Όταν ο Θουκυδίδης έγραψε τη δικαίως περίφημη «Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου» διασαφήνισε εξ αρχής ότι θεωρούσε την εξιστόρησή του και τις διαπιστώσεις του έναν αιώνιο θησαυρό για την κατανόηση των διεθνών σχέσεων. Όπως εξήγησε, όσο η ανθρώπινη φύση παραμένει ως έχει, μπορούμε να αναμένουμε ότι οι διαπιστώσεις του μπορούν να μας διδάξουν για το πώς λειτουργούν οι διεθνείς σχέσεις. Όπως είναι ευρέως γνωστό, ο Θουκυδίδης σκιαγραφεί μια εικόνα των διεθνών σχέσεων ως να ελαύνονται από ανταγωνιστικά κίνητρα αύξησης της ισχύος και θεωρεί ότι η βαθύτερη αιτία του Πελοποννησιακού Πολέμου ήταν αυτή : η ολοένα αυξανόμενη ισχύς της Αθηναϊκής Συμμαχίας και ο κίνδυνος που αυτή έθετε για την ισχύ και τα συμφέροντα της Σπάρτης και των συμμάχων της.
Περισσότερο από 2.000 χρόνια μετά, η διαπίστωση του Θουκυδίδη ότι οι διεθνείς σχέσεις διέπονται από τον ανταγωνισμό για την αύξηση της εθνικής ισχύος, ακόμη και με στρατιωτικά μέσα, παραμένει πάντα επίκαιρη. Η βαθύτερη αιτία του ρωσο-ουκρανικού πολέμου είναι η αυτονόμηση της Ουκρανίας από τη ρωσική σφαίρα επιρροής και η δεδηλωμένη πρόθεση ένταξης στο ανταγωνιστικό ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Δεδομένης και της ανησυχίας της Ρωσίας για προσπάθεια απόκτησης από την Ουκρανία όπλων μαζικής καταστροφής, όπως η Σπάρτη προχώρησε σε ένα προληπτικό πόλεμο εναντίον της Αθήνας, όσο η κατάσταση από πλευράς σύγκρισης δυνάμεων ήταν ακόμη αναστρέψιμη, έτσι και η Ρωσία προχώρησε σε ένα προληπτικό πόλεμο εναντίον της Ουκρανίας, όσο η κατάσταση ήταν ακόμη αναστρέψιμη – πριν η Ουκρανία εξοπλιστεί ακόμη περισσότερο και πριν ενταχθεί οργανικά στις ευρω-ατλαντικές δομές.
Υπό αυτή την οπτική, ο Πούτιν δεν είναι «τρελός» αλλά εργαλειακά ορθολογικός (αν και μάλλον όχι ηθικά ορθολογικός). Αν τυποποιήσουμε κάπως πιο συγκεκριμένα αυτό που θα μπορούσαμε να καλέσουμε «Νόμο του Θουκυδίδη» περί των σχέσεων μεταξύ συλλογικών πολιτικών οντοτήτων, αυτός θα ήταν, σε μια πρώτη πρωτόλεια εκδοχή, ο ακόλουθος: όσο η ανθρώπινη φύση παραμένει ως έχει (δηλαδή σε σημαντικό βαθμό εγωιστική), οι σχέσεις μεταξύ συλλογικών πολιτικών οντοτήτων θα είναι ανταγωνιστικές και θα μεταχειρίζονται όλα τα διαθέσιμα δυνατά μέσα προς επίτευξη της αύξησης της ισχύος τους/αποφυγής μείωσης της ισχύος τους (πολιτικά, οικονομικά ή και στρατιωτικά).
Η διαπίστωση ότι ο «Νόμος τους Θουκυδίδη» είναι πάντα επίκαιρος είναι σχεδόν τετριμμένη. Σχεδόν όλοι ξέρουμε ότι σε μεγάλο βαθμό στις διεθνείς σχέσεις δεν υπάρχουν σταθεροί φίλοι ή εχθροί αλλά σταθερά συμφέροντα (κατά τον Βρετανό πρωθυπουργό Πάλμερστον). Ο Θουκυδίδης όμως έγραφε σε ένα κόσμο όπου η βασική πολιτική οντότητα ήταν οι πόλεις-κράτη, τα βασίλεια και οι αυτοκρατορίες και εν τη απουσία διεθνούς δικαίου και κουλτούρας συναδέλφωσης. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν από λίγους ως ελάχιστους ενδοιασμούς να πολεμήσουν ακόμη και μεταξύ τους και σε κάποιο σημαντικό βαθμό αυτό έχει αλλάξει.
Σήμερα, η βασική πολιτική οντότητα είναι το έθνος-κράτος, αλλά και κάποιες υπερεθνικές ενώσεις, όπως η Ε.Ε. ενώ έχει εγκαθιδρυθεί διεθνές δίκαιο και μια ευρωπαϊκή κουλτούρα και έθος που θεωρεί τον πόλεμο βάρβαρη πρακτική και αδιανόητο στην Ευρώπη. Αυτές οι αλλαγές προσφέρουν μια κάποια ελπίδα ότι μέσω υπερεθνικών συνεργασιών και ενώσεων, όπως η Ε.Ε., καθώς και με την εγκαθίδρυση διεθνούς δικαίου και αλλαγής κουλτούρας και εθών μπορούμε να αφήσουμε στην άκρη την επιλογή της πολεμικής σύρραξης και να επιλέξουμε τη συνεργασία και την ειρήνη. Αν αυτό έχει καταστεί εφικτό σε ένα μεγάλο μέρος της γεωγραφικής Ευρώπης, μέσα από ανείπωτες καταστροφές και ποταμούς αίματος και δακρύων, και έχει εγκαθιδρυθεί διεθνές δίκαιο καθώς και ένα αντιπολεμικό έθος και ήθος, τότε υπάρχει ακόμη ελπίδα. Η ανθρώπινη φύση μπορεί να μην έχει αλλάξει αλλά έχει την καταπληκτική ικανότητα να μαθαίνει από τα λάθη της, να αναθεωρεί το πλέγμα αξιών της και τα έθη της, και όπως επίσης επισήμανε ο Θουκυδίδης, ο πόλεμος είναι σκληρός και βίαιος διδάσκαλος. Ίσως σταδιακά, σε μεγάλο βάθος χρόνου, κατανοήσουμε επιτέλους, μέσα από τα σκληρά και βίαια μαθήματα του πολέμου, ότι μέσα από τη συνεργασία, τη συναδέλφωση και τον αλληλοσεβασμό, μια αιώνια ειρήνη (όπως εισηγήθηκε ο Γερμανός διαφωτιστής φιλόσοφος Καντ) είναι εφικτή, όσο αθεράπευτα ιδεαλιστικό και αν ακούγεται αυτό.
Ο κ. Χρίστος Κυριάκου είναι επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.