Του Απόστολου Κουρουπάκη
Μαθαίνει η στήλη ότι έχει αρχίσει και πάλι να συζητιέται στον ΘΟΚ η συμμετοχή του στο Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου το καλοκαίρι του 2023, με κάποια καλοκαιρινή παραγωγή του. Όπως πολλές φορές έχουμε πει από αυτή εδώ τη στήλη, η παρουσία του ΘΟΚ στο αργολικό θέατρο είναι ένα συνεχές ζητούμενο, είναι το απόλυτο φετίχ του κρατικού μας θεάτρου, αν μου επιτρέπεται η φράση. Φυσικά, μαζί με τις συζητήσεις άρχισαν και τα παρατράγουδα, που έχουν να κάνουν, όπως πληροφορείται η στήλη, με το ποιος θα πάει, ποιος θα σκηνοθετήσει και τι είμαστε διατεθειμένοι να δώσουμε προκειμένου ο ΘΟΚ να βρει τον δρόμο του για την Επίδαυρο.
Πολλές οι διεργασίες, προτάσεις κατατίθενται από Κύπριους δημιουργούς, που όμως για κάποιο λόγο συναντάνε εμπόδια, όπως μου λένε, και η αλήθεια είναι πως δεν μου έκανε εντύπωση ότι τα εμπόδια έρχονται από την Αθήνα, και τους εκεί φορείς του Φεστιβάλ. Το θέμα είναι εμείς εδώ τι είμαστε διατεθειμένοι να παραχωρήσουμε; Γη και ύδωρ; Να βρούμε συμβιβαστικές λύσεις που να είναι επωφελείς για την εγχώρια καλλιτεχνική δημιουργία ή να πούμε ότι αυτή είναι η πρότασή μας, τη θεωρούμε ολοκληρωμένη, αξιολογήστε τη, κρίνετέ την και πείτε μας αν θέλετε να συμμετάσχουμε;
Αυτά τα τρία απλά ερωτήματα θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους στον ΘΟΚ και να καταλήξουν, διότι και πάλι, όπως μαθαίνει η στήλη, κάποιοι δεν φαίνεται να έχουν εμπιστοσύνη στο ντόπιο καλλιτεχνικό προσωπικό μας και θεωρούν πως υπάρχει απόλυτη ανάγκη από καθοδήγηση από την Ελλάδα, εξ ου και τα εμπόδια που βρίσκουν οι κυπριακές προτάσεις, αφού από την Ελλάδα αισθάνονται πως μπορούν με διάφορους τρόπους να νουθετούν τους φτωχούς συγγενείς στην Κύπρο.
Είναι αδιαμφησβήτητο ότι στην Κύπρο έχουμε επαγγελματίες του θεάτρου που μπορούν να σταθούν σε διεθνή καλλιτεχνικά περιβάλλοντα, έχουμε τις προδιαγραφές να πάμε σε φεστιβάλ εκτός Κύπρου και να μην αισθανόμαστε υποδεέστεροι. Και αυτό επιβάλλεται να το καταλάβουν πρωτίστως οι δικοί μας, όσοι έχουν ταχθεί να υποστηρίζουν την εγχώρια καλλιτεχνική παραγωγή, διορισμένοι/ες σε διάφορα πολιτιστικά διοικητικά συμβούλια, γιατί πολλές φορές κάποια πρόσωπα λειτουργούν εν είδει δούρειου ίππου, για να μπορέσουν κάποιοι εξ Ελλάδος να παίξουν εν ου παικτοίς το παιχνίδι τους.
Ο ΘΟΚ συμμετείχε σε μία συμπαραγωγή με το Εθνικό Θέατρο, με τις «Ικέτιδες» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, μετά από μία απορριφθείσα πρόταση, πάλι με τις «Ικέτιδες», σε σκηνοθεσία Παναγιώτη Λάρκου με επικεφαλής τη Δέσποινα Μπεμπεδέλη και τότε απορρίφθηκε η πρόταση του και ποτέ κανείς δεν κατάλαβε τους λόγους, ποτέ δεν φωτίστηκαν οι σκιές, αν υπήρχαν. Και τώρα για κάποιο λόγο πάλι αφήνονται σκιές για προτάσεις που γίνονται αλλά είτε υπονομεύονται είτε απορρίπτονται εν μέρει ή εν συνόλω για άγνωστους λόγους. Μακάρι αυτή τη φορά να δούμε τον ΘΟΚ στo Φεστιβάλ Αθηνών, όπως πήγε το 2021 με την «Εσμέ», τότε γιατί μπορέσαμε και τώρα συζητάμε ή τέλος πάντων αρχίζουν ψίθυροι για παρεμβάσεις εξ Αθηνών και συστολή εκ μέρους μας; Μακάρι να κάνω λάθος και όλες οι πληροφορίες μου να αποδειχθούν υπερβολικές, και από αυτή εδώ τη στήλη, θα ζητήσω συγγνώμη για την όποια αναστάτωση τυχόν έχω προκαλέσει.
Όπως έγραψα και το 2019: «Ο ΘΟΚ, λοιπόν, πάει με τις «Ικέτιδες» του Ευριπίδη σε συμπαραγωγή με το Εθνικό Θέατρο της Ελλάδας στην Επίδαυρο. Μία κίνηση η οποία δείχνει ότι το κυπριακό θέατρο έχει έμψυχο υλικό, το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να βρει τρόπο να το εκμεταλλευτεί και του χρόνου ή του παραχρόνου να πάει αυτόνομο στην Επίδαυρο ή σε όποιο άλλο φεστιβάλ της Ευρώπης επιλέξει. Ηθοποιοί δεν μας λείπουν, σκηνοθέτες που έχουν κάτι να προτείνουν επίσης διαθέτουμε, τεχνικούς και λοιπό υποστηρικτικό προσωπικό έχουμε, τι μας λείπει, τότε; Τίποτα λέω εγώ, τόλμη ίσως, όραμα μπορεί, άλλο τίποτα δεν μας λείπει. Και ας σπάσουμε τα μούτρα μας, και ας πούνε κάποιοι ότι δεν μας περνά. Ο Νίκος Χαραλάμπους ανέβασε τις “Ικέτιδες” πριν από σαράντα σχεδόν χρόνια και ακόμη και σήμερα στην Επίδαυρο, αλλά και όσοι ασχολούνται με τα θεατρικά, θυμούνται το ανέβασμα του έργου. Δηλαδή τότε τολμήσαμε και σήμερα όχι;» και έκλεινα με το «Μέχρι να το αποφασίσουμε, ωστόσο, καλό θα είναι να λαμβάνουμε μέρος ως συμπαραγωγοί, αλλά και ως θεατές», και βλέπω εν έτει 2022 ότι τελικά το 2021 το καταφέραμε, τώρα πάλι, γιατί παλινδρομούμε;