ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Τέλος εποχής

Κύριο Άρθρο

Κύριο Άρθρο

Η πολυαναμενόμενη συνάντηση νομισματικής πολιτικής της 9ης Ιουνίου δεν έκρυβε καμία έκπληξη. Τουναντίον επιβεβαίωσε τις προσδοκίες που είχαν φροντίσει να δημιουργήσουν τα στελέχη της ΕΚΤ όλο αυτό το διάστημα. Η πρώτη μετά από καιρό αύξηση των επιτοκίων θα γίνει τον ερχόμενο μήνα και θα συνδυαστεί με τον τερματισμό του προγράμματος αγοράς ομόλογων. Η πρώτη μετά από πολύ καιρό αύξηση των επιτοκίων θα είναι ύψους 0,25% και θα λάβει χώρα την 21η Ιουλίου όπως πολύ συγκεκριμένα έχει προσδιοριστεί. Καθοδήγηση έχει επίσης δοθεί και για μια δεύτερη αύξηση τον Σεπτέμβριο αδιευκρίνιστου όμως μεγέθους, καθώς θα αποφασιστεί σύμφωνα με την εικόνα των μακροοικονομικών στοιχείων. Πάντως, ήδη έχει αρχίσει η συζήτηση για το αν θα επιχειρηθεί διπλάσια αύξηση (0,5%), φέρνοντας ξανά τα επιτόκια καταθέσεων σε θετικό πρόσημο. Αυτά όμως είναι αποφάσεις που θα εξαρτηθούν από την πραγματική πορεία του πληθωρισμού. Το σημαντικό είναι ότι η ποσοτική χαλάρωση των τελευταίων ετών λαμβάνει οριστικά τέλος τη 1η Ιουλίου του 2022.

Στο μακροοικονομικό επίπεδο ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η πρόβλεψη της ΕΚΤ για τη συνέχεια, η οποία σκιαγραφεί ένα ιδιαίτερα δύσκολο 2023, αφού ο πληθωρισμός προβλέπεται να ξεπεράσει την ανάπτυξη κατά 1,4%. Προβλέπεται συνεπώς ένα ιδιότυπο οικονομικό φαινόμενο όπου η αύξηση στις τιμές θα παύσει να προκαλεί, όπως παραδοσιακά είχαμε συνηθίσει, μεγαλύτερη κατανάλωση, και άρα ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά θα φέρει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Το ίδιο σκηνικό, αλλά σε πολύ πιο ήπιο τόνο, αναμένεται να έχουμε και το 2024, χρονιά που προβλέπεται ο πληθωρισμός να προσεγγίσει τον μακροχρόνιο στόχο του 2%.

Στην ανάλυση της ΕΚΤ διαπιστώνεται διασπορά του πληθωρισμού στο 75% των προϊόντων παρόλο που αρχικά είχε ξεκινήσει ως μια εισαγόμενη κρίση ακρίβειας που αφορούσε κατά βάση τα προϊόντα ενέργειας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος σε αρκετά νοικοκυριά, επιβαρύνοντας τις προοπτικές ανάπτυξης για τη συνέχεια. Στα θετικά των οικονομικών προοπτικών σημειώνεται η ισχυρή ανάκαμψη της τουριστικής βιομηχανία, η οποία θα αντιμετωπίσει ισχυρή ζήτηση με πρώτο και κύριο τον τομέα της φιλοξενίας και των ταξιδιών.

Η πολύ σημαντική για την Ευρώπη βελτίωση των τουριστικών δεδομένων θα επιφέρει πλήρης ανάκτηση των προ πανδημίας επιπέδων στον εσωτερικό τουρισμό, ενώ οι αφίξεις από χώρες εκτός Ευρώπης θα υπολείπονται κατά 30%. Η μεγαλύτερη δυναμική εμφανίζεται αυτή την περίοδο στη δυτική Ευρώπη, ενώ αντίθετα στην ανατολική πλευρά της γηραιάς ηπείρου η ρώσο-ουκρανική κρίση «βαραίνει» σε πολύ μεγάλο βαθμό το κλίμα, προκαλώντας καθυστέρηση στην ανάκαμψη κατά μία τουλάχιστον διετία.
Η Κύπρος επηρεάζεται από το σοβαρό πλήγμα που δέχεται η ρωσική οικονομία λόγω κυρώσεων με αποτέλεσμα να επηρεάζεται το 20% των συνολικών αφίξεων. Αν και οι προσπάθειες για κάλυψη των απωλειών είναι σημαντικές και πολυεπίπεδες δεν υπάρχει δυστυχώς ο απαιτούμενος χρόνος για πλήρη ανατροπή των εις βάρος μας δεδομένων. Επιπλέον, η ενεργειακή κρίση αποτελεί ακόμα ένα επιβαρυντικό παράγοντα, καθώς όχι μόνο αυξάνει το κόστος λειτουργίας των τουριστικών επιχειρήσεων, αλλά επιβαρύνει το κόστος μεταφοράς, προκαλώντας ανταγωνιστικό μειονέκτημα, αφού η Κύπρος μόνο αεροπορικώς μπορεί να προσεγγιστεί.

Το τέλος εποχής που προσδιόρισε η ΕΚΤ βρίσκει την κυπριακή οικονομία να έχει ολοκληρώσει έναν πλήρη οικονομικό κύκλο από το 2011 και μετά αφήνοντας μικτό αποτύπωμα θετικών και αρνητικών επιρροών γεγονός που καθιστά τη συνέχεια αβέβαιη.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Κύριο Άρθρο

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: Τελευταία Ενημέρωση

X