Του Απόστολου Κουρουπάκη
Δεν ξέρω αν είναι βέβαιο ότι θα βρεθεί τελική λύση για το ζήτημα του Μουσείου Χαρακτικής Χαμπή στα Πλατανίσκια και αν μετά από λίγα χρόνια ή μήνες δεν θα ανακύψει και κάποιο άλλο πρόβλημα. Μακάρι να κάνω λάθος και όλα να κυλήσουν ομαλά και το Μουσείο να συνεχίσει να λειτουργεί όπως πρέπει και το σπουδαίο αρχείο του να προστατευτεί. Μακάρι η παρέμβαση της υφυπουργού Πολιτισμού κας Κασσιανίδου να είναι καταλυτική και να αντιληφθούν όλοι την αξία του να υπάρχει ένα μουσείο τόσο ενεργό στην ύπαιθρο. Ένα μουσείο που αν η τοπική αρχή είχε ελάχιστη αντίληψη για το τι μπορεί να της προσφέρει ολόχρονα δεν θα το πολεμούσε, αλλά θα προσπαθούσε να το αξιοποιήσει προς όφελός της.
Με αφορμή, λοιπόν, το διαχρονικό, όπως φαίνεται πρόβλημα του Μουσείου Χαρακτικής Χαμπή στα Πλατανίσκια, θα πρέπει η Πολιτεία, υφυπουργείο Πολιτισμού, υπουργείο Εσωτερικών, Αρχιεπισκοπή και Μητροπόλεις, κ.ά. να εγκύψει και στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και άλλα μικρά μουσεία, σημαντικά ή λιγότερο σημαντικά, σε χωριά και κωμοπόλεις σε ολόκληρη την ελεύθερη Κύπρο. Θα ήταν πολύ χρήσιμο να γίνει κάποιου είδους χαρτογράφησή τους, να καταρτιστεί ένας κατάλογος μουσείων ανά είδος, να δούμε πού και πώς το κράτος έχει δαπανήσει χρήματα, και αν εν τέλει αυτά τα χρήματα που έχουν πάει στα διάφορα μουσεία και μνημεία είναι καλώς ξοδεμένα και δεν είναι απλώς πεταμένα λεφτά.
Σε πολλές κοινότητες έχουν δοθεί χρήματα από διάφορες πηγές για δημιουργία μουσείων, κυρίως λαογραφικά, λαϊκής τέχνης και θρησκευτικά, αλλά και για συντήρηση μνημείων, όπως για παράδειγμα το Μοναστήρι της Παναγίας του Σίντη στην Πενταλιά, ή ο μύλος της Ροδούς στη Γαλάτα, τα οποία πολλές φορές αφήνονται στη φθορά του χρόνου και των ανθρώπων.
Το θέμα νομίζω με κάποιον τρόπο πρέπει να απασχολήσει τις αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους μας, προκειμένου να διαφυλαχθεί και ο πλούτος των μουσείων αυτών, αλλά και να μη δίνονται χρήματα μόνο και μόνο για τις κορδέλες και μετά τίποτα. Σαφώς και υπάρχουν περιπτώσεις που οι τοπικές κοινότητες προσπαθούν να διατηρήσουν ανοικτά και λειτουργικά τα μουσεία τους, όπως η κοινότητα του Παλαιχωρίου για παράδειγμα. Ωστόσο, είναι αναγκαίο να υπάρξει και σε αυτό το κομμάτι του πολιτισμού μας συγκεκριμένη πολιτιστική πολιτική. Διότι, αν ένα μουσείο, όπως αυτό του Χαμπή, πλήρως λειτουργικό, αντιμετωπίζει από την Πολιτεία και τις υπηρεσίες της την αδιαφορία για τους θησαυρούς που φυλάσσει, σκεφτείτε τι συμβαίνει σε άλλα πιο μικρά μουσεία ή μνημεία, τα οποία είναι ερμητικά κλειστά και ανοίγουν μόνο επί τη ευκαιρία κάποιας περίστασης. Φυσικά, οι δυνατότητες των Κοινοτικών Συμβουλίων είναι συγκεκριμένες και πολλές φορές δεν μπορούν να συντηρήσουν εργαζόμενους γι’ αυτό τον σκοπό, γι’ αυτό είναι χρήσιμο να υπάρξουν προτάσεις και ιδέες για το πώς τα μουσεία και τα μνημεία τους μπορούν να αναδειχθούν και να αποτελέσουν «κεφάλαιο» για την τοπική κοινωνία. Θα είχε ενδιαφέρον να ακούγαμε για τις πολιτιστικές δομές και πώς αυτές θα αξιοποιηθούν μετά τη μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ποια είναι η γνώμη των Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων για αυτά τα θέματα. Μία πρόταση θα ήταν η διοργάνωση περισσότερων εκδηλώσεων όπως οι εκθέσεις «Under/Mining» στην Καλαβασό, «Ανάποδα Βουνά» στη Γαλάτα, ή η «Ακαμαντίς- Head & Hand» στην Πόλη Χρυσοχούς. Η ακόμα αναβάθμιση του προγράμματος πολιτιστικής αποκέντρωσης του υφυπουργείου Πολιτισμού. Θα ήταν χρήσιμο επίσης να αναβαθμιστούν θεσμοί όπως ο Επίτροπος Ορεινών Κοινοτήτων, ή το Ίδρυμα Πολιτισμού Ορεινών Κοινοτήτων Τροόδους.
Τα μουσεία και τα μνημεία στις τοπικές κοινότητες είναι κεφάλαιο γι’ αυτές. Όσο πιο σύντομα το καταλάβουν οι τοπικές αρχές τόσο το καλύτερο γι’ αυτές, γιατί μέσω του πολιτισμού, του δικού τους πολιτισμού, μπορούν να δημιουργήσουν το μέλλον τους.