Οι ημέρες των γιορτών προσφέρονται για ευχές, ευχολόγια, στόχους και αναστοχασμούς. Μέσα λοιπόν από μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με φίλους, μου προέκυψε η ανάγκη να σκεφτώ λίγο περισσότερο μια λέξη και έννοια που περιλαμβάνεται συχνά μέσα σε ευχές αλλά και δηλώσεις των πολιτικών αρχηγών μας. «Ελπίζω». «Ελπίζω και εύχομαι». «Ελπίζω του χρόνου να είναι καλύτερα τα πράγματα». «Ελπίζω του χρόνου να γιορτάσουμε τα Θεοφάνια στις ελεύθερες θάλασσες της Κερύνειας». Το «εμπόριο ελπίδας» είναι σε έξαρση. Ε, λοιπόν, εμένα με ενοχλεί αυτή η Ελπίδα. Ίσως να είμαι επηρεασμένος από τον Καζαντζάκη που δεν ελπίζει και δεν φοβάται τίποτα και είναι ελεύθερος. Δεν είμαι ούτε φιλόλογος ή γλωσσολόγος, ούτε φιλόσοφος και ούτε ψυχολόγος. Όμως έχω την αίσθηση ότι η λέξη «Ελπίδα» και τα παράγωγά της έχουν ενσωματωθεί τόσο πολύ και τόσο λάθος στην κουλτούρα μας που από μια εκ προοιμίου θετική έννοια, έφτασε πλέον να έχει μια μη θετική χροιά.
Εξηγούμαι. Μάθαμε να ελπίζουμε με τρόπο που μας έχει οδηγήσει ως κοινωνία σε λήθαργο. Χωρίς να κάνουμε τίποτε, ή τίποτε διαφορετικό ή ακόμα καλύτερα, κάτι συνταρακτικό, περιμένουμε (βλέπε ελπίζουμε) παθητικά, ότι κάτι ουσιαστικό θα αλλάξει σε αυτά που θέλουμε να αλλάξουν. Σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Έφτασε η ελπίδα να μην είναι κάτι περισσότερο από μια αφελή πεποίθηση πως όλα θα πάνε καλά. Επίσης, επειδή πολλές φορές η ελπίδα μας βασίζεται σε προκαταλήψεις ή ευσεβοποθισμούς αντί σε δεδομένα, ρεαλισμό και λογική, καταλήγουμε συχνά σε συνεχείς απογοητεύσεις, που με τη σειρά τους αντιπαλεύονται την ίδια την ελπίδα!
Δεν πρέπει, με λίγα λόγια, η έκφραση ελπίδας να είναι συνώνυμο της ευχής, που δίνει ουσιαστικά τυφλό έλεγχο σε κάποιον ή κάτι άλλο. Προσωπικά δεν με εκφράζει μια τέτοια ελπίδα. Η ελπίδα πρέπει να συνοδεύεται από ενέργειες που υλοποιούν συγκεκριμένα πράγματα που θα μετουσιώσουν την ελπίδα σε πραγματικότητα. Διαφορετικά θα ισχύει αυτό που είπε ο Αριστοτέλης: «Ελπίδα είναι το όνειρο του ξυπνητού ανθρώπου». Αν για παράδειγμα ελπίζουμε στην ειρηνική επίλυση του Κυπριακού, θα έπρεπε εδώ και χρόνια, να προετοιμάζαμε την κοινωνία μας για τη λύση που επισήμως επιδιώκουμε, θα έπρεπε η παιδεία μας να προωθεί πραγματικά την έννοια της ειρηνικής συμβίωσης με το σύνοικο στοιχείο, θα έπρεπε να ενημερώναμε την κοινωνία μας ότι επιδιώκουμε ένα συμβιβασμό όπου καμία πλευρά δεν θα νιώθει χαμένη, ότι η όποια λύση για να είναι βιώσιμη, θα πρέπει να παρέχει κίνητρα επιτυχίας σε όλες τις πλευρές κ.ά. Εμείς ελπίζουμε μεν στη λύση, εκφράζουμε δε την απαισιοδοξία μας, διότι η προσδοκία μας είναι το αποτέλεσμα που μόνο ένας νικηφόρος πόλεμος θα μας έδινε.
Επιλέγω συνειδητά να είμαι αισιόδοξος. Όπως λέει και ο Καζαντζάκης, θέλω να κοιτάζω τη σκοτεινιά με φωτεινά μάτια, που σημαίνει ότι αισιόδοξος δεν σημαίνει αφελής. Αναγνωρίζω τις δυσκολίες και τις προκλήσεις της στιγμής. Την ίδια ώρα όμως ξέρω ότι αν μάθουμε από τα λάθη μας, αν αλλάξουμε τακτική, αν συνεργαστούμε, αν είμαστε ευέλικτοι ως προς την προσέγγιση ενός στόχου, αν βρούμε τον τρόπο να διατηρούμε τα εσωτερικά μας κίνητρα δυνατά, τότε θα πετύχουμε αυτό που επιδιώκουμε. Θα βγούμε από το τούνελ.
Έχουμε ενώπιόν μας πολλές προκλήσεις. Οικονομία, παιδεία, κοινωνική ανισότητα, δημογραφικές προκλήσεις, μεταναστευτικό είναι μόνο μερικές. Η απαίτηση για αλλαγή διάχυτη. Στις επικείμενες προεδρικές εκλογές μην ελπίσετε σε τίποτε. Να ζητήσετε να δείτε και να νιώσετε αισιοδοξία στην οποία μπορείτε να πιστέψετε και να εμπιστευτείτε. Τολμηρούς στόχους και ρεαλιστικές προτάσεις πολιτικής. Να δείτε συγκεκριμένα προγράμματα που θα υλοποιούν τους στόχους και τις πολιτικές. Αυτός ή αυτή που θα κυβερνήσει, θα πρέπει να είναι έτοιμος/η από την πρώτη μέρα. Ο κόσμος διψά για αισιοδοξία. Οι νέοι άνθρωποι θέλουν να εμπνευστούν από κάποιον/α ίσως για πρώτη φορά και οι πιο παλιές γενιές κάτι να τους εμπνεύσει εμπιστοσύνη μετά από πολύ καιρό. Τότε και μόνο τότε, η ελπίδα για το τι μπορούμε να γίνουμε ως χώρα, θα έχει νόημα. Γιατί και θέλουμε και μας αξίζει να ελπίσουμε πραγματικά.
Ο κ. Μενέλαος Μενελάου είναι προϊστάμενος της Υπηρεσίας Σπουδών και Φοιτητικής Μέριμνας του Πανεπιστημίου Κύπρου.