ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Παρέμβαση Φωκαΐδη για τον υποψήφιο ΠτΔ του ΔΗΣΥ

Η παρέμβαση δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή της Κυριακής με τίτλο «Η πρόταση για επιλογή υποψηφίου ΠτΔ από τη βάση του ΔΗΣΥ και η παγίδα της δημοκρατίας»

Η πρόταση που κατατέθηκε ενόψει του επικείμενου Καταστατικού Συνεδρίου του Δημοκρατικού Συναγερμού για επιλογή υποψηφίου για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας (ΠτΔ) από τη βάση του κόμματος (από τα 50 περίπου χιλιάδες μέλη), ηχεί σίγουρα ευχάριστα στον απλό πολίτη και εντάσσεται σε μια λογική διεύρυνσης της δημοκρατικής διαδικασίας, με την οποία - θεωρητικά τουλάχιστον – είναι δύσκολο κανείς να διαφωνήσει.

Θα πρέπει να σημειωθεί, σε κάθε περίπτωση, πως ο Δημοκρατικός Συναγερμός πρωτοπόρησε στη καθιέρωση δημοκρατικών εσωκομματικών διαδικασιών στην Κύπρο και διαθέτει μακρά παράδοση διεξαγωγής επιτυχημένων εκλογικών αναμετρήσεων εντός του κόμματος. Το ερώτημα, ωστόσο, που πρέπει, κατόπιν σοβαρής μελέτης και προβληματισμού, να απαντηθεί σήμερα, είναι το κατά πόσον η παραπάνω πρόταση θα οδηγήσει σε περαιτέρω εμβάθυνση της εσωκομματικής δημοκρατίας στο ΔΗΣΥ ή αν θα οδηγήσει σε παγίδες, που θα θέσουν υπό διακινδύνευση την ενότητα, τη φυσιογνωμία και την προοπτική του κόμματος;

Για να απαντήσουμε το ερώτημα αυτό, είναι πιστεύω αναγκαίο να θέσουμε, καταρχάς, ένα ευρύτερο εννοιολογικό πλαίσιο, που θα μας επιτρέψει μια πιο αναλυτική προσέγγιση του ζητήματος.

Από την «αγορά» του δήμου στην «αγορά» των social media

Όταν μιλούμε για πιο συμμετοχικές μορφές δημοκρατίες σκεφτόμαστε συνήθως μονοσήμαντα προς την κατεύθυνση της διεύρυνσης του δικαιώματος ψήφου. Η συμμετοχική δημοκρατία, ωστόσο, όπως έγινε αρχικά γνωστή μέσα από το αρχαίο αθηναϊκό πρότυπο, ήταν μια δημοκρατία που πρωτίστως εδραζόταν στον λόγο. Οι πολίτες της αρχαίας Αθηναϊκής δημοκρατίας – οι ενήλικοι Αθηναίοι άνδρες για να ακριβολογούμε – , προτού ασκήσουν το δικαίωμα της ψήφου διέθεταν ίσο δικαίωμα λόγου (δικαίωμα της ισηγορίας) ενώπιον της «εκκλησίας του δήμου». Η λειτουργία της δημοκρατίας, συνεπώς, θεμελιώνεται σε μια βασική παραδοχή: ότι της ψήφου προηγείται ο λόγος.

Η «αγορά», ο δημόσιος χώρος στο λόφο της Πνύκας, όπου συνέρχεται η «εκκλησία του δήμου», εξασφαλίζει τη δυνατότητα δημοκρατικού διαλόγου και διαβούλευσης ανάμεσα σε ίσους πολίτες, προτού τεθούν οι όποιες προτάσεις σε ψηφοφορία. Έτσι, λοιπόν, και πάρα την εύλογη κριτική του Πλάτωνα ως προς τον εγγενή κίνδυνο χειραγώγησης του «δήμου» από τους «δημαγωγούς», μια βασική κανονιστική αρχή του δημοκρατικού πολιτεύματος αποτελούσε – και αποτελεί μέχρι σήμερα - πως οι πολίτες λαμβάνουν «ενημερωμένες» και - κατά το δυνατό - «ορθολογικές» αποφάσεις.

Στην εποχή των εθνών-κρατών, η δημοκρατία δεν μπορεί - εκ των πραγμάτων - να λειτουργήσει με βάση το συμμετοχικό μοντέλο. Στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία οι αποφάσεις λαμβάνονται από εκλελεγμένους ηγέτες-αντιπροσώπους, οι οποίοι αναδεικνύονται σε τακτά χρονικά διαστήματα από τους πολίτες, σε ελεύθερες και δίκαιες εκλογές, ακριβώς για να λαμβάνουν αποφάσεις για λογαριασμό των πολιτών. Επειδή όμως κάτι τέτοιο θα απομείωνε τη δημοκρατία σε μια πράξη στιγμιαίας επιλογής των πολιτών - κατά το σουμπετεριανό υπόδειγμα –, στις φιλελεύθερες δημοκρατίες αναπτύσσεται σταδιακά ένας νοητός δημόσιος χώρος μέσα στον οποίο ασκείται ο δημοκρατικός διάλογος και μέσα στον οποίο διαμορφώνεται, κατά τον Habermas, η κοινή γνώμη. Ο νοητός αυτός δημόσιος χώρος πραγματώνεται μέσα από τη λειτουργία των ΜΜΕ, που λειτουργούν ως διαμεσολαβητές ανάμεσα στους πολιτικούς δρώντες και στους πολίτες.

Αν και τα παραδοσιακά ΜΜΕ δέχονται κριτική για μεροληψία, για εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων και διαπλοκή με το πολιτικό σύστημα, παραμένουν κρίσιμος πυλώνας λειτουργίας της φιλελεύθερης δημοκρατίας, καθώς διασφαλίζουν – με τις όποιες παθογένειες τους – ότι λειτουργεί ένα ενιαίος δημόσιος χώρος, μέσα στον οποίο λειτουργεί η δημοκρατία και δια του οποίου οι ενεργοί πολίτες μπορούν να συμμετάσχουν στο δημοκρατικό διάλογο ή και – τουλάχιστον - να κάνουν «ενημερωμένες» επιλογές στην κάλπη.

Τα πράγματα αλλάζουν, βεβαίως, όταν στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα εμφανίζονται τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα οποία προβάλλουν ως ένα μέσο που μπορεί να δώσει τον λόγο ξανά στους πολίτες και να επαναδιαμορφώσει συνθήκες για μια νέα «ηλεκτρονική» συμμετοχική δημοκρατία. Είκοσι σχεδόν χρόνια μετά, ωστόσο, η «αγορά» των social media καθόλου δεν μοιάζει να προσεγγίζει το ιδανικό της συμμετοχικής δημοκρατίας. Τη θέση του αυθεντικού «λόγου»
έχει πλέον πάρει η επιτηδευμένη «εικόνα. Αντί διαλόγου, έχουμε παράλληλους μονόλογους, αφού η αλγοριθμική δομή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αναπαράγει τις υφιστάμενες μας πεποιθήσεις και προδιαθέσεις. Και έτσι, αντί ενός «ενιαίου» δημόσιου χώρου, έχουμε στην πραγματικότητα «πολλαπλούς» δημόσιους χώρους, που λειτουργούν χωρίς διαφάνεια και λογοδοσία, και που προάγουν τελικά συνθήκες κοινωνικής και πολιτικής πόλωσης.

Τα πολιτικά κόμματα ως φρουροί της δημοκρατίας

Πώς μπορούμε, λοιπόν, να σώσουμε τη δημοκρατία μας από τις μεγάλες προκλήσεις που έχει σήμερα ενώπιον της και που θα εντείνονται ακόμα περισσότερο τα επόμενα χρόνια καθώς η τεχνητή νοημοσύνη θα κάνει ακόμα πιο αισθητή την παρουσία της – και - στο πολιτικό γίγνεσθαι; Θεωρώ ότι σημαντικό μέρος της απάντησης εδράζεται στη διεκδίκηση ενός νέου μετασχηματιστικού ρόλου από τα πολιτικά κόμματα.

Η ιστορία μας διδάσκει πως λαϊκιστές ηγέτες με αυταρχικά χαρακτηριστικά υπήρξαν πολλοί και στο παρελθόν. Το γεγονός, ότι πολλές χώρες δεν υπέκυψαν στην παγίδα του λαϊκισμού και της δημαγωγίας δεν οφειλόταν «τόσο στην σθεναρή αντίσταση του λαού, όσο στην αποφασιστική στάση των λεγόμενων συστημικών κόμματων», που διαδραματίζουν ή πρέπει να διαδραματίζουν ρόλο φρουρών της δημοκρατίας, όπως σημειώνουν οι Levitsky και Ziblatt, στο βιβλίο τους «Πως πεθαίνουν οι δημοκρατίες». Όπως παρατηρούν, όταν οι Ρεπουμπλικάνοι έπαψαν να διαδραματίζουν αυτό τον ρόλο, τότε αναδείχθηκε κάποια στιγμή και το φαινόμενο Trump.

Τα κόμματα θα πρέπει να διεκδικήσουν ξανά ρόλο καθοδηγητικό. Να διατυπώσουν μακροπρόθεσμους στόχους και να εμπνεύσουν ξανά τους πολίτες, και όχι να σέρνονται πίσω από δημοσκοπικές μετρήσεις της κοινής γνώμης και τα likes στα social media. Θα πρέπει να διαδραματίσουν τον ρόλο της αντιπροσώπευσης των ψηφοφόρων τους, επιλέγοντας υποψηφίους που να εκφράζουν τα συμφέροντα και τις επιθυμίες των υποστηρικτών τους αλλά ταυτόχρονα και να λειτουργούν ως «φίλτρα», όπως έγραφε ο James Ceaser, εξασφαλίζοντας πως δεν θα αναδειχθεί ως υποψήφιος – και πολύ περισσότερο ως πρόεδρος της χώρας – κάποιος ακατάλληλος για το αξίωμα ή και επικίνδυνος για τους δημοκρατικούς θεσμούς.

Στην πραγματικότητα, η δημοκρατία σε εθνικό επίπεδο αποτελεί συνάρτηση της δημοκρατίας εντός των κομμάτων. Γι΄αυτό και είναι επάναγκες, τα κόμματα σήμερα να διαμορφώσουν εκείνες τις προϋποθέσεις που θα προάγουν στο εσωτερικό τους τον διάλογο και τη διαβούλευση, καθιστώντας τα μέλη και τους ψηφοφόρους τους συμμέτοχους σε μια ανοικτή διαδικασία, που θα φέρνει πίσω την πολιτική. Η διεύρυνση του δικαιώματος συμμετοχής στις εκλογικές διαδικασίες είναι θετική, υπό την προϋπόθεση ότι το εκάστοτε εκλογικό σώμα είναι σε θέση να συμμετάσχει σε ένα ενημερωμένο διάλογο, ο οποίος διεξάγεται στο πλαίσιο ενός αντίστοιχου «δημόσιου χώρου», που θα προσφέρει ίση δυνατότητα σε όλους και όλες να ακουστούν και να καταθέσουν τις διαφορετικές τους θέσεις και επιχειρήματα. Αν αυτό δεν μπορεί να διασφαλιστεί, τότε τα πράγματα μπορεί να εξελιχθούν σε μια «παγίδα της δημοκρατίας», για να δανειστώ τον όρο που χρησιμοποιεί ο Ben Ansell, στο βιβλίο του «Γιατί αποτυγχάνει η πολιτική».

Εξετάζοντας την πρόταση επιλογής υποψηφίου ΠτΔ από τη βάση του ΔΗΣΥ

Με βάση τα όσα έχουμε αναφέρει παραπάνω ας επιχειρήσουμε τώρα να εγκύψουμε στην πρόταση που έχει κατατεθεί για επιλογή του υποψηφίου του ΔΗΣΥ για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας από τα μέλη του κόμματος. Σταχυολογώ παρακάτω τέσσερις κρίσιμες διαστάσεις του όλου ζητήματος που θα πρέπει, κατά την άποψη μου, να ληφθούν υπόψη.

1. Καταρχάς, ας δούμε σε ποιες χώρες εφαρμόζεται αυτή η πρακτική για να αξιολογήσουμε τι προκύπτει από τη διεθνή εμπειρία. Σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες με την εξαίρεση της Κύπρου, διαθέτουν κοινοβουλευτικά συστήματα, ως πρωθυπουργοί αναδεικνύονται αυτόματα οι ηγέτες των κόμματων εκείνων που κερδίζουν στις εκλογές και που μπορούν να σχηματίσουν πλειοψηφία εδρών στο κοινοβούλιο. Ακόμα και στο ημιπροεδρικό σύστημα της Γαλλίας, πρόεδροι της χώρας, εκλέγονται κατά παράδοση, υποψήφιοι που διατελούν ως πρόεδροι κόμματος. Ανάλογη είναι η πρακτική σε όλες τις γνωστές φιλελεύθερες δημοκρατίες. Εκεί όπου εφαρμόζεται ένα τέτοιο σύστημα επιλογής του υποψηφίου προέδρου από τη βάση των κομμάτων, μέσω προκριματικών εκλογών, είναι κατεξοχήν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής – κι’ αυτό από το 1972 και μετά. Η περίπτωση των ΗΠΑ, ωστόσο, για σειρά λόγων, είναι πάρα πολύ διαφορετική, όχι μόνο από την μικρή Κύπρο αλλά και από τις πλείστες ευρωπαϊκές χώρες.

2. Ας έρθουμε όμως σε πιο συγκεκριμένες επισημάνσεις που αφορούν ειδικά τον Δημοκρατικό Συναγερμό. Έχουμε σημειώσει ήδη ότι διεξάγεται με επιτυχία μέχρι σήμερα η εκλογή ηγεσίας από τη βάση του κόμματος. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να περιφρουρηθεί τα επόμενα χρόνια από κινδύνους που ενδεχομένως θα προκύψουν μέσα από τη χρήση των νέων τεχνολογιών. Αυτό θεωρώ πως είναι ένας εφικτός στόχος, με βάση την πολιτική παράδοση του ΔΗΣΥ στη διεξαγωγή εσωκομματικών εκλογών. Αυτό που συζητείται σήμερα, όμως, ως πρόταση για καταστατική τροποποίηση είναι κάτι πολύ διαφορετικό. Στην πραγματικότητα πρόκειται για εισήγηση που μπορεί να θέσει σε πολιτική διακινδύνευση την εκλογή της ίδιας της ηγεσίας του κόμματος, καθώς διαμορφώνει στην ουσία, μια ισότιμη ως προς τη νομιμοποιητική της βάση διαδικασία, για την εκλογή υποψηφίου του κόμματος για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Για να το θέσουμε απλούστερα. Τι θα γίνει σε περίπτωση, που ο/η πρόεδρος του κόμματος κατέλθει σε μια ανάλογη διαδικασία και ηττηθεί. Θα έχει την ηθική και πολιτική νομιμοποίηση να παραμείνει πρόεδρος; Μια τέτοια ρύθμιση, θα θέτει τον εκάστοτε πρόεδρο σε μια μόνιμη δοκιμασία αμφισβήτησης, και μάλιστα στην αφετηρία της κορυφαίας εκλογικής αναμέτρησης - αυτής των προεδρικών εκλογών. Ακόμα κι’ αν κερδίσει – που είναι πολύ πιθανόν – αντί να επικεντρωθεί στο πώς θα εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη της υπόλοιπης κοινωνίας προκειμένου να πετύχει τον στόχο της ανάδειξης στην Προεδρία της Δημοκρατίας, θα πρέπει να στραφεί στο εσωτερικό του κόμματος για να κατευνάσει πληγές - που είναι βέβαιο ότι θα δημιουργηθούν από την ώρα που η ψηφοφορία κατεβαίνει κάτω στη βάση - και να διαχειριστεί την αντίδραση των εσωκομματικών αντίπαλων.

3. Μια τέτοια διαδικασία θα έδινε το δικαίωμα επίσης σε άλλα κόμματα ή σε τρίτους εκτός κόμματος (συμπεριλαμβανομένων και ισχυρών οικονομικών συμφερόντων), μέσα από στοχευμένες εκστρατείες και με τη χρήση των social media, να επηρεάσουν τη βάση του κόμματος και να έχουν, έτσι, λόγο ως προς το ποιος θα είναι ο υποψήφιος του Δημοκρατικού Συναγερμού. Στις προκριματικές του Δημοκρατικού Κόμματος το 2008 στην Αμερική, για παράδειγμα, ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι επιδίωξαν να ενισχύσουν στρατηγικά την υποψηφιότητα της Hillary Clinton, καθώς θεωρούσαν πιο ισχυρό αντίπαλο τον Barack Obama. Μια μέθοδος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί, σε ανάλογες περιπτώσεις είναι και η χρήση στρατηγικής ψήφου προς τρίτες υποψηφιότητες - που δεν έχουν ουσιαστικές δυνατότητες εκλογής- , με στόχο την έμμεση ενίσχυση ενός εκ των δύο βασικών υποψηφίων σε μια εκλογική αναμέτρηση.

4. Στην περίπτωση που υιοθετηθεί μια τέτοια πρόνοια μπορεί να δούμε όμως και το φαινόμενο κάποια στιγμή το κόμμα να υφαρπάζεται κυριολεκτικά – πιο περιγραφικός είναι ο αγγλικός όρος «hijacked» - από ηγέτες τύπου Trump ή ακόμα και Κασελλάκη, οι οποίοι εμφανίζονται ξαφνικά ως σωσίες, εκτοπίζοντας παραδοσιακά στελέχη, με κύρος και πολιτικό εκτόπισμα, εκμεταλλευόμενοι τη συσσωρευμένη απαξίωση έναντι του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος και το νέο επικοινωνιακό περιβάλλον στο οποίο διεξάγεται η πολιτική. Σε κάθε περίπτωση, ένα κόμμα διαθέτει κάποιες ασφαλιστικές δικλείδες για να περιορίσει ένα τέτοιο πρόεδρο, αν αναδειχθεί στην ηγεσία του κόμματος (π.χ. κοινοβουλευτική ομάδα, πολιτικό γραφείο). Αν αυτός όμως είναι υποψήφιος πρόεδρος της Δημοκρατίας πώς μπορεί ένα κόμμα να διασφαλίσει ότι δεν θα του γυρίσει την πλάτη στη συνέχεια; Ειδικά αν εκλεγεί στην προεδρία της Δημοκρατίας.

Καταληκτικά, ο Δημοκρατικός Συναγερμός δεν έχει σήμερα ανάγκη να εξασφαλίσει τη συμμετοχή «περισσότερων» στις «εκλογικές» του διαδικασίες. Έχει ανάγκη από «περισσότερη» συμμετοχή στην εν γένει - πολιτική - κομματική διαδικασία, είτε αυτή εκφράζεται διαμέσου των συλλογικών οργάνων, σε κεντρικό ή επαρχιακό επίπεδο ή και μέσα από την καθιέρωση νέων διαβουλευτικών δομών που να προάγουν τον διάλογο και τη συνδιαβούλευση.

Η αίσθηση ότι η διεύρυνση του δικαιώματος ψήφου ενισχύσει πάντα τη δημοκρατία μπορεί να καταλήξει σε παγίδα. Το βέβαιο, πάντως, είναι πως τα δημοκρατικά εκλογικά «αποτελέσματα» δεν παράγουν από μόνα τους καλούς ηγέτες. Είναι, βεβαίως, καλύτερα από τα μη δημοκρατικά. Όμως για να έχουμε καλούς ηγέτες, πρέπει να προσπαθήσουμε να καταστήσουμε τη δημοκρατία και τα κόμματα μας πιο διαβουλευτικά και πιο συμμετοχικά. Τα «νέα μέσα» μπορεί να μας προσφέρουν επιπρόσθετες επιλογές. Όχι όμως μέσα από εκλογικές ή δημοψηφισματικές λογικές, που αναπαράγουν το χάος και την πόλωση. Χρειάζεται να επανοικοδομήσουμε ξανά το «δημόσιο χώρο» μέσα στον οποίο θα μπορούμε να συλ-λογιζόμαστε πρώτα και μετά να συν-αποφασίζουμε.

*Ο Δρ. Χριστόφορος Φωκαΐδης είναι πρώην Υπουργός Άμυνας, Πρόεδρος του Ινστιτούτου Μελετών Πολιτικής και Δημοκρατίας (ispd.org.cy).

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΔΗΣΥ  |  Εκλογές  | 
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση