Ο «αείμνηστος» πλέον Κώστας Σημίτης πέρασε στην Ιστορία. Το ίδιο και η τεράστια παρακαταθήκη του που αποτελεί οδηγό για το πολιτικό – και όχι μόνον – παρόν και μέλλον. Η φράση του ειπωμένη το 1989, «Η απάντηση στην κρίση δεν μπορεί να προέλθει μόνον από την αντιπαράθεση κομμάτων, αλλά και από την αντιπαράθεση λαϊκιστών και εκσυγχρονιστών μέσα στα κόμματα», παραμένει, δυστυχώς, πιο επίκαιρη από ποτέ. Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα κύμα λαϊκισμού που απειλεί να διαρρήξει τον κοινωνικό ιστό και να υπονομεύσει τις αξίες του φιλελευθερισμού και της δημοκρατίας. Η άνοδος ακροδεξιών κομμάτων, από τον ευρωπαϊκό νότο έως τον ευρωπαϊκό βορρά, καταδεικνύει την απογοήτευση μεγάλου μέρους των πολιτών από τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις. Οι λαϊκιστές προσφέρουν απλοϊκές απαντήσεις σε περίπλοκα προβλήματα, καλλιεργώντας την ανασφάλεια, το φόβο, τη διχόνοια, και την απελπισία. Γι’ αυτούς, «όλοι είναι ίδιοι» πλην εαυτών.
Ωστόσο, η ευθύνη γι’ αυτήν την ισοπεδωτική τάση κεφαλαιοποίησης του πόνου και της δυστυχίας δεν βαραίνει αποκλειστικά την ακροδεξιά. Η Αριστερά, σε πολλές περιπτώσεις, απέτυχε να προτείνει εναλλακτικές, βιώσιμες λύσεις, παραμένοντας εγκλωβισμένη σε έναν στείρο ακτιβισμό ή σε ανέφικτη ουτοπική συνθηματολογία. Ως εκ τούτου, ακούσια δημιούργησε ένα κενό, το οποίο καλύφθηκε από τους λεγόμενους «πωλητές» των «εύκολων» προταγμάτων και «λογικών» φωνών.
Οι φιλελεύθερες δυνάμεις της Ευρώπης, παρότι παραμένουν οι κύριοι υπερασπιστές της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, βρίσκονται «στριμωγμένες στα σκοινιά». Εάν θέλουν να μπουν ξανά δυναμικά στο πολιτικό «ρινγκ», οφείλουν να ανανεώσουν τη σχέση τους με τους πολίτες, να προτείνουν ρεαλιστικές πολιτικές για την αντιμετώπιση των γεωπολιτικών προκλήσεων, της παράτυπης μετανάστευσης, της κλιματικής κρίσης, τη μείωση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων, και να αποδείξουν εμπράκτως ότι η Ε.Ε. μπορεί να αποτελέσει εχέγγυο προόδου και αλληλεγγύης.
Η πραγματική μάχη δεν είναι μόνο μεταξύ ιδεολογιών, αλλά κυρίως μεταξύ λαϊκισμού και υπεύθυνης, σοβαρής χάραξης πολιτικής. Η Ευρώπη χρειάζεται ηγέτες με θάρρος, όραμα και αφοσίωση στις αξίες του ορθού λόγου και της συνεργασίας. Το μέλλον της ηπείρου θα κριθεί, μεταξύ άλλων, από την ικανότητά μας να υπερασπιστούμε αυτές τις αρχές απέναντι σε απλουστευτικές ρητορικές και διχαστικές στρατηγικές.
Για να κερδίσουν ξανά την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων, οι φιλελεύθερες δυνάμεις της Ευρώπης πρέπει να αναδείξουν μια ανανεωμένη και προοδευτική ατζέντα που συνδυάζει την οικονομική ανάπτυξη με την κοινωνική δικαιοσύνη. Θα πρέπει να επικεντρωθούν με συμπεριληπτικό τρόπο στη στήριξη της επιχειρηματικότητας, της καινοτομίας και της ψηφιακής ανάπτυξης, ενώ ταυτόχρονα να προωθήσουν την κοινωνική κινητικότητα και την ενίσχυση της εκπαίδευσης και των δημόσιων υπηρεσιών για όλους. Σε αυτήν τη διαδικασία κανείς δεν μπορεί να μείνει πίσω. Η φιλελεύθερη προσέγγιση στη διαχείριση των σημερινών «πολυκρίσεων», στην προστασία των προσωπικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης με σεβασμό στις αρχές της δημοκρατίας, είναι εκ των ων ουκ άνευ. Μέσα από αυτή τη συνδυασμένη στρατηγική, οι φιλελεύθεροι μπορούν να παρουσιάσουν μια ελκυστική, σύγχρονη και δίκαιη εναλλακτική πρόταση για το μέλλον της Ευρώπης.
*Η Μαργαρίτα Καϊμακλιώτη είναι Πολιτικός Επιστήμονας, αναπληρώτρια Γραμματέας Διεθνών Σχέσεων του Δημοκρατικού Συναγερμού και μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου «Γλαύκος Κληρίδης»