Κύριο Άρθρο
Η μάχη με τον πληθωρισμό είναι αδυσώπητη. Κεντρικοί τραπεζίτες και υπουργοί οικονομικών με τα μέσα που διαθέτουν προσπαθούν να «δαμάσουν» το θηρίο. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε τις αυξήσεις των επιτοκίων που επιδιώκουν οι κεντρικές τράπεζες, ενώ στη δεύτερη περίπτωση έχουμε τη δυνατότητα για περικοπή των δαπανών και την αύξηση των φορολογιών από τις κυβερνήσεις. Πρώτιστος στόχος ο περιορισμός της εξάπλωσης και σε δεύτερο χρόνο η επίτευξη πιο διατηρήσιμων τιμών για διαφύλαξη της υγείας των οικονομιών. Ο πληθωρισμός προφανώς και δεν πρέπει να αναμένεται πως θα συνεχίσει να καλπάζει, «φλερτάροντας» με διψήφιες τιμές, όμως αυτό που θα πρέπει να προσεχθεί είναι το επίπεδο σταθεροποίησης. Προς το παρόν αυτό είναι κάτι που είναι νωρίς να διαφανεί και μάλλον θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι τον επόμενο χρόνο.
Ο πληθωρισμός του 2023 αποτελεί το κλειδί για την πορεία της οικονομίας, αφού γύρω από τη συγκεκριμένη τιμή είναι που θα «χτιστούν» οι μεσοπρόθεσμες προσδοκίες σε σχέση με τα επιτόκια και τους μισθούς. Οι Κεντρικές Τράπεζες κινούνται γύρω από τον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% ως ένα υγιές σημείο ισορροπίας, όμως αυτή η μάχη έχει μάλλον χαθεί. Δυστυχώς, οι τιμές που καταγράφονται σε ορισμένες οικονομίες είναι μέχρι και πέντε φορές υψηλότερες από τον κεντρικό στόχο, γεγονός που κάνει αρκετούς αναλυτές να εκτιμούν ότι ακόμη και αν επιτευχθεί αποκλιμάκωση στο 50% των παρόντων επιπέδων, ο πληθωρισμός θα κυμαίνεται μέχρι και τρεις φορές πάνω από τα όρια των οικονομικών αντοχών.
Η μέση τιμή γύρω από την οποία θα «κατασταλάξει» ο πληθωρισμός το επόμενο διάστημα θα καθορίσει εν πολλοίς το ύψος των επιτοκίων και τις αυξήσεις των μισθών. Ακόμη και με πληθωρισμό στο 5% αντιλαμβάνεται κάποιος ότι η απόσταση που μας χωρίζει από τη σημερινή πραγματικότητα των μηδενικών επιτοκίων και των μηδενικών αυξήσεων στους μισθούς προκαλεί δέος μόνο στη σκέψη. Η εκτίναξη του κόστους χρήματος και κόστους παραγωγής δεν μπορεί παρά να υποσκάψει μια αναιμική ούτως ή άλλως ανάπτυξη, η οποία βάλλεται και από μια βαθιά γεωπολιτική κρίση που αλλάζει τους εμπορικούς δεσμούς μεταξύ των χωρών.
Είναι συνεπώς ξεκάθαρο ότι η μάχη κατά του πληθωρισμού μάς αφορά όλους και δεν πρέπει να θεωρείται αποκλειστική ευθύνη των τεχνοκρατών πίσω από τις κλειστές πόρτες. Οι κοινωνίες μπορούν και πρέπει ν’ αντιδράσουν. Χρυσή ευκαιρία αποτελεί η παρούσα ενεργειακή κρίση που βάζει φωτιά στους προϋπολογισμούς επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Οι πολίτες καλούνται να περιορίσουν την κατανάλωση ρεύματος. Εξάλλου, όπως έχει λεχθεί, ακόμη και αν εγκαταστήσουμε σε όλη την Ευρώπη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για κάλυψη του 100% των αναγκών μας, αυτό δεν θα είναι ποτέ αρκετό, αν δεν αλλάξουμε τις καταναλωτικές μας συνήθειες.
Η οικονομία βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι όπου το προηγούμενο σημείο ισορροπίας έχει χαθεί. Η αναζήτηση της νέας ισορροπίας περνά μέσα από τη μάχη κατά του πληθωρισμού. Η κυπριακή οικονομία σε αυτή τη μάχη καλείται να αντιμετωπίσει και συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες. Αυτές έχουν να κάνουν με το μοντέλο ανάπτυξης που στηρίζεται στην παραχώρηση δανείων για επενδύσεις και κατανάλωση. Όσον και αν αυξήσουν τα επιτόκια οι Κεντρικές Τράπεζες, αν οι εμπορικές τράπεζες έχουν πλεονάζουσα ρευστότητα, που θα επιδιώξουν να «ξεφορτωθούν», τότε το πρόβλημα του πληθωρισμού δεν θα γίνει κατορθωτό να επιλυθεί.