Κύριο Άρθρο
Η παρούσα γεωπολιτική κρίση επιφυλάσσει σημαντικές προκλήσεις για την οικονομία, η οποία, μεταξύ άλλων, απειλεί τη θέση της Ευρώπης στην παγκόσμια σκακιέρα. Αν και η Ευρώπη παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε σχέση με άλλες δυναμικές οικονομίες, όπως των ΗΠΑ και της Κίνας, πρωταρχικός στόχος παραμένει η οικονομική ασφάλεια των Ευρωπαίων πολιτών, η οποία για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια τίθεται υπό αμφιβολία.
Το κόστος των ψηλών επιτοκίων που αναγκάστηκε να υποστεί η ευρωπαϊκή οικονομία λόγω του πληθωρισμού γίνεται ολοένα και μεγαλύτερο, καθώς η περίοδος διατήρησης επιμηκύνεται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται η επενδυτική δραστηριότητα εις βάρος της ανάπτυξης και της ορατότητας στην οικονομία. Αποτελεί συνεπώς κρίσιμο παράγοντα επιτυχίας η όσο το δυνατόν γρηγορότερη επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο του 2% για να ξεκινήσει η αποκλιμάκωση των επιτοκίων.
Η ΕΚΤ παρακολουθεί με προσοχή τις πηγές του πληθωρισμού με σκοπό να εντοπίσει τη δυναμική τού φαινομένου και να προγραμματίσει τις επόμενες ενέργειες. Η προηγούμενη περίοδος ήταν πτωτική για τον πληθωρισμό στα προϊόντα και στα τρόφιμα. Ικανοποιητικά εκτιμάται πως εξελίσσεται και ο πληθωρισμός στην ενέργεια, αν και οι πρόσφατες εντάσεις έχουν αντιστρέψει την κατάσταση που ευτυχώς δεν πλήττει τα νοικοκυριά λόγω καλοκαιρίας. Όσον αφορά στον τομέα των υπηρεσιών η κατάσταση παρουσιάζει αργή προσαρμογή και βρίσκεται υπό στενή παρακολούθηση έτσι ώστε να μην ακυρώσει την πρόοδο των προηγουμένων μηνών.
Η επόμενη σημαντική συνάντηση στην ΕΚΤ για συζήτηση των επιτοκίων είναι τον Ιούνιο. Ως εκ τούτου τα στοιχεία Απριλίου θα έχουν αυξημένη βαρύτητα στις όποιες αποφάσεις. Τόσο οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη του πρώτου τριμήνου όσο και οι πρώτες πληροφορίες για τον πληθωρισμό του Απριλίου δημιουργούν ένα θετικό κλίμα για τις συζητήσεις που θα ακολουθήσουν. Με την επιφύλαξη των στοιχείων που θα μεσολαβήσουν από σήμερα μέχρι τον Ιούνιο, οι αγορές προεξοφλούν την πρώτη αποκλιμάκωση των επιτοκίων.
Πιθανή έκπληξη θα είναι η διατήρηση των επιτοκίων στα υφιστάμενα επίπεδα και όχι μια μείωση της τάξης των 25 μονάδων βάσης. Σε κάθε περίπτωση τα έως τώρα δεδομένα είναι ενθαρρυντικά χωρίς τίποτε να μπορεί να προεξοφληθεί, αν δεν ληφθούν υπόψη και τα στοιχεία που θα μεσολαβήσουν μέχρι τότε. Σημαντικό να τονιστεί πως η ΕΚΤ ετοιμάζει τον δικό της προγραμματισμό και δεν πρόκειται να παρασυρθεί από αποφάσεις που θα ληφθούν στις ΗΠΑ, αφού οι δύο οικονομίες παρουσιάζουν εντελώς διαφορετική δυναμική.
Η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας αποτελεί το μεγάλο ζητούμενο της περιόδου που όμως το ύψος των επιτοκίων επιβαρύνει συντριπτικά. Πανευρωπαϊκά παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση κεφαλαίων σε χαμηλού ρίσκου τοποθετήσεις όπως είναι οι τραπεζικές καταθέσεις. Το ξεκλείδωμα αυτής της δυναμικής φέρνει ξανά στο προσκήνιο την ανάγκη συγκέντρωσης των επενδυτικών επιλογών κάτω από μία στέγη. Η ολοκλήρωση αυτής της σημαντικής μεταρρύθμισης αναμένεται πως θα προσφέρει στους Ευρωπαίους επενδυτές την απαραίτητη εμπιστοσύνη για να μετακινηθούν από την ασφάλεια των καταθέσεων και να χρηματοδοτήσουν τα ευρωπαϊκά επενδυτικά προγράμματα.
Η στρέβλωση αναφορικά με το ύψος των καταθέσεων στην Ευρώπη σε συνδυασμό με ένα διαρκώς διογκούμενο επενδυτικό έλλειμμα εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την απροθυμία των τραπεζών να αυξήσουν τα επιτόκια υπέρ των καταθετών τους. Συνεπώς και μέχρι να διορθωθεί η ανυπαρξία επενδυτικής προοπτικής τα δεδομένα για όσο χρόνο τα επιτόκια θα παραμένουν στα ψηλά θα συνηγορούν υπέρ της ενίσχυσης των τραπεζικών κερδών.