Κύριο Άρθρο
Ο πληθωρισμός αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα στην οικονομία το οποίο οι κεντρικές τράπεζες παλεύουν εδώ και μήνες να τιθασεύουν. Η προσοχή για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν στραμμένη στους μισθούς σε μια προσπάθεια να αποτραπεί η μετάδοση και άρα η μονιμοποίηση του φαινομένου στην πραγματική οικονομία. Η κατάσταση στο μέτωπο των μισθών παρέμεινε όμως αμετάβλητη, γεγονός που επέτρεψε την υποχώρηση του πληθωρισμού μόλις οι τιμές της ενέργειας ξεκίνησαν την πτωτική τους πορεία. Αυτή ήταν η κατάσταση το 2022, κάτι που όμως δεν αναμένεται να ισχύσει και αυτήν την χρονιά αφού οι οργανωμένοι φορείς των εργαζομένων πιέζουν προς την κατεύθυνσή αύξησης των μισθών για αντιμετώπιση της ακρίβειας.
Με βάση τα στοιχεία στην Ευρωζώνη το τέταρτο τρίμηνο του 2022 το 50% της αύξησης των τιμών εσωτερικού ήταν το αποτέλεσμα πιέσεων για αυξημένη κερδοφορία των επιχειρήσεων
Αυτό όμως που παρατηρήθηκε τη χρονιά που μας πέρασε και βρίσκεται στο επίκεντρό της προσοχής των υπευθύνων είναι η άνοδος στα κέρδη των επιχειρήσεων. Αυτό υπήρξε το αποτέλεσμα πιέσεων στις τιμές πάνω από τα επίπεδα που δικαιολογούσαν οι αυξημένες τιμές πρώτων υλών και ενέργειας. Αυτή η πρακτική ορισμένων επιχειρήσεων τροφοδοτεί τον πληθωρισμό τον οποίο με σημαντικό κόστος οι κεντρικές τράπεζες μέσω αυξήσεων προσπαθούν να ελέγξουν. Η κατάσταση είναι σοβαρή και σε ορισμένες περιπτώσεις η παρέμβαση του κράτους θα ήταν επιθυμητή.
Με βάση τα στοιχεία στην Ευρωζώνη το τέταρτο τρίμηνο του 2022 το 50% της αύξησης των τιμών εσωτερικού ήταν το αποτέλεσμα πιέσεων για αυξημένη κερδοφορία των επιχειρήσεων. Το ζήτημα του πώς η πίεση για αυξημένα κέρδη έχει επηρεάσει τον πληθωρισμό έχει βρεθεί πρόσφατα στο επίκεντρο των αναλύσεων της νομισματικής αρχής, αφού πλέον έχουν συλλεχθεί και αναλυθεί τα στοιχεία που το αποδεικνύουν. Μια ματιά στα καθαρά περιθώρια κέρδους καταδεικνύει ότι ο συγκεκριμένος δείκτης βρίσκεται στο 8,5-8,7% όταν την περίοδο πριν την πανδημία η καταγραμμένη τιμή ήταν στο 7,2%.
Παραδοσιακά, οι επιχειρήσεις ανεβάζουν τις τιμές τους όταν βρίσκονται αντιμέτωπες με αυξημένα έξοδα πρώτων υλών, όταν αναμένουν ότι αυτό θα συμβεί στο άμεσο μέλλον ή όταν έχουν αρκετή δύναμη για να το πράξουν χωρίς να κινδυνεύουν να χάσουν μερίδιο αγοράς. Επειδή όμως αυτό δεν είναι κάτι που οι καταναλωτές μπορούν να εξακριβώσουν, αρκετές επιχειρήσεις προχωρούν σε ανατιμήσεις γνωρίζοντας ότι οι συνθήκες ψηλού πληθωρισμού δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για κάτι τέτοιο. Όσοι παρακολουθούν από κοντά την κατάσταση εντοπίζουν περιπτώσεις που ενώ το κόστος των πρώτων υλών μειώνεται οι τιμές των τελικών προϊόντων αυξάνονται.
Η συζήτηση αυτή είναι επίκαιρη γιατί ενώ ο πληθωρισμός παρουσιάζει πτωτική τάση, ο δομικός πληθωρισμός συνεχίζει την ανοδική του κατεύθυνση προκαλώντας ανησυχία ότι το φαινόμενο αρχίζει να φωλιάζει στα θεμέλια της οικονομίας. Δυστυχώς για μεγάλο χρονικό διάστημα η έμφαση είχε δοθεί στους μισθούς αφήνοντας το ζήτημα των κερδών στο περιθώριο, κι ενώ οι μισθοί σε μεγάλο βαθμό τέθηκαν υπό έλεγχο τα εταιρικά κέρδη ξέφυγαν προκαλώντας σήμερα μεγάλη ανησυχία.
Η Κριστίν Λαγκάρντ σε μια προσπάθεια να αναδείξει το ζήτημα κάλεσε τις επιχειρήσεις να αναλάβουν το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί και άμεσα να προχωρήσουν σε ενέργειες που να επιμερίζουν το αυξημένο κόστος στην οικονομία μεταξύ των μισθών των εργαζομένων και των επιχειρηματικών κερδών. Όπως επανειλημμένα έχει λεχθεί, η μάχη με τον πληθωρισμό δεν μπορεί να κερδηθεί εφόσον παραμένει υπόθεση των λίγων, ειδικά όταν οι υπόλοιποι σπρώχνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση.