Του Απόστολου Τομαρά
Ουδείς αμφέβαλε για τη στάση του ΑΚΕΛ απέναντι στη κυβέρνηση Χριστοδουλίδη, ειδικά αν ληφθούν υπόψη και οι χαρακτηρισμοί, κάποιων της Αριστεράς, για το πρόσωπο του τότε υποψηφίου, μετά τον πρώτο γύρο των Προεδρικών Εκλογών. Η επίθεση του ΑΚΕΛ με το καλημέρα, και τη στιγμή μάλιστα που η επίσκεψη του Προέδρου της Δημοκρατίας στην Ελλάδα ήταν σε εξέλιξη, εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να οφειλόταν μόνο σε μια πολιτική διαφωνία η οποία σημειωτέων και για λόγους πολιτικού σαβουάρ βιβρ θα μπορούσε να αναμένει την επιστροφή της κυπριακής αποστολής στη Λευκωσία. Πλέον είναι ξεκάθαρο, ακόμα και στους πλέον μετριοπαθείς ή αισιόδοξους, πως το ΑΚΕΛ θα ακολουθήσει τακτική σκληρού ροκ απέναντι στον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη, θεωρώντας τον ως μια προέκταση της προηγούμενης κυβέρνησης. Τα θέματα υπόστασης της Κυπριακής Δημοκρατίας που ηγέρθησαν από το ΑΚΕΛ το μόνο που πετυχαίνουν είναι να ανακαλούν μνήμες που λογικά θα έπρεπε να είχαν σβήσει στα 63 χρόνια ζωής της Δημοκρατίας.
Η Κύπρος δεν είναι μια νεοσύστατη κρατική οντότητα που κινδυνεύει από εξωτερικές παρεμβάσεις ή αναζητεί ρόλο και θέση στο διεθνές περιβάλλον. Είναι μέλος της Ε.Ε. και συμμετέχει ισότιμα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, χωρίς να κινδυνεύει με καπέλωμα, γιατί περί αυτού πρόκειται ασχέτως προπετάσματος μιας ενδεχόμενης αντίδρασης της τουρκικής πλευράς, ακόμα και από την Ελλάδα. Η αντίδραση του ΑΚΕΛ ήταν υπερβολική, βεβιασμένη και άκαιρη και αυτό που μπορεί να διατυπωθεί ως εύλογη απορία είναι αν θα ήταν η ίδια εάν π.χ. ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης ανακοίνωνε μια παρόμοια συμφωνία με τη Γαλλία ή τη Γερμανία. Εάν η απάντηση θα ήταν καταφατική σε αυτή την περίπτωση στην Εζεκία Παπαϊωάννου δεν θα πρέπει να εκπλαγούν αν επικριθούν για ιδεοληψίες. Η Κύπρος και η Ελλάδα μπορεί να έχουν εθνικούς δεσμούς, είναι όμως και δύο διαφορετικές κρατικές οντότητες με στενή συνεργασία, σε διμερές επίπεδο και εντός Ε.Ε. Πώς δηλαδή μια κοινή συνεδρία των Υπουργικών Συμβουλίων π.χ. για θέματα αμυντικής συνεργασίας μπορεί να πλήξει την οντότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας; Χριστοδουλίδης και Μητσοτάκης δεν ανακάλυψαν τον τροχό την περασμένη Δευτέρα στο Μαξίμου. Αποφάσισαν κάτι που ως πρακτική εφαρμόζεται και από άλλες χώρες. Η Κίνα καπέλωσε τη Γερμανία όταν τα Υπουργικά Συμβούλια των χωρών πραγματοποίησαν κοινή συνεδρία μέσω τηλεδιάσκεψης; Σαφέστατα όχι. Είναι δικαίωμα του ΑΚΕΛ να καθορίσει τη στάση του έναντι της κυβέρνησης. Όχι όμως να τραβάει θέματα, ευαίσθητα, από τα μαλλιά ειδικά αυτή την περίοδο όπου βρίσκεται σε τροχιά αλλαγών. Καλές οι αλλαγές αλλά θα πρέπει να αλλάξουν και νοοτροπία.
Το ΑΚΕΛ ως σοβαρή πολιτική δύναμη του τόπου θα έπρεπε να ανέμενε την επιστροφή του Προέδρου της Δημοκρατίας στη Λευκωσία και στην πρώτη συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου να ζητήσει ενημέρωση από τον ίδιο τον κ. Χριστοδουλίδη. Η αντίδρασή του ήταν βεβιασμένη και με διάθεση μικροπολιτικής αντιπολίτευσης. Από την άλλη η κυβέρνηση, θα πρέπει να εξηγήσει ποια η ανάγκη σύστασης ενός οργάνου με κοινές συνεδρίες τη στιγμή που υπάρχει το Διακυβερνητικό Συμβούλιο, Κύπρου - Ελλάδας. Μήπως υπήρχαν κενά τα οποία θα καλύψουν οι κοινές υπουργικές συνάξεις; Το δεύτερο θέμα που πρέπει να προβληματίσει το Προεδρικό είναι η διαχείριση ανάλογων ζητημάτων, επικοινωνιακά. Δεν μπορεί τη μία μέρα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να κάνει λόγο για κοινές συνεδρίες των Υπουργικών Συμβουλίων των δύο χωρών και την επομένη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, προφανώς όχι αυτοβούλως, να τα γυρίζει ή να προσπαθεί να λειάνει τις γωνίες. Εδώ το ΑΚΕΛ, ασχέτως προθέσεων, έχει απόλυτο δίκιο να διερωτάται τι ισχύει από τα δύο. Και δυστυχώς δεν είναι το μοναδικό περιστατικό. Και σε άλλα ζητήματα ο πήχης τέθηκε ψηλά, ποσοστά γυναικών στο Υπουργικό Συμβούλιο, συμμετοχή παλαιών υπουργών στην κυβέρνηση, και όχι αδίκως επικρίθηκε από αντιπάλους του. Πρέπει να γίνει κατανοητό πως η προεκλογική περίοδος ολοκληρώθηκε και πως η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να μετρά τα λόγια της.