Του Απόστολου Κουρουπάκη
Αλλαγή φρουράς στην Τεχνική Επιτροπή για την Πολιτιστική Κληρονομιά για την ε/κ πλευρά, μιας και ο Τάκης Χατζηδημητρίου παραδίδει τη σκυτάλη της συμπροεδρίας στον Σώτο Κτωρή. Η προσφορά του Τάκη Χατζηδημητρίου στη διάσωση της μνήμης αυτού του νησιού είναι αδιαμφησβήτητη, γιατί γνώριζε πολύ καλά πως αν δεν γίνει κάτι χθες, εκατοντάδες μνημεία θα χανόντουσαν, θα εξαφανιζόντουσαν, θα ελοβοτομείτο σιγά-σιγά και χωρίς κανένας να το πάρει είδηση η ιστορία. Άλλωστε, οι πολλοί δεν ενδιαφέρονται αρκετά για τα μνημεία, δεν ήταν και δεν είναι της μόδας, δεν προσελκύει πολιτικούς η αναστήλωση, ο καθαρισμός, η ανάδειξη. Μόνο όταν πέσει και διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη κάτι θα μαζευτούν γύρω τριγύρω σαν τα όρνεα οι πολιτικοί μας, για να καταγγείλουν τον εγκληματία.
Και ευτυχώς ο Τάκης Χατζηδημητρίου ως πολύπειρος πολιτικός άνδρας ήξερε πώς να μη συγκεντρώνει γύρω του αχρείαστη δημοσιότητα, ήξερε ότι τα προβλήματα που πρέπει η Επιτροπή να υπερπηδήσει είναι πολλά, ίσως και δυσεπίλυτα, αλλά με επιμονή και χειρουργικές κινήσεις έφερνε αποτέλεσμα. Εκατοντάδες μνημεία, εκκλησιαστικά και μη, στέκονται εκεί, δηλώνουν την παρουσία τους, και αυτό συμβαίνει σε ολόκληρη την Κύπρο, μνημεία και αρχαιολογικοί χώροι, τόποι μνήμης, όπως τα κοιμητήρια, αφήνουν το αποτύπωμά τους, για να τα πατήσουμε κι εμείς και ν’ ανασυνθέσουμε το παρελθόν της Κύπρου, που έμελλε να γίνει ιδιαίτερα το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα πεδίο σφοδρής αντιπαράθεσης και διχασμού, διότι κατά την άποψή μου του έλειπαν οι φωτεινοί ταγοί, οι άνθρωποι εκείνοι που θα οδηγούσαν τον ησιόδειο λαό της Κύπρου μακριά από τα σκοτάδια, ένας γίγαντας, για να εκπληρώσει τον στίχο του Κ.Χ. Μύρη: «Στα πίσω χρόνια τα πικρά οπού φωτιά δεν είχε ο κόσμος στις βαθιές σπηλιές τ’ αλέτρι δεν κατείχε [...] Κατέβηκεν ο Γίγαντας μ’ ένα δαδί στο χέρι έριξε φώτα στις σπηλιές και χάρηκε τ’ ασκέρι».
Η μνήμη βιάστηκε, η ιστορία διαβάστηκε χίλιες φορές και γράφτηκε άλλες τόσες, και πάλι φτάνουμε στο σημείο να καταριόμαστε αγάλματα, αντί να βάλουμε τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων και να αναμετρηθούμε με το παρελθόν μας κατάματα. Ο Τάκης Χατζηδημητρίου σε συνέντευξή μας μου είχε πει: «Σε αυτόν τον τόπο κανείς δεν είναι αθώος ενώπιον της υπάρχουσας κατάστασης», μιλώντας για την κατάσταση των μνημείων μας, αλλά εγώ το πάω ένα βήμα παρακάτω, ουδείς είναι αθώος από αυτούς που ενώ μπορούσαν να είναι μερικά βήματα από τον απλό χωρικό ή εργάτη, το μόνο που έκαναν είναι να το ταΐζουν υποσχέσεις και κόκκινα μήλα, και μιλάω για όλους τους Κύπριους. Κράταγαν όλοι αλυσίδες και τις τύλιγαν γύρω από τα πόδια των γερόντων, που στο τέλος της ημέρας έμειναν ακήδευτοι στα χωράφια τους, για να σώσουν όχι τους εαυτούς τους, αλλά τα κοπάδια τους. Κράταγαν αλυσίδες και τις τύλιγαν γύρω από τα φουστάνια γυναικών που είτε έμελλε να καούν και αυτές στην κόλαση του βιασμού, ή της οιμωγής και του θρήνου της απώλειας. Και πάντα υπήρχαν και υπάρχουν κοστουμάτοι και γραβατωμένοι πολιτικοί, από την Αγγλία, την Αθήνα, την Άγκυρα ορμώμενοι να διδάξουν τον τρόπο, να φέρουν κιτάπια και φετβάδες για το δέον γενέσθαι, και ακολουθάτε Κύπριοι.
Δεν μου αρέσουν οι αγιογραφίες, και δεν ξέρω καν αν ο Τάκης Χατζηδημητρίου είναι άγιος και δεν φυσικά εγώ δεν είμαι ο Νικόδημος ο Αγιορείτης. Αυτό που ξέρω από τη μικρή συναναστροφή μου πάντως είναι πως ο Τάκης Χατζηδημητρίου πόνεσε για τον χτίστη που έβαλε τη μια καντουνάδα πάνω στην άλλη για να φτιάξει ένα καμπαναριό, ένα μετζίτ. Άκουσε τον γεωργό της Μεσαορίας, τον Παφίτη βοσκό, την Αμμοχωστιανή που άναβε κερί στον Αγιο Γεώργιο τουν Εξορινό. Άκουγε και έπραττε τουλάχιστον στη θέση που κατείχε, έπραττε αυτό που θα επέτρεπε στο μνημείο να μιλήσει και αύριο και να διηγηθεί την ιστορία του, αυτό, για λογαριασμό του και να μην έχει ανάγκη από κανέναν αυτόκλητο προστάτη, που απλώς το βλέπει ως αντανάκλασή του. Έσωσε το μνημείο, τον ρότσο, από τη λήθη...
Αυτό έκανε στα δικά μου μάτια ο Τάκης Χατζηδημητρίου, έδωσε φωνή στα μνημεία, τ’ άφησε ελεύθερα να λένε την ιστορία τους. Στη ερώτησή μου «Ποιο είναι το κέρδος σας, κ. Χατζηδημητρίου;» η απάντηση «Πλουτίζουμε την ιστορία, και τον πολιτισμό μας και την ιστορία των ίδιων των μνημείων, αυτό είναι αποζημίωση». Καταλάβατε; Τα μνημεία μπορούν να μιλήσουν και αν τ’ ακούσουμε θα μάθουμε πολλά.