής με στόχο την αντιμετώπιση των προκλήσεων που βρίσκονται ενώπιόν μας. Η ομαλοποίηση των τιμών της ενέργειας επιτρέπει την απόσυρση των έκτακτων μέτρων οικονομικής βοήθειας αποφορτίζοντας τις κρατικές δαπάνες. Αυτό θα επιτρέψει την προσήλωση στη μείωση του χρέους που έχει συσσωρευτεί το προηγούμενο διάστημα. Την ίδια στιγμή, δεν θα πρέπει να παραμελείται η μεταρρυθμιστική προσπάθεια η οποία με τη βοήθεια του ταμείου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας αναμένεται πως θα ενταθεί καθώς οι πόροι είναι εξασφαλισμένοι και οι μεγάλες αλλαγές για τόνωση της ανταγωνιστικότητας εντελώς απαραίτητες.
Η έντονη περίοδος αβεβαιότητας της προηγούμενης περιόδου σιγά-σιγά ομαλοποιείται, επαναφέροντας τις αποδόσεις των ομολόγων σε κανονικά επίπεδα. Τα επιτόκια της αγοράς βρίσκονται σε πτωτική τροχιά προεξοφλώντας την πεποίθηση πολλών αναλυτών ότι οι μειώσεις των επιτοκίων θα έρθουν πιο γρήγορα από ό,τι αναμένονται. Όσον αφορά στα τραπεζικά επιτόκια η κατάσταση διαφοροποιείται αφού παρατηρούμε προσαρμογή των καταθετικών προς τα πάνω, ενισχύοντας την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Στο μέτωπο του δανεισμού οι μειώσεις στη ζήτηση, αν και ανεπαίσθητες, προβληματίζουν όσον αφορά τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές. Σύμφωνα με τις μετρήσεις της ΕΚΤ η μείωση στη ζήτηση για νέα δάνεια από νοικοκυριά «τρέχει» με διπλάσιους ρυθμούς από ό,τι στις επιχειρήσεις.
Η επιδείνωση των συνθηκών βρίσκει το τραπεζικό σύστημα σε αυξημένα επίπεδα ανθεκτικότητας επιτρέποντας την απορρόφηση των δυνητικών πιέσεων. Χωρίς αρνητικές εκπλήξεις η χρηματοοικονομική σταθερότητα προβλέπεται διασφαλισμένη, αν και οι επόπτες μετά τις αποτυχίες της SVB και Credit Suisseτον Μάρτιο του 2023 βρίσκονται σε αυξημένη εγρήγορση. Στην παρούσα φάση η έμφαση δίνεται στην ρευστότητα και την ποιότητα των στοιχείων του ενεργητικού (δάνεια, ακίνητα, ομόλογα).
Οι πρόσφατες αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών για διατήρηση των επιτοκίων στα προηγούμενα επίπεδα έχουν δημιουργήσει προσδοκίες οι οποίες θα απαιτήσουν διαχείριση. Μερικοί προεξοφλούν μέχρι και έξι μειώσεις των επιτοκίων στο δολάριο εντός του 2024. Όσοι έχουν την εμπειρία και γνωρίζουν την ανυπομονησία των αγορών αλλά και τον τρόπο που αντιδρούν όταν οι αρχικές προσδοκίες διαψευστούν, παρακολουθούν με προβληματισμό. Εξάλλου, πάντα υπήρχε η απορία πως οι επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων θα μπορέσουν να αντιστραφούν με συγκροτημένο τρόπο.