Ένα από τα απεχθέστερα εγκλήματα σε βάρος του Κυπριακού Ελληνισμού, σε βάρος της ενότητας του και του αιμάσσοντος ακόμα από το πραξικόπημα και την εισβολή σώματος της Κύπρου διενεργήθηκε στις 30 Αυγούστου 1974. Πρόκειται για την απόπειρα δολοφονίας του Βάσου Λυσσαρίδη και τη δολοφονία του οργανωτικού γραμματέα της Σοσιαλιστικής Νεολαίας ΕΔΕΝ Δώρου Λοΐζου.
Ήταν η περίοδος του ασυμβίβαστου αγώνα που είχε κηρύξει ο Βάσος Λυσσαρίδης και η ΕΔΕΚ και ευρύτερα το δημοκρατικό κίνημα, για την ανάγκη επανόδου του Προέδρου Μακαρίου στην Κύπρο. Ως απαραίτητης προϋπόθεσης αποκατάστασης της συνταγματικής τάξης και εμπέδωσης της ψυχικής ενότητας του λαού για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις φοβερές συνέπειες από την προδοσία και το έγκλημα του 1974.
Υπό το καθεστώς τρομοκρατίας που είχε επιβάλει η ΕΟΚΑ Β΄ και που εσυντηρείτο, όσο κι αν σήμερα φαίνεται απίστευτο, ακόμα και μετά την τουρκική εισβολή, το δημοκρατικό κίνημα είχε καταφέρει να βρει τα πόδια του, να υπερβεί το τρομακτικό πλήγμα που δέχθηκε ο λαός μας, να αρθρώσει αγωνιστικό – δημοκρατικό λόγο και να συσπειρώσει ευρύτατες λαϊκές δυνάμεις, οι οποίες έδιναν καθημερινά τη μάχη για την επιστροφή του Μακαρίου. Είναι άξιον απορίας πως ενώ το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου και η επακολουθήσασα τουρκική εισβολή αποτέλεσε αφορμή αποκατάστασης της δημοκρατίας στην Ελλάδα και ο Καραμανλής επέστρεψε στις 23 Ιουλίου, ο Μακάριος εμποδιζόταν να επιστρέψει στην Κύπρο μέχρι τις 7 Δεκεμβρίου του 1974.
Η λύση της απορίας δεν είναι ωστόσο πολύ δύσκολη. Τα ξένα συνωμοτικά κέντρα που είχαν οργανώσει το δίδυμο έγκλημα του 1974 προσπαθούσαν να ματαιώσουν την επιστροφή του Μακαρίου στην Κύπρο ή τουλάχιστον να την καθυστερήσουν όσο μπορούσαν για να ολοκληρώσουν τα σχέδιά τους εις βάρος της Κύπρου. Έτσι οι παράφρονες πράκτορές τους στην Κύπρο, αργυρώνητα και ευτελή όργανα που τολμούσαν να παρουσιάζονται και με πατριωτικό μανδύα, κινήθηκαν κατ’ εντολή. Προσδοκώντας οι εντολείς στη δημιουργία συνθηκών αναζωπύρωσης της εσωτερικής ανωμαλίας με νέο κύκλο αίματος, στην παρεμπόδιση επιστροφής του Μακαρίου και σε επιβολή λύσης στηριγμένης στα τετελεσμένα.
Η εκδοχή αυτή γίνεται ακόμα πιο ασφαλής αν συνδεθεί με το γεγονός ότι 15 ημέρες πριν από το έγκλημα της 30ής Αυγούστου, πραγματοποιήθηκε στο χρησιμοποιούμενο τότε ως προσωρινό Προεδρικό Γραφείο, Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, σύσκεψη με αντικείμενο τη συζήτηση του προταθέντος Σχεδίου Γκιουνές. Σχέδιο το οποίο προέβλεπε τη διασπορά τουρκικών στρατευμάτων σε όλα τα σημεία της Κύπρου στα οποία ζούσαν Τουρκοκύπριοι. Στην πραγματικότητα, αν εκείνο το Σχέδιο γινόταν αποδεκτό, ολόκληρη η Κύπρος θα ετίθετο υπό τουρκική στρατιωτική κατοχή. Υπό την εκβιαστική απειλή της εν εξελίξει ευρισκομένης τουρκικής επιχείρησης του «Αττίλα 2» επιχειρήθηκε η επιβολή του Σχεδίου. Η σθεναρή αντίδραση του Βάσου Λυσσαρίδη, εν μέσω της καταθλιπτικής παρουσίας καλασνικοφόρων Εοκαβητατζήδων, οδήγησε στη ματαίωση επιβολής εκείνου του Σχεδίου. Το γεγονός αυτό έδωσε το μήνυμα στη βυσσοδομούσα συνωμοσία και τα κινούμενά της στην Κύπρο, ότι υπάρχουν ακόμα κέντρα και δυνάμεις αντίστασης. Οι οποίες έχουν απήχηση στον λαό και μπορούν να επηρεάζουν τις εξελίξεις. Αντιλαμβάνονταν δε, ότι η επάνοδος του Μακαρίου θα δημιουργούσε προϋποθέσεις περαιτέρω ισχυροποίησης του λαϊκού παράγοντα και οριστικής ματαίωσης επιβολής λύσης που να βασίζεται στα τετελεσμένα της εισβολής.
Βέβαια η συνωμοσία για αποκεφαλισμό του δημοκρατικού κινήματος που επιχειρήθηκε με την απόπειρα δολοφονίας του ηγέτη της αντίστασης Βάσου Λυσσαρίδη ματαιώθηκε, πρώτον με τη διάσωσή του και δεύτερον με τη θαυμαστή ψυχραιμία που επιδείχθηκε και που απέτρεψε αντίποινα, εκδίκηση και ανωμαλία.
Σήμερα, 48 χρόνια μετά την απαίσια συνωμοσία και το απεχθές έγκλημα είναι καιρός να πάρουν όλοι το μήνυμα της ιστορίας. Η δουλόφρων συμπόρευση και ταύτιση με ξένα συμφέροντα και συνωμοσίες οδηγεί σε εθνικές τραγωδίες και σε ανεξίτηλο στιγματισμό ως Εφιαλτών όσων επιλέγουν να μετατρέπονται σε άβουλα και μοιραία όργανα των ξένων.
Ο κ. Γιαννάκης Λ. Ομήρου είναι πρώην πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων.