Με αφορμή το μεγάλο ζήτημα των φυλακών και της επίκλησης του δημόσιου συμφέροντος από τον Γενικό Εισαγγελέα, στο αίτημα των κυριών Αριστοτέλους και Δημητρίου να ασκήσουν ιδιωτική ποινική κατά του κ. Κατσουνωτού, πρέπει να ανοίξει η συζήτηση που σύντομα να οδηγήσει σε ουσιαστική συνταγματική μεταρρύθμιση. Το θέμα «άνοιξε» προεκλογικά με πρωτοβουλία του Αβέρωφ Νεοφύτου που διατύπωσε με σαφήνεια τη θέση πως πρέπει να διαχωριστούν οι ρόλοι, από τη μια του του νομικού συμβούλου του Προέδρου της Δημοκρατίας και από την άλλη του δημόσιου κατήγορου. Σήμερα τους δύο αυτούς ρόλους, βάσει του συντάγματος, ασκεί ο Γενικός Εισαγγελέας, ο οποίος μόλις πριν μερικούς μήνες αρνήθηκε να παραστεί σε σύσκεψη που συγκάλεσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας για το θέμα των φυλακών γιατί ακριβώς οι δύο αυτοί ρόλοι συγκρούονταν μεταξύ τους.
Η συνταγματική τροποποίηση που εισηγούμαι θα αφορά το διαχωρισμό των δύο ρόλων.
Σ’ αυτό το πλαίσιο σίγουρα θα μας απασχολήσει και ένα άλλο συνταγματικό «προνόμιο» του Γενικού Εισαγγελέα. Το ανεξέλεγκτο, που προκύπτει από το άρθρο 113 του συντάγματος, δικαίωμα που του επιτρέπει να αναστέλλει ποινικές διώξεις, χωρίς ουσιαστικά να τεκμηριώνει την απόφαση του. Δεν ισχυρίζομαι πως εξέλειψε η ανάγκη να έχει στα χέρια του αυτή την εξουσία, αλλά τον 21ο αιώνα δεν πρέπει να αναμένουμε την κοινωνία να αποδέχεται αναιτιολόγητες αποφάσεις που επικαλούνται απλά και μόνο το δημόσιο συμφέρον. Το δημόσιο συμφέρον βλάπτεται, όπως και η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος και προσωπικού, όταν χωρίς καμία επεξήγηση χρησιμοποιείται για να φρενάρονται ποινικές υποθέσεις. Στα μάτια της κοινής γνώμης φαίνεται ως πιθανή προσπάθεια συγκάλυψης. Αν το σύνταγμα υποχρέωνε τον Γενικό Εισαγγελέα να παρέχει επαρκή αιτιολόγηση του δημόσιου συμφέροντος, τότε πιθανόν να εξαφανιζόταν αυτό το πέπλο καχυποψίας που σήμερα υπάρχει.
Αναμφίβολα τα ζητήματα αυτά έχουν κι άλλες πτυχές, όπως για παράδειγμα την έλλειψη των θεσμικών αντίβαρων, τα γνωστά checks and balances, που στην Κύπρο ουσιαστικά έπαψαν να υπάρχουν από το 1963 με την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από τους θεσμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας. Υπάρχουν τρόποι, χωρίς να δημιουργούνται επικίνδυνα προηγούμενα για το Κυπριακό, να λειτουργήσουν θεσμικά αντίβαρα. Όπως, για παράδειγμα, ο τρόπος που διορίστηκε η Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς με εμπλοκή γνωμοδοτικού συμβουλίου και της εκ των προτέρων ενημέρωσης της Βουλής, ή αν είμαστε τολμηροί να υιοθετήσουμε την εξαίρεση: Τον τρόπο διορισμού του Επιτρόπου Διοικήσεως, που (από το 1991) την επιλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας πρέπει να ψηφίσει η πλειοψηφία της Βουλής. Κατ’ επέκταση, πρέπει επίσης να συζητηθεί η έλλειψη περιορισμού θητειών στους ανεξάρτητους αξιωματούχους.
Αμέσως μετά το Πάσχα θα ξεκινήσουμε τη συζήτηση στην Επιτροπή Θεσμών της Βουλής. Ήδη είναι εγγεγραμμένο το θέμα ως αυτεπάγγελτο, με εισηγητές τη συνάδελφο Ειρήνη Χαραλαμπίδου και τον υπογράφων.
* Βουλευτής Λευκωσίας Δημοκρατικού Συναγερμού | Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Θεσμών, Αξιών και Επιτρόπου Διοικήσεως