Του Απόστολου Κουρουπάκη
Το τοπίο πολιτιστικά αυτή την περίοδο είναι ακόμα ξηρό, αλλά συν τω χρόνω θα βρει πάλι τον τρόπο του να βγάλει χορτάρι, άρα για να μην επαναλάβουμε τους εαυτούς μας με τη δημιουργία υφυπουργείου Πολιτισμού, που το πολεμούν θεοί και δαίμονες, ούτε και με τα δύσμοιρα τα Κύπρια και το πώς αυτά δεν είναι αυτό θα έπρεπε να είναι, όσο στο ΥΠΠΑΝ και στις Πολιτιστικές Υπηρεσίες τ’ αντιμετωπίζουν ως πάρεργο. Τέλος πάντων, για τα παραπάνω θα βρούμε χρόνο –είμαι βέβαιος– το αμέσως επόμενο διάστημα.
Για σήμερα θα ήθελα ν’ ασχοληθώ με τον πολιτισμό στον δημόσιο λόγο και πώς αυτός εκφράζεται με τον comme il faut λόγο, αλλά και τον καταγγελτικό και απολογητικό λόγο και με το πόσο εύκολα μπορούμε να κανιβαλίσουμε ή ν’ αγιοποιήσουμε ή και να τηρήσουμε τις εσωτερικές και εξωτερικές μας ισορροπίες, διατηρώντας την άνωθεν καλή μαρτυρία, με κλασικό παράδειγμα πλέον αυτό της κας Αντρούλλας Βασιλείου, η οποία έσπευσε να τοποθετηθεί για την υπόθεση βιασμών στη Θεσσαλονίκη, γράφοντας το ατυχές tweet της και μετά ένα επόμενο. Θα ξεκινήσω όμως από αυτό που συζητούσα τις προάλλες μ’ έναν φίλο, σχετικά με τους αστείους –και ειλικρινά απογοητευτικούς για κάθε νοήμονα άνθρωπο–καβγάδες στα Μέσα Κοινωνικής ∆ικτύωσης, μου είπε λοιπόν άραγε στο καφενείο ή στην καφετέρια, ή σε οποιονδήποτε άλλο δημόσιο χώρο θα τσακώνονταν κατ’ αυτόν τον τρόπο; Θα εκτόξευαν αυτές τις κατηγορίες και αυτές τις βρισιές; Η ειλικρινής απορία του φίλου, μ’ έκανε να το σκεφτώ δυο και τρεις φορές, πριν να καταλήξω ότι όχι, ουδείς θα τσακωνόταν σε δημόσιο χώρο με τον ίδιο τρόπο, διότι θα τον περνούσαν γι’ απολίτιστο και «χώρκατο». Ενώ στις επάλξεις των Μέσων Κοινωνικής ∆ικτύωσης αυτό είναι απαράμιλλος ακτιβισμός, είναι γροθιά στο μαχαίρι, είναι αντίδραση και αυτόματο cancel σε ό,τι μας ενοχλεί και είναι σάπιο.
Και της συζήτησης προϊούσης περάσαμε στα όσα έγιναν με αφορμή το tweet της κας Βασιλείου. ∆εν μ’ ενδιαφέρει πώς λειτούργησε η κα Βασιλείου, προφανώς ενεργοποιήθηκαν κάποια αντανακλαστικά της, δεν ξέρω ποια, και έγραψε ό,τι έγραψε. Λάθος; Λαθότατο! Ένα το κρατούμενο. Από την άλλη όλοι οι αμύντορες του ορθού λόγου και ορθοτομούντες αυτόν, διά μακρών αναρτήσεων έγραφαν μύδρους, με cancel culture, με positions και λοιπά –isation, -isms και –izing και ο λόγος τους ενδύθηκε μανδύα καταγγελίας, αλλά όλα αυτά στο καφενείο «Τα Μέσα Κοινωνικής ∆ικτύωσης», και από την άλλη έχουμε αυτούς που έπρεπε να καταγγείλουν όσους επιτέθηκαν στην κα Βασιλείου και να τους πείσουν για το λάθος τους, και πως κι εκείνοι τελικά ορθοτομούν τον λόγο της αληθείας, με αποτέλεσμα «μαλλιά κουβάρια» και στο τέλος κανείς δεν έχει δίκιο, οι προσβολές προς το πρόσωπο της κας Βασιλείου έμειναν, διότι δεν νομίζω η αμετροέπεια και η ανοησία να δικαιολογούν επίθεση ad hominem. Και φυσικά, από την άλλη πλευρά κανείς δεν χρειάζεται να παίρνει τον ρόλο του δικηγόρου της, και να απαγγέλει φιλιππικούς και ως άλλοι Λυσίες να εκφωνούν περί αδυνάτων λόγους. Γιατί πολλές φορές ξεπετάγεται αυτή η παροιμία, «τωρά εν της παπαθκιάς τα ξύλα» και όσοι έχουν μνήμη και δεν έχει γίνει το μυαλό τους χαλβάς, θυμούνται και πότε, και πώς και γιατί και τα επειδή.
∆εν χρειάζεται κυρίως εμείς οι δημοσιογράφοι να δημοσιολογούμε επί παντός επιστητού, δεν είμαστε ο Λόγος, απλώς έτυχε να έχουμε αυτό το έρμο το προνόμιο, να γράφουμε δημόσια, με το όνομά μας, και να προσπαθούμε να κάνουνε κάτι καλό για όσους δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα, δεν είμαστε ούτε δικαστές, ούτε αρχάγγελοι, ούτε καθοδηγητές, ούτε κρίνουμε διά παντός ζώντες και νεκρούς. Καλό θα είναι λοιπόν να καταλάβουμε όλοι και κυρίως όποιος αξιώνει να είναι σοβαρός με τον εαυτό του, ότι ο δημόσιος χώρος που λέγεται Μέσα Κοινωνικής ∆ικτύωσης, αλλά και τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, είναι ένα μεγάλο καφενείο, ένας χώρος δημόσιας διαβούλευσης, και αν κάποιος έχει να πει κάτι, ας το κάνει, έχοντας ζυγίσει τα καλά και συμφέροντα, όχι της ψυχής του, αλλά εκείνου που αισθάνεται πως έχει περισσότερη ανάγκη από εκείνο.
Κανείς δεν είναι δικηγόρος κανενός και όσοι και όσες σπεύδουν να κρίνουν, να κάνουν φασαρία, και να κατακεραυνώσουν, να είναι έτοιμες και έτοιμοι να το κάνουν και εν μέση οδώ, όταν δουν το άδικο και η αμετροέπεια να βασιλεύουν, και κανονικοί δικηγόροι υπάρχουν και νόμοι υπάρχουν και τότε τα ΜΚ∆ και τα ΜΜΕ να βγουν και να συνηγορήσουν. Όπως έλεγε και ο πατέρας μου, εδώ σε θέλω κάβουρα να περπατάς στα κάρβουνα!