ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Σταθμός πλυντηρίων

Χειρόγραφο, Με την Ελένη Ξένου

Της Ελένης Ξένου

Της Ελένης Ξένου

twitter

Κάθομαι στο “laundry station”, πάροδος Λήδρας, πάνω σε ένα σκισμένο κόκκινο δερμάτινο καναπέ και χαζεύω τα πλυντήρια που στριφογυρίζουν. Στην άλλη άκρη του καναπέ κάθεται μια Aσιάτισσα γύρω στα πενήντα συν-πλην που μασά ένα μπισκότο περιμένωντας την μπουγάδα της να τελειώσει.

Φοράει σκουφί και φθαρμένο πουλόβερ, την καλημέριζω και μου το ανταποδίδει και ύστερα την ρωτώ από που είναι, Φιλιπίννες, λέει, μένει μερικά στενά πιο κάτω, κοντά στην Καθολική εκκλησία. Αυτά λέμε και μετά τίποτα άλλο. Εκείνη συνεχίζει να τρώει μπισκότα και γω να χαζεύω τα πλυντήρια και όλο το δωμάτιο. Ένα μαραμένο φυτό στο βάθος, μια αφίσα κολλημένη στον τοίχο-κόκκινος κι’αυτός- με μια γυναίκα που μυρίζεται εκστασιασμένη μια φρεσκοπλυμμένη πετσέτα μπάνιου, μια άδεια σφουγγαρίστρα πλάι στην είσοδο και διάφορες οδηγίες αναρτημένες σε μια κολώνα, πώς να χρησιμοποιήσεις τα πλυντήρια και τα στεγνωτήρια και να διατηρείς το χώρο καθαρό. Υποθέτω πως η Φιλιππινέζα θα διερωτάται τί γυρεύω εδώ, κάθομαι χωρίς άπλυτα και απλά περιεργάζομαι τριγύρω, ίσως και να με υποψιάζεται, μήπως είμαι της μυστικής αστυνομίας, από την άλλη μπορεί και να μην της προκαλώ καμμία περιέργεια, μακριά από το τόπο του ο άνθρωπος εξοικειώνεται με τα αλλόκοτα και τα ιδιότροπα.



Όπως και νάχει ανέκαθεν μου αρέσανε αυτά τα μικρομάγαζα τα φτιαγμένα ειδικά για να κάνει ο κόσμος την μπουγάδα του, πρώτη φορά τα είδα στο εξωτερικό, Νέα Υόρκη αν δεν κάνω λάθος, έμεινα και τα παρατηρούσα με ιδιαίτερη περιέργεια, κάτι ακαθόριστο με ελκούσε σ’αυτά. Έτσι έγινε και τώρα, το είδα μπήκα μέσα και έμεινα εδώ σφηνωμένη στο κόκκινο δερμάτινο καναπέ να κοιτώ πότε τους κάδους που στροβιλίζονται και πότε τον έξω κόσμο από αυτή την συγκεκριμένη θέση. Η Φιλιπινέζα σηκώνεται και κατευθύνεται σε ένα από τα πλυντήρια, οι κινήσεις της είναι αργές, υπομονετικές, όπως κάποιου που είναι συμφυλιωμένος με την μοίρα του και εννοώ που έχει αυτή την συνειδητότητα, ότι ποτέ δεν ξεμπερδεύει ο άνθρωπος με τους λεκκέδες. Προσπαθώ να της ανοίξω πάλι κουβέντα, αυτή την φορά διαλέγω να την ρωτήσω πληροφορίες για την αποδοτικότητα των στεγνωτηρίων, αν αρκούν δηλαδή δύο ευρώ που ισοδυναμούν με 40 λεπτά ή αν χρειάζεται περισσότερη ώρα. Συνήθως δεν αρκούν, απαντά χαμηλόφωνα, χρειάζεται να ανοίγεις κάθε τόσο για να δεις πόσο έχουνε στεγνώσει τα ρούχα κι’αν χρειαστεί να ρίξεις κι’αλλο κέρμα. Τα περιγράφει όλα με τόση σοβαρότητα όπως αν μιλούσε για κάτι βαθυστόχαστο, από την άλλη ποιός είπε πως η μπουγάδα δεν είναι μια εξόχως βαθυστόχαστη πράξη;



Ο Πεσσόα έγραψε κάποτε πως με τον ίδιο τρόπο που πλένουμε τα ρούχα μας θα έπρεπε να πλένουμε και το πεπρωμένο μας, όχι για λόγους επιβίωσης, μα με εκείνο τον σεβασμό που έχουμε σαν τρίτοι απέναντι στον εαυτό μας, με αυτό που κατεχοξήν ονομάζουμε καθαριότητα. Στη μέση είναι ένα πορτοκαλί τραπέζι- έχει πλάκα που ο χώρος είναι τίγκα στο χρώμα- όλα τα αντικείμενα αφήνουν μια αίσθηση παρατημένου, λες και κάποιος τα περιμάζεψε από το δρόμο, στο ταβάνι λείπουν κομμάτια και γύρω-γύρω κρυμμένες φλορέντζες αναμοσβήνουν σαν φωτορυθμικά.

Όση ώρα δεν μιλάμε, καμμιά από τις δύο μας δεν κοιτάει το κινητό της, εκείνη το έχει γυρισμένο ανάποδα πάνω στον καναπέ και γω μέσα στην τσάντα μου, κι’αυτή η αποχή αφήνει στον αέρα κάτι σαν ζεστασιά. Κουμπιά, φερμουάρ, γιακάδες, ρεβέρ χτυπιούνται πάνω-κάτω στους κάδους και οι στροφές πότε επιταχύνονται και πότε γυρίζουν αργά σαν εξουθενωμένες. Χάνω για λίγο την αίσθηση του χρόνου, οι μυρωδιές των απορρυπαντικών, ο στρόβιλος και οι αργές κινήσεις της γυναίκας με αποχαυνώνουν κάπου μεταξύ πραγματικού και εξωπραγματικού. Όταν επανέρχομαι έχει περάσει ήδη μισή ώρα, η γυναίκα σηκώνεται απότομα και κατευθύνεται προς το πλυντήριο, η πλύση της τέλειωσε, βγάζει τα καθαρά ρούχα, τοποθετεί μερικά από αυτά στο στεγνωτήριο, διπλώνει τα υπόλοιπα, τα βάζει σε μια αθλητική τσάντα, ρίχνει μετά ένα δίευρο στο στεγνωτήριο και επιστρέφει στον καναπέ. Παίρνει ακόμα ένα μπισκότο, μου προσφέρει ένα και μένα και όσο τα τρώμε χωρίς να μιλάμε νιώθω για κείνην μια ξαφνική τρυφερότητα, ή για να το πω αλλιώς είμαστε και οι δύο μας πλάσματα ενός κόσμου χαοτικού που πότε γυρίζει δεξιόστροφα και πότε αριστερόστροφα αφήνοντας παντού λεκκέδες και βρωμιές.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Της Ελένης Ξένου

Χειρόγραφα: Τελευταία Ενημέρωση